Nosferatu: Η αρχή του τρόμου από τον F.W Murnau…

Καλημέρα και πάλι!  Σαν να βάρυνε λιγάκι το πράγμα χθες με την ταινία του Innaritu, οπότε είπα σήμερα να το περάσω λίγο στο πιο κλασσικό.  Πριν όμως πάω στην πρώτη κινηματογραφική έννοια του τρόμου, όπως αυτή παρουσιάζεται μέσα από το “Nosferatu”, έχω να δηλώσω κάτι.  Χθες είδα στο φεστιβαλ την ταινία του Pasolini, “Salo, or 120 Days of Sodom”.  Σε αντίθεση με όσα είχα ακούσει, δεν ήταν το περιεχόμενο που με σόκαρε, αλλά ο λόγος για τον οποίο του έδωσε τόσο μεγάλη έκταση.  Το βρήκα τρομερά υποκριτικό και προκλητικό το όλο στήσιμο, σαν να ήθελεα απλά να προκαλέσει.  Ωραία η ιδέα να ταυτίσει τον φασισμό, με την ικανότητα και τη δυνατότητα όσων βρίσκονται στην εξουσία να κάνουν οτι γουστάρουν σε όποιον γουστάρουν, αλλά προσωπική μου εκτίμηση είναι οτι η ταινία είχε εξαντληθεί ήδη στο πρώτο 20λεπτο.  Από εκεί και πέρα ο Pasolini μου φάνηκε σαν να ήθελε (και τελικά κατάφερε) να σοκάρει τα πλήθη με κάτι που δεν είχαν ποτέ ξαναδεί, και να μείνει στην ιστορία ως μια από τις σοκαριστικότερες-πολιτικές-ουσιαστικά ταινίες, ever.  Too much effort για κάτι που θα μπορούσε να αποτελεί πραγματικά μια σπουδαία ταινία…Ενδεχομένως να ανέβει στο blog για να δω και τις δικές σας απόψεις επί του θέματος.
Στα σημερινά μας τώρα…

Βασισμένο στην ιστορία του κόμη Dracula, γραμμένη από τον ιρλανδό Bram Stoker το 1897, η ταινία πραγματεύεται την ύπαρξη και την δράση ενός περίεργου πλάσματος που ζει σε έναν πύργο στην Τρανσυλβανία, του count Orlok.  Όταν μια μέρα ένας νεαρός φτάσει στην μεγαλοπρεπή κατοικία του για θέματα αγοραπωλησίας ενός σπιτιού, θα συνειδητοποιήσει σύντομα οτι ο count Orlok είναι στην πραγματικότητα ένα vampire που διψάει για αίμα.  Εγκλωβισμένος καθώς θα παραμείνει στον απομονωμένο πύργο, η ατυχία του δε θα σταματήσει εκεί.  Ο count Orlok θα ξεκινήσει ένα ταξίδι προκειμένου να βρεί και να κάνει ‘δική του’ την γυναίκα του νεαρού Hutter, την Ellen, καθώς μια και μόνο φωτογραφία της θα είναι ικανή να φουντώσει την δίψα του ακόμα περισσότερο…
Η ταινία του Murnau βρίσκεται στο μεταίχμιο της εξπρεσιονιστικής περιόδου, αλλά καταφέρνει να εκμεταλευτεί ακόμα και τότε στο έπακρο, όλες τις οπτικές και καλλιτεχνικές δυνατότητες που προσέφερε το συγκεκριμένο ρεύμα στον κινηματογράφο.  Η ταινία είναι φυσικά ασπρόμαυρη και στην προκειμένη περίπτωση η χρήση του “κιαροσκούρου” είναι κάτι παραπάνω από επιτυχημένη.  Με τον όρο κιαροσκούρο εννοούμε την έντονη αντίθεση ανάμεσα στο σκούρο μαύρο, και το πιο φωτεινό λευκό, και αποτέλεσε ένα από τα βασικότερα-αν οχι το βασικότερο- εργαλείο του γερμανικού εξπρεσιονισμού.

Ο “Νosferatu” αποτέλεσε ένα από τα κορυφαία δημιουργήματα στην ιστορία του κινηματογράφου, οχι μόνο εξαιτίας της καλλιτεχνικής του αξίας, αλλά επίσης γιατί αποτέλεσε την πρώτη ουσιαστικά ολοκληρωμένη ταινία τρόμου.  O coun Orlok με τα μυτερά αυτιά, τα δόντια τρωκτικού, το καμπουριαστό ανάστημα και τα γαμψά νύχια, αποτελούσε μια απόλυτα φρικιαστική μορφή (εάν αναλογιστούμε οτι πρόκειται και για μια ταινία του 1922) και χαρακτηριζόταν από κάτι το μεταφυσικό σχεδόν.  Παράλληλα το εξωπραγματικό του παρουσιαστικό ενίσχυε ακόμη περισσότερο και το παιχνίδι των σκιών του Nosferatu πάνω στους τοίχους και τις επιφάνειες, δημιουργώντας ένα δυσοίωνο κλίμα απειλής, που σπάνια συναντάει πια κανείς ακόμα και σε ταινίες του σήμερα.
Η διαφορά της ταινία του Murnau με αυτή του έταιρου γερμανού Werner Herzog, ο οποίος σκηνοθέτησε και πάλι τον Nosferatu το 1979, αλλά και με τον “Dracula” του Coppola το 1992, είναι οτι ο Nosferatu παρουσιάζεται στην πιο αρχετυπική του διάσταση, σε μια πρώτη original μορφή και στο πλαίσιο μιας μεταφυσικής κατάστασης.  Αντίθετα το πλάσμα του Herzog χαρακτηρίζεται από μια πιο ουμανιστική διάσταση.  Είναι ένα ον μέσα στη μοναξιά, που αποζητά την αγάπη και την συντροφικότητα.  Στο άλλο άκρο συναντάμε τον Dracula ο οποίος εκφράζει τις καθαρά γήινες ανάγκες μέσα από την ακόρεστη επιθυμία για ερωτική συνέρευση και καθαρό σεξ.

Να αναφέρω κάπου εδω οτι η ταινία είναι βουβή.  Στο background ακούγεται η χαρακτηριστική μουσική που έμπαινε μεταγενέστερα σ’αυτές τις ταινίες, αλλά νομίζω οτι αυτό δε θα ξενίσει όσους αποφασίσουν να την δούν.  Η σκηνοθεσία της και το παιχνίδι με τις σκιές αποτελούν βασικά στοιχεία που την κάνουν εύκολη στο να την παρακολουθήσει κάποιος.  Μέσω στυλιζαρισμένων κινήσων, στησίματος και γενικότερης παρουσίας του Nosferatu, επιτυγχάνεται ένα ιδιαίτερο αποτέλεσμα που σε συνδυασμό με την δυναμική παρουσία των σκιών που μοιάζουν να κινούνται από μόνες τους, δημιουργούν ένα φιλμ ταυτόχρονα κλασσικό και πρωτοποριακό.
Όλο αυτό το αίσθημα του φρικιαστικού και γκροτέσκου πλάσματος, εντείνεται ακόμη περισσότερο από τους πιστούς του ακόλουθους, τους αρουραίους.  Όταν φτάνει στην πόλη προς εύρεση της νεαρής Ellen ο Nosferatu βγαίνει από το αμπάρι μαζί με τις ορδές των απαίσιων τροκτικών που τον ακολουθούν, σε μια από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές της ταινίας.  Λίγο καιρό μετά ολόκληρη η πόλη ‘αρρωσταίνει’ από πανώλη και τα φέρετρα κυριαρχούν σε κάθε δρόμο, σε κάθε γωνία.  Πολλοί έχουν υποστηρίξει οτι ολόκληρη η ταινία του Murnau είναι μια αλληγορία πάνω στην φρίκη του ‘Α Παγκοσμίου Πολέμου, και οτι πιο συγκεκριμένα η αναφορά στην πολή που πεθαίνει είναι μια έμεση νύξη για τα αμέτρητα θύματα του.

Μια ακόμη διάσταση που δίνεται στον κόμη Orlok είναι η σχέση που φαίνεται να διατηρεί κατά κάποιον τρόπο τηλεπαθητικά, με τον λόγο του ερχομού του στην πόλη, την Ellen.  Σε διάφορες στιγμές της ταινίας τα βλέματα, η στάση του σώματος, ακόμα και οι εκφράσεις που παίρνουν οι δυο χαρακτήρες ακόμα και όταν βρίσκονται σε διαφoρετικά μέρη, μοιάζουν σαν να μοιράζονται κάτι κρυφό.  Ουσιαστικά η Ellen μοιάζει σαν να περιμένει την εμφάνιση του σκοτεινού αυτού πλάσματος, ενώ διακατέχεται από αντιφατικά συναισθήματα: αποστροφή, έλξη, φόβο και λαγνεία.  Δεν φτάνει σε καμία περίπτωση τα όρια του Coppola, αλλά υποβόσκει μια ερωτική έλξη επειδή κυρίως είναι μοιραίο να ‘μολυνθεί’ μετά το δάγκωμα του Nosferatu και αυτό μοιάζει να το ξέρει πολύ καλά.  Η πιο χαρακτηριστική ίσως σκηνή που συνοψίζεται όλο αυτό, είναι λίγο πριν το τέλος όταν συνειδητοποιεί οτι ο κόμης είναι έξω από το δωμάτιό της, και ακουμπά με δύναμη το χέρι της πάνω στην καρδιά της, ως ένδειξη του τρόμου που νοιώθει.  Παρόλα αυτά η συγκεκριμένη κίνηση αποτελεί ένα σκηνοθετικό εύρημα του Murnau, καθώς πέρα από την καρδιά η γυναίκα μοιάζει να πιάνει και το…στήθος της.  Όταν μάλιστα λίγο μετά η σκιά από το χέρι του Nosferatu φαίνεται να αρπάζει την καρδιά/στήθος της Ellen και αυτή να τινάζεται μπροστά σχεδόν σαν από ηδονή, το πράγμα μοιάζει ξεκάθαρο και ιδιοφυές.
Ο “Nosferatu” είναι μια εξαιρετικά δομημένη ταινία, με κλασσικό story, εντυπωσιακά σκηνικά ειδικά για μια εποχή όπως τότε, και την επίδραση του γερμανικού εξπρεσιονισμού ξεκάθαρη και καθοριστική.  Δείτε την εάν θέλετε να παρακολουθήσετε μια ταινία διαφορετική και υπέροχα εκτελεσμένη.

http://www.youtube.com/watch?v=ZxlJxDr26mM&feature=related

Η ταινία υπάρχει και σε HD ολόκληρη στο Υoutube.

TRIVIA

  • Στην πραγματικότητα πολλές σκηνές με τον count Orlok γυρίστηκαν το πρωί, με αποτέλεσμα κάτι κάτι να φαίνεται πολύ έντονα στο ασπρόμαυρο φιλμ.  Για τον λόγο αυτό σε restored versions έχει χρησιμοποιηθεί το μπλέ χρώμα για να αποδωθεί η νύχτα.
  • Συνολικά ο Nosferatu εμφανίζεται γύρω στα 9 λεπτά σύνολο στην ταινία. 
  •  Ο Murnau έβρισκε τον ηθοποιό Max Schreck που υποδυόταν τον Nosferatu εξαιρετικά άσχημο, και οτι μόνο τα μυτερά αυτιά και τα μεγάλα δόντια, θα αρκούσαν για το επιθυμητό αποτέλεσμα.
(Πηγή IMDB)
H TV ΣΗΜΕΡΑ….
NET: 01:15, Οι Καλύτεροι Καιροί.  Ταιβανέζικη παραγωγή του 2001.  Δυο φίλοι μπλέκουν με τον υπόκοσμο της νύχτας και αρχίζουν να κάνουν δουλειές για χάρη τους.  Μετά από μια επιτυχία τους, τους δίνεται σαν βραβείο από τα αφεντικά ένα όπλο.  Τα πράγματα θα πάρουν τραγική τροπή όταν ο ένας από τους δυο πυροβολήσει τον αρχηγό της αντίπαλης συμμορίας…
Adios!

Das Cabinet des Dr. Caligari: Αλλόκοτα κλασσική και κλασσικά αλλόκοτη

Hey και πάλι παιδιάαααα!.  Εντάξει σήμερα είναι η μέρα μου, αφού βρέχει απίστευτα και δε μπορώ να πω, το απολαυμβάνω πολυ!! 🙂  Σήμερα ξεκίνησα και τα σεμινάρια κινηματογράφου που παρακολουθώ στο Μικρό Πολυτεχνείο (να και η τσάμπα διαφήμηση) και μου άρεσαν τόσο πολυ για μια ακόμη φορά.  Και επιτέλους μετά απο πολύ καιρό κάνω και κάτι που μου αρέσει, επιτέλους δηλαδή!.  Σήμερα λοιπόν, ξεκινήσαμε να μιλάμε για ζωγραφική, ρεύματα κ.λ.π και πιο συγκεκριμένα για τον γερμανικό εξπρεσιονισμό και την επιρροή του σε διάφορες ταινίες, εποχής ’20 (πρόσφατα όπως καταλαβαίνετε).  Παρόλα αυτα και άσχετα με το πόσο παλιές και βουβές (να μη το ξεχνάμε) είναι αυτές οι ταινίες, εξακολουθούν να παραμένουν η βάση πάνω στην οποία οικοδομήθηκε ολόκληρος ο κινηματογράφος κατά τα μεταγενέστερα χρόνια.  Όπως και το Metropolis, έτσι και το The Cabimet of Dr. Caligari, είναι μια ταινία που πρέπει να δει κάποιος, εάν θέλει να καταλάβει τι σημαίνει αληθινός κινηματογράφος.  Τι σημαίνει ουσιαστικά, ο κινηματογράφος ως τέχνη.

Aρχικά να πω οτι η ταινία είναι γερμανική (εξού και το μάθημα πάνω στον γερμανικό εξπρεσιονισμό), γυρισμένη το 1920, ασπρόμαυρη βέβαια (ανεξάρτητα απο την αφίσα) και φυσικά βουβή, μόνο με μουσική και λόγια σε υπότιτλους και όποτε χρειάζεται.  Θεώρησα οτι μετά απο το Nortoniko overdose, ωραία θα ήταν να ξεφεύγαμε λίγο (εως πολυ) σε κάτι που όταν το είχα δεί μου είχε προκαλάσει μεγάλη εντύπωση, αλλά και προβληματισμό μαζί.  Έναν προβληματισμό που όμως μου λύθηκε σήμερα και γι’αυτό και αποφάσισα να την ανεβάσω, θεωρώντας πως οτι ήταν να μάθω και να κατανοήσω απο αυτή τη ταινία, έγινε σήμερα, so here we go….
H ταινία περιστρέφεται γύρω απο τον Dr. Caligari, o οποίος έχει υπο την “κατοχή” του, έναν άνδρα που ονομάζεται Cesare τον οποίο επιδυκνείει σε διάφορα πανηγύρια, εξαιτίας της διαταραχής ύπνου απο την οποία πάσχει και η οποία τον καθιστά ως έναν υπνοβάτη, με δυνατότητες μελλοντολογικών προβλέψεων.  Όταν λοιπόν μια απο αυτές του τις προβλέψεις επαληθευτεί, τότε θα κατηγορηθεί για φόνο και τα πράγματα θα περιπλακούν πάρα πολυ για τον Caligari και τον υπνοβάτη του, αφού η αστυνομία και ο υπόλοιπος κόσμος θα τους κατατρέξει μέχρι να αποδοθεί δικαιοσύνη.
Βλέποντας την η πρώτη απορία που μου δημιουργήθηκε ήταν, γιατί ήταν κατά αυτόν τον τρόπο γυρισμένη, τι ήθελε να πει ο….ποιητής;  Αυτό γιατί το όλο σκηνικό που περιβάλει την ταινία είναι τόσο ψεύτικο, τόσο στημένο που μοιάζει να είναι φτιαγμένο απο χαρτόνι, μέσα σε ένα στούντιο όπου έχουν τοποθετηθεί και οι ηθοποιοί για να ερμηνεύσουν τους ρόλους τους.  Επίσης τόσο πολυ σκοτάδι και τόσο έντονες αντθέσεις, λευκού-μαύρου, δε τις είχα ξαναδεί, αφου ο φωτισμός έμοιαζε και αυτός επίτηδες μη ρεαλιστικός και τόσο έντονος, λες και μπορούσε να κόβει κυριολεκτικά την εικόνα σε κομμάτια.  Αυτά τα σκεφτόμουν όταν δεν ήξερα.  Τώρα πια ξέρω! :P.   Ουσιαστικά στην ταινία βλέπουμε τον ίδιο τον γερμανικό εξπρεσιονισμό αυτοπροσώπος.  Θα μπορούσαμε κάλλιστα να ήμασταν στημένοι μπροστά απο έναν πίνακα του Verner ή του Munch και να βλέπουμε το ίδιο, ακριβώς αποτέλεσμα.  Αυτό που άκουσα σήμερα και μου άρεσε είναι πως η ταινία έχει να κάνει με μια σκηνοθεσία που βρίσκεται σε κίνηση, ενω ένας πίνακας με μια σκηνοθεσία στατική.  Και έτσι ακριβώς είναι.  Το χρώμα (μαυρόασπρο), ο φωτισμός, τα σκηνικά, ακόμα και η ηθοποιοία είναι όλα μελετημένα,  μέχρι και τη τελευταία λεπτομέρεια.  Ως προς τον λόγο για τον οποίο η ταινία είναι κατά αυτόν τον τρόπο στημένη, είναι πολυ απλός, αλλά και σύνθετος μαζί.  Ουσιαστικά πρόκειται για μια προσωπική εκτίμηση και δήλωση του σκηνιθέτη, Robert Wiene.  Στη ταινία αυτό που κάνει είναι πολυ απλό:  θέλει να μεταδώσει σε όλους εμάς που την βλέπουμε, οτι αυτό που βλέπουμε είναι πλασματικό, είναι απλά μια μυθοπλασία και συνεπώς κάτι μη πραγματικό.  Τα ψεύτικα σκηνικά που είναι τόσο προφανή, οι έντονες σκιάσεις και οι αντιθέσεις του φωτός, οι πολύ σκληρές γωνίες και γραμμές της ταινίας, καθώς και οι σπασμωδικές και σχεδόν ρομποτικές κινήσεις των ηθοποιών, αποδίδουν τέλεια το παιχνίδι που είχε στο μυαλό του ο σκηνοθέτης:  αυτό της αποδόμησης.  Το γεγονός δηλαδή οτι απο μόνος του επιχειρεί να δηλώσει οτι ‘hello, δεν είναι αλήθεια αυτό που βλέπετε, είναι ένα δημιούργημα μια ομάδας ατόμων, πολλης φαντασίας και αρκετών μέτρων κούφιων σκηνικών”.  Ο λόγος για τον οποίο το κάνει αυτό το πράγμα φαίνεται να είναι το γεγονός, οτι επειδή μέχρι τότε οι ταινίες αποδίδονταν με τέτοιο τρόπο προσπαθώντας να μείνουν πιστές σε μια διαδικασία αναπαράστασης της φυσιολογικής και καθημερινής πραγματικότητας, γι αυτο τον λόγο, ο Wiene θέλησε να κάνει το αντίθετο, προκειμένου να κάνει έτσι τη δική του ψυχανάλυση.  Αποφάσισε λοιπόν να αποδομήσει την φυσική αναπαράσταση μιας κατάστασης και να μας δείξει ψυχρά και αμεσότατα, οτι βλέπουμε μια ταινία και βλέποντας αυτήν, δε θα μπορούσε να είναι περισσότερο ξεκάθαρο.
Νομίζω οτι αξίζει να την δείτε, έστω απλά και μόνο σαν εμπειρία, αφού αποτελεί μέγιστο κομμάτι του κινηματογράφου.  Σίγουρα η υπόθεση της δεν είναι απο αυτές που σε κρατάνε καρφωμένο στον καναπέ σου, αλλά είναι μαγικό το να βλέπεις ποσο μπροστά ήταν οι άνθρωποι αυτοί απο την εποχή τους και πως κατάφεραν την ιδέα ενός προκατόχου να την συνεχίσουν και να δημιουργήσουν κάτι νέο, και ο επόμενος το ίδιο, και το ίδιο…..οδηγώντας και εξελλίστοντας ολοένα και περισσότερο τον γνήσιο κινηματογράφο, απο τον οποίο μπορείς να μάθεις πολλά και να αγαπήσεις ακόμα περισσότερα.

Traileraki δεν έβαλα επίτηδες, καθώς τα περισσότερα έχουν ολόκληρη τη ταινία και όχι μόνο ενα μέρος αυτής.  Δεν είναι δύσκολο να τη βρείτε, οπότε κάντε εναν κόπο (μικρό!).

Ciaoooo….!

Metropolis: Το αριστούργημα του Fritz Lang πιο σύγχρονο απο ποτέ….

Γεια σας και πάλι παιδιάαααααα!!  Σαν να παραάργησα μου φαίνεται να ανεβάσω ταινιούλα, αλλά κάλλιο αργά παρά ποτέ, όπως λέει και ο σοφός λαός!.  Σήμερα μάλιστα είπα να την ανεβάσω και απο νωρίς νωρίς την ταινιούλα, μη γίνει πάλι τίποτις και δε προλάβω.  Έτσι γιατί το πάθημα μου έγινε μάθημα.  Αρκετά όμως με τις θυμοσοφίες και τις παροιμίες, τις αφήνω στην άκρη και περνάω στην αγαπητή μου ταινία, Metropolis.

Όποτε φέρνω στο μυαλό μου τη συγκεκριμένη ταινία, δυο είναι τα πράγματα που με μαγεύουν και με έκαναν απο την αρχή κιόλας να αποτελώ μεγάλη fan της.  Το πρώτο είναι το πόσο μπροστά ήταν για την εποχή της, αφού εαν δεν απατώμαι πρέπει να είναι-αν οχι η πρώτη- μια απο τις πρώτες sci-fi ταινίες που γυρίστηκαν, δεδομένου του οτι η χρονολογία κατά την οποία σκηνοθετήθηκε είναι το 1927!.  Και σας το λέω με απόλυτη ειλικρίνια, οτι ξεκινώντας να τη βλέπω, δε περίμενα σε καμία περίπτωση να δω αυτά που είδα, εφόσον μάλιστα μιλάμε και για τη δεκαετία του ΄20.  Όμως είναι τόσο θαυμαστά όλα αυτά που παρουσιάζει η ταινία, που θα μπορούσα να φανταστώ άνετα το consept αυτο σε μια σύγχρονη ταινία (αν και μεταξύ μας δε νομίζω να το ήθελα, γιατί έχω την αίσθηση οτι το εφε θα πήγαινε σύννεφο και τελικά η ταινία θα κατέληγε σε μια μεγάλη και αχνιστή πατάτα).  Πραγματικά βγάζω το καπέλο στον σκηνοθέτη που είχε ένα τέτοιο εμπνευσμένο όραμα και σε όλους τους συντελεστές της, αφού το αποτέλεσμα είναι υπέροχο.  Το δεύτερα πράγμα που με εξιτάρει σε αυτή τη ταινία είναι το γεγονός οτι η ιστορία της την καθιστά πιο σύγκρονη απο ποτέ.  Αυτό γιατί πίσω απο την βασική ιστορία της ταινίας, ξεδιπλώνονται ενα σωρό μηνύματα σχετικά με τις ταξικές διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους, τον καπιταλισμό και γενικότερα όλες αυτές τις κοινωνικές ανακατατάξεις και διαφορές που συναντούμε πλέον καθημερινά σε κάθε έκφανση της ζωής μας.  Αυτό που ξέχασα να ανφέρω και είναι βασικό, είναι πως η ταινία είναι βουβή, καθώς συνοδεύεται μόνο απο μουσικές μελωδίες και υπότιτλους (όποτε απαιτείται), αλλά καθόλου λόγο (και ναι είναι σαν να ακούω τα ποδοβολητά σας καθώς τρέχεται να φύγετε μακριά απο τη σημερινή μας ταινία 🙂 ).
Το story έχει βασικά ως εξής: βρισκόμαστε σε μια πόλη στην οποία υπάρχει μια σαφής και ξεκάθαρη διαφορά ανάμεσα στην εργατική τάξη, η οποία δουλεύει και ζεί υπογείως και στην τάξη που αποτελείται απο όλους του υπόλοιπους τους εύπορους και πλούσιους οι οποίοι ζούν πάνω απο την εργατική τάξη- κυριολεκτικά και μεταφορικά- και φροντίζουν ωστέ να περνούν εκείνοι καλά, αλλά μέχρι εκεί.  Τότε λοιπόν ο γιός του άρχοντα κατά κάποιον τρόπο της πόλης, ερωτεύεται μια νεαρή προφήτη που ανήκει στην εργατική τάξη και η οποία προσβλέπει στον ερχομό ενός μεσσία, ο οποίο θα βοηθήσει προκειμένου να αμβλύνει τις διαφορές ανάμεσα στις δυο τάξεις.  Απο εκείνη τη στιγμή πυροδοτείται μια σειρά απο διαδοχικά γεγονότα, τα οποία θα θέσουν σε κίνηση τα γρανάζια της πόλης, δηλαδή τους εργάτες, οι οποίοι και θα ξεσικωθούν αναζητώντας τα χαμένα τους δικαιώματα.
Είναι προφανές απο την ιστορία, για ποιον λόγο θεωρώ οτι είναι τόσο σύγχρονη και προφητική αυτή η ταινία, αφού δεν απέχει απο όλα αυτά που συμβαίνουν και σήμερα.  Ουσιαστικά αυτό που θέλει να πει ο σκηνοθέτης, αλλά και να δείξει είναι αυτή ακριβώς η κοινωνική ανισότητα ανάμεσα στους έχοντες και τους μη έχοντες και η μάχη που τελικά θα δωθεί ανάμεσα τους, με στόχο της κάθε τάξης να υποστηρίξει φυσικά τα δικά της θέλω.  O Lang δε θα μπορούσε να είχε κάνει πιο ξεκάθαρη αυτή τη διαφορά ανάμεσά τους, αφού ακόμα και η θέση που κατέχει η κάθε ομάδα στη πόλη είναι χαρακτηριστική: οι πλούσιοι πάνω, οι φτωχοί εργάτες κάτω.  Προκειμένου όμως με κάποιον τρόπο να κινητοποιήσει τη κατάσταση και να φέρει σε σύγκρουση τις δυο πλευρές, προβάλει το love story ανάμεσα στον γιο και την φτωχή, νεαρή κοπέλα και δημιουργεί έτσι την αφορμή του για να ξεσπάσει ο καταπιεσμένος εργατικός κόσμος.
Η ταινία έχει πααααρα πολλά να πει και τα λέει.  Και μάλιστα αν και βουβή τα λέει καλύτερα απο οτι θα μπορούσε να τα πεί μια οποιαδήποτε σύγχρονή της ταινία και αυτό ακριβώς την κάνει μοναδική και την τοποθετεί στη θέση μιας εκ των καλυτέρων ταινιών που έγιναν ποτέ.  Και μιλάμε για 83 χρόνια πριν.  Respect….κάντε και εσείς μια επιλογή να δείτε κάτι τόσο διαφορετικό και νομίζω οτι θα σας συνεπάρει, όπως συνεπήρε και εμένα….

http://www.youtube.com/watch?v=ZSExdX0tds4&feature=fvw
Σπουδαίο απλά!

Αντίο σας!!