Dangerous Parking: Life is the most dangerous parking of all

Καλή εβδομάδα σε όλους και καλό μήνα!  Άντε και καλό καλοκαίρι σιγά σιγά και με τον καιρό που μας κάνει.  Ξέρω οτι ο συγκεκριμένος καιρός δεν ενδείκνυται ούτε για δουλειά (χαχαχαχα συγγνώμη δε μπόρεσα να συγκρατηθώ), ούτε για διάβασμα, ειδικά των παιδιών που έχουν αρχίσει προετοιμασίες για Πανελλαδικές.  Εγώ λέω πάντως να ξεκλέψετε και καμιά ωρίτσα, και να τη κάνετε τη βόλτα σας.  Καλό κάνει.  So σήμερα, και μετά από το τριημεράκι που είχα βάλει το παιχνιδάκι με τη φωτογραφία, θα ξεκινήσουμε με μια ταινία την οποία μου είχε προτείνει να δω ο Γιάννης, καθώς όπως χαρακτηριστικά είχε πει, του είχε προκαλέσει αρνητική εντύπωση πως δεν υπάρχει ελληνικό review της ταινίας.  Οπότε την είδα κι εγώ, και είπα να την γράψω χωρίς πολλές καθυστερήσεις.  Και ξεκινάμε.

O Noah Arkwright (Peter Howitt) είναι ένας σκηνοθέτης ο οποίος ζει στην Αγγλία έναν μάλλον έκκλητο βίο, αν κρίνει κανείς από τις αχαλίνωτες νύχτες (και μέρες) γεμάτες από ναρκωτικά, μπόλικο sex και άφθονο αλκοόλ.  Την ίδια στιγμή ο Noah πατώντας πάνω στο cult status που έχει δημιουργηθεί γύρω από τις indie ταινίες του, εξακολουθεί να υποστηρίζει αυτό το πρότυπο ζωής θεωρώντας οτι αυτό καθορίζεται και προδιαγράφεται ως ένα μεγάλο ποσοστό από τη δουλειά και τον τρόπο με τον οποίο αυτός τη κάνει.  Παρά το γεγονός οτι η κατανάλωση αλκοόλ τον έχει ήδη οδηγήσει στα αλκοολικά μονοπάτια, ο ίδιος δε φαίνεται να το έχει καταλάβει και συνεχίζει την αυτοκαταστροφική του πορεία.  Τα πράγματα θα αλλάξουν προς το καλύτερο όταν εμφανιστεί η Kirstin (Rachael Stirling) μια νεαρή γυναίκα, πρώην αλκοολική, η οποία θα του ανοίξει τα μάτια και με τη βοήθεια του συνεργάτη του Noah, Ray (Sean Pertwee) θα τον στείλουν κατευθείαν για αποτοξίνωση.  Ο Noah φαίνεται πως έχει αρχίσει να βάζει μυαλό, και τη ζωή του σε τάξη.  Όταν μάλιστα γνωρίσει και την όμορφη Claire (Saffron Burrows) τότε η δημιουργία οικογένειας θα αρχίσει να φαντάζει ως μια πολύ καλή πιθανότητα, για τη μέχρι τότε ατίθαση ζωή του.  Παρόλα αυτά η Μοίρα δεν έχει παίξει ακόμα το τελευταίο της χαρτί.  Και αυτό το τελευταία θα είναι και το πιο σκληρό για τον Noah…

Αν έχω πει κι αν έχω πει οτι ο ασιατικός και ανεξάρτητος, βρετανικός κινηματογράφος είναι από τους αγαπημένους μου, και τέτοιες ταινίες όπως το “Dangerous Parking” με κάνουν να στηρίζω την άποψή μου αυτή, κάθε φορά και περισσότερο.
Η ταινία ακολουθεί την κλασική, indie μορφή ανάλογων βρετανικών film η οποία επηρεάζει κάθε τι μέσα της: από τις ερμηνείες και την απόδοση του story, μέχρι την πρόζα, τη φωτογραφία, τη μουσική και κυρίως τη σκηνοθεσία.  Στη προκειμένη περίπτωση σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής είναι το ένα και το αυτό πρόσωπο.
Το γεγονός οτι ο Peter Howitt σκηνοθετεί παράλληλα την ταινία στην οποία κρατά τον κεντρικό ρόλο, σίγουρα δεν είναι κάτι το πρωτότυπο, καθώς έχει γίνει πλέον πανάκεια αυτή η πολλαπλή δράση των σκηνοθετών.  Εκεί όμως που έγκειται η πρωτοτυπία είναι πως η ιστορία η οποία πραγματεύεται μπροστά μας, αφορά τη ζωή και την προσωπικότητα ενός χαρακτήρα, τονίζοντας ακόμη περισσότερο την αυτοαναφορικότητα του ίδιου του κινηματογράφου, όπως τουλάχιστον τον συναντούσαμε παλιά, την εποχή δηλαδή των μεγάλων σκηνοθετών.
Η δημιουργία κινηματογράφου για τον κινηματογράφο, αποτελούσε από πάντα στοιχείο σπουδαίων σκηνοθετών όπως ο Godard ο οποίος έβαζε τους ηθοποιούς του να μιλούν κατευθείαν στην κάμερα, προκειμένου να καταστήσει σαφές οτι τελικά αυτό που βλέπουμε, είναι μια μυθοπλασία.  Στα ίδια χνάρια έχουν πατήσει και πιο σύγχρονοι όπως ο Kiarostami και ο Bella Tar.  Μπορεί ο Howitt να μην διαθέτει το εύρος ή και το ‘βαρύ’ καλλιτεχνικό (εάν μπορώ να το θέσω έτσι) προφίλ των παραπάνω σκηνοθετών, παρόλα αυτά με έναν πολύ έξυπνο και σύγχρονο τρόπο, κατόρθωσε να χτίσει την ταινία του πάνω σε αυτή ακριβώς  τη βάση: να κάνει μια κινηματογραφική ταινία για το έμψυχο υλικό της.  Τον σκηνοθέτη.

Αν δε θυμάστε το όνομα του Howitt να σας φρεσκάρω λιγάκι τη μνήμα και να σας υπενθυμίσω πως είναι ο δημιουργός της ταινίας “Sliding Doors” (1998) της μοναδικής για εμένα ταινίας στην οποία βρήκα έστω αφηρημένα καλή την Gwyneth Paltrow, ενώ στο ενεργητικό του μετράει και το πρώτο “Johnny English” (2001) με τον Rowan Atkinson.  Αν δει κανείς το “Dangerous Parking” καταλαβαίνει δυο πράγματα: 1) οτι βρίσκεται σε εντελώς διαφορετικό επίπεδο με οτι είχε μέχρι στιγμής κάνει και 2) οτι είναι σίγουρα η καλύτερη μέχρι τώρα, δουλειά της καριέρας του.
Η ταινία βασίζεται στην ομώνυμη νουβέλα του συγγραφέα Stuart Browne και παρουσιάζει με τρόπο δραματουργικό, χιουμοριστικό και σε πολλές στιγμές σουρεαλιστικό, μια συγκεκριμένη περίοδο της ζωής αυτού του ιδιόμορφου χαρακτήρα που ακούει στο όνομα Noah Arkwright.
Δε θα ήθελα να κάνω spoil μια σημαντική στιγμή στη πορεία της ταινίας, για τον λόγο αυτό θα περιοριστώ σε μια γενική εικόνα που αποκόμισα από το σύνολο της ταινίας.

Αρχικά όλη η αίσθηση που αποπνέει είναι αυτή της ‘ζήσε τη κάθε στιγμή της ζωής σου, σαν να μην υπάρχει αύριο’, γεγονός που μόνο γοητευτική μπορεί να είναι, ιδιαίτερα όταν λειτουργεί στα πλαίσια μιας βρετανικής παραγωγής.  Εκεί στη μουντή Αγγλία έχουν την ικανότητα οι σκηνοθέτες να κάνουν το βροχερό και κρύο καιρό, κομμάτι της ταινίας τους.  Ο γκρίζος ουρανός, οι νοτισμένοι δρόμοι και η ρουφηγμένη από χρώματα ατμόσφαιρα, έρχεται από την άλλη πλευρά σε έντονη αντίθεση με τη πολύβουη ζωή του πρωταγωνιστή, ο οποίος κάνει οτι γουστάρει και δε δίνει και λογαριασμό σε κανέναν.  Πίνει, μεθάει (ξερνάει επίσης), πηδάει, και πάλι από την αρχή, δίνοντας αφενός την εντύπωση μιας πραγματικά cult, δημιουργικής φυσιογνωμίας, αφετέρου όμως μια προσωπικότητας που μπορεί να έχει οδηγηθεί και σε καλλιτεχνικό (πέρα δηλαδή από το εμφανώς υπαρξιακό) τέλμα.
Ο Noah είναι ένας κλασικός τύπος, ο οποίος δεν δέχεται το γεγονός οτι βρίσκεται και σε μια ηλικία που πλέον τέτοιου είδους συμπεριφορές είναι περισσότερο γραφικές, παρά γοητευτικές.  Το γεγονός οτι ο Ray, ο πιο κοντινός του ίσως άνθρωπος, βρίσκεται στο πλευρό του ευθύς εξαρχής δεν είναι τυχαίο, καθώς αποτελεί έναν από τους βασικούς ήρωες που βοηθούν στην εξέλιξη της πλοκής, η οποία από το δεύτερο μισό της ταινία και μετά πάει να γίνει πολύ δραματική, αλλά σώζεται.  Σώζεται χάρη στην ειλικρίνεια, την ωμότητα και την πραγματική ρεαλιστικότητα με την οποία αντιμετωπίζονται οι αναπόφευκτες καταστάσεις από τους ήρωες. 

Όλες έτσι κι αλλιώς οι ερμηνείες στη συγκεκριμένη ταινία διαπνέονται από τη φλεγματική γοητεία που διαθέτουν παρόμοια films και την ανάλογη τρέλα που περιμένει κανείς από το cast.
Η σκηνοθεσία είναι νομίζω από τα καλύτερα πράγματα που έχω δει τελευταία, καθώς καταφέρνει και δένει τον παραληρηματικό κόσμο (ο οποίος βρίσκεται συνήθως στο πιωμένο μυαλό του Noah) με τον πραγματικό.  Μέσα από πολλαπλά cuts, σουρεαλιστικά σκηνικά, ταπετσαρίες που…τραγουδάνε και έτερες ιδιάζουσες προσωπικότητες, η πλοκή ξεδιπλώνεται εύκολα χάρη στην αφηγηματικότητα του κεντρικού ήρωα, αλλά και τον κατακερματισμό του χωροχρονικού πλαισίου μέσα στο οποίο αυτή λαμβάνει χώρα.
Για να το εξηγήσω λιγάκι καλύτερα αυτό, εννοώ πως η σκηνοθεσία έχει μια ιδιαιτερότητα ως προς την ακολουθία μιας συγκεκριμένης πορείας και αυτό γιατί παρουσιάζει διαφορετικές πτυχές από τη ζωή του χαρακτήρα, οι οποίες πολλές φορές προέρχονται ακόμα και από γεγονότα τα οποία όμως εμείς δεν έχουμε δει ακόμα να συμβαίνουν.  Παρόλα αυτά παρουσιάζονται σαν μια βιωμένη πραγματικότητα, μόνο για να έρθει το επόμενο πλάνο και να επιβεβαιώσει αυτό που είχαμε δει πριν λίγο.  Παρελθόν, παρόν και μέλλον (το οποίο για εμάς είναι ακόμα μέλλον, για τον ήρωα έχει ήδη γίνει παρελθόν) εμπλέκονται με ένα έξυπνο τρόπο, καθιστώντας την σκηνοθεσία απολαυστική και την εξέλιξη της υπόθεσης ακόμα πιο ενδιαφέρουσα, από την κλασική, απλή παράθεση των γεγονότων.

Συνοψίζοντας θα έλεγα οτι το “Dangerous Parking” είναι μια ταινία με τα όλα της: καυστικό χιούμορ, αθυροστομία, ευτράπελα, αλλά και δράμα, συγκίνηση και ομορφιά.  Ή αλλιώς British cinema at its best.  Ναι ναι και αυτό.  Όσοι έχετε δει το “Cashback” είμαι σίγουρη οτι θα την εκτιμήσετε.  Δείτε την σαν ένα “Cashback” ενηλίκων.  Πολύ καλή ταινία, με τη πρώτη ευκαιρία δείτε την.

Τι έμαθα από τη ταινία: Οτι ο Noah μου θύμιζε ολοένα και περισσότερο τον Gary Oldman, o οποίος νομίζω θα ήταν επίσης εξαιρετικός στο ρόλο, οτι είναι κλασικός, indie κινηματογράφος και τον αγαπώ και οτι απλά…δείτε την ρε παιδί μου!

No trivia

ΤΟ ΤΑΙΝΙΑΚΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

Invention of Love, by Andrey Sushkov

Troll Hunter (a.k.a Trolljegeren): A complete survival guide

Hey there!  Σας χαιρετώ για μια ακόμη φορά και σας καλωσορίζω στο cinemaδιάρικο blog μου (χειροκρότημα).  Σήμερα και μετά από την απογοήτευση στη Νύχτας Πρεμιέρας του Δαναού (κάθε πρώτη Δευτέρα του μήνα παίζεται μια πρεμιέρα-έκπληξη) που έπαιξε το “Ides of March” (απογοήτευση γιατί το έχω ήδη δει στις άλλες Νύχτες Πρεμιέρας), είπα να σας προτείνω ένα εργάκι που έτυχε να δω λίγες μόνο μέρες πριν από την προβολή του στις φετινές Νύχτες Πρεμιέρας.  Όταν μάλιστα ανακοινώθηκε το πρόγραμμα του φεστιβάλ και πρόσεξα οτι θα παιζόταν και αυτή, ήθελα απεγνωσμένα να προλάβω να την ανεβάσω στο blog, προκειμένου να σας δώσω μια μικρή πρόγευση του τι θα βλέπατε, όσοι την επιλέγατε.  Επειδή όμως εκείνες τις δυο εβδομάδες ήμουν κάπως στον κόσμο μου, δεν πρόλαβα.  Συνεπώς αποφάσισα να γράψω γι’ αυτήν τώρα.  Κάλλιο αργά, παρά ποτέ!  Οι fan του είδους σίγουρα θα την απολαύσουν, οι υπόλοιποι βρείτε καμιά άλλη καλύτερα…ε τόσες σας έχω προτείνει από εδώ μέσα, μπαααα! (χειροκρότημα και επευφημίες).

Μια παρέα φοιτητών αποφασίζουν να ερευνήσουν μια σειρά από μυστηριώδεις θανάτους καφέ αρκούδας, κάπου στα βουνά της Νορβηγίας.  ‘Οταν θα πάρουν στο κατόπι έναν οχι και τόσο φιλικό κυνηγό τον Hans (Otto Jespersen), από τον οποίο θα απαιτήσουν μερικές δηλώσεις σχετικά με την περίεργη κατάσταση που φαίνεται να εκτυλίσσεται στην τοπική πανίδα, τα πράγματα θα εξελιχθούν τελείως διαφορετικά.  Οι νεαροί σπουδαστές θα βρεθούν αντιμέτωποι με τον εθνικό τους μύθο, ο οποίος είναι ολοζώντανος, τεράστιος και πολύ απειλητικός.  Τα Troll είναι αληθινά…
Ο σκηνοθέτης Andre Ovredal (ή όπως στο καλό προφέρεται το όνομά του) δημιούργησε ένα ευκολοχώνευτο, indie ταινιάκι που έχει λίγο απ’ όλα: προσφέρει σασπενσικές στιγμές, ελάχιστες σπλάτερ πιτσιλιές και μαύρο χιούμορ, πατώντας πάνω στην κλασσική μυθολογία των Troll η οποία αποτελεί έτσι κι αλλιώς αναπόσπαστο κομμάτι της παράδοσης των σκανδιναβικών χωρών της Ευρώπης.  Εντυπωσιακό είναι πάντως και το γεγονός, πως αν και ο Overdal ντεμπουταρίστηκε το 2000 με το ταινιάκι “Future Murder” το οποίο μάλιστα γνώρισε και σχετική επιτυχία, αποτελόντας την πρώτη ταινία μεγάλου μήκους που γυρίστηκε στην σχολή του (Brooks Institute of Photography), εδώ στην μόλις δεύτερη προσπάθειά του, τα καταφέρνει μια χαρά, καθώς και πιστός μένει ως προςς την απόδοση των ποικίλων χαρακτηριστικών των κακών Troll, αλλά και με την πιασάρικη χρήση της ‘ερασιτεχνικής κάμερας’ πετυχαίνει να σκηνοθετήσει μια περιπέτεια φαντασίας που σε κρατάει σε αγωνία μέχρι και το πέρας των εκατό περίπου λεπτών που διαρκεί.

Για πολλούς το “Troll Hunter” αποτέλεσε το mockumentary της χρονιάς και μάλλον έχουν δίκαιο.
Ο όρος “mockumentary” (από τις λέξεις mock=κοροϊδεύω και documentary) χρησιμοποιείται για να περιγράψει ταινίες οι οποίες αν και έχουν την μορφή ντοκιμαντέρ (με βασικότερο χαρακτηριστικό τη γνωστή μας τρεμάμενη κάμερα), δεν αποτελούν εντούτοις αληθινό υλικό, actual footage και τις περισσότερες φορές έχουν ως στόχο είτε να σχολιάσουν τρέχοντα γεγονότα, είτε να καυτηριάσουν και να διακωμωδήσουν την ίδια την φύση του ντοκιμαντέρ.  Στην προκειμένη περίπτωση ο στόχος που επιτυγχάνεται είναι η πρόκληση της αγωνίας και στη συνέχεια του τρόμου, όταν ο θεατής έρθει σε επαφή με τα ίδια τα Troll.  Παρόλα αυτά ακόμα και εδώ η τεχνική του mockumentary δεν ξεφεύγει απόλυτα από την δημιουργία χιουμοριστικών καταστάσεων και τραγελαφικών ευτράπελων, ακόμα και όταν μιλάμε για μια ομάδα παιδιών που προσπαθούν να σώσουν τα τομάρια τους από τα τρομακτικά αυτά πλάσματα.  Και η αλήθεια είναι οτι στο “Troll Hunter” αυτή ακριβώς η ‘ερασιτεχνική ματιά’ είναι που το κάνει τόσο καλό.  Σε διαφορετική περίπτωση εάν ο σκηνοθέτης μας ακολουθούσε μια πιο πεπατημένη οδό και συμβατική σκηνοθεσία, τότε θα μιλούσαμε για μια ακόμη θριλερική ταινιούλα, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον.  Ή ακόμα χειρότερα, δε θα μιλούσαμε καθόλου…

Από την δεκαετία του ’80 μέχρι και σήμερα, το είδος του mockumentary έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον σε επιτυχημένες ή λιγότερο γνωστές ταινίες.  Το 1983 ο Woody Allen σκηνοθέτησε την ντοκιμαντερίστικη ταινία “Zelig”, με πρωταγωνιστή έναν ταλαντούχο άνδρα που μπορούσε να μοιάζει και να μιμείται οποιονδήποτε βρισκόταν γύρω του.  Σήμερα ο κινηματογράφος μετράει πολλές τέτοιου είδους ταινίες, οι οποίες  στο σύνολό τους ανήκουν στο είδος των horror movies ή των ψυχολογικών/μεταφυσικών θρίλερ.  Το “The Blair Witch Project” (1999) είναι το κατεξοχήν παράδειγμα mockumentary τρόμου.  Με περιορισμένο budjet και ένα cast που δοκιμαζόταν διαρκώς από το συνεργείο, είτε επειδή εσκεμμένα δεν γνώριζαν το σενάριο, είτε εξαιτίας της θεμιτής τρομοκρατίας που είχαν υποστεί (προκειμένου να είναι αυθεντικότερες οι αντιδράσεις τους), αποτέλεσε μια από τις πιο επιτυχημένες ταινίες, με εισπράξεις που έφτασαν τα $250 εκατομμύρια στο παγκόσμιο box office, την στιγμή που τα χρήματα που δαπανήθηκαν για την δημιουργία του ανέρχονταν στα $60 χιλιάδες!!  Από τότε η φήμη της αληθινής ιστορίας και του αυθεντικού υλικού συνεχίζεται μέχρι και σήμερα και αποδεικνύει οτι ο άνθρωπος είναι πολύ πιο δεκτικός όταν ο τρόμος, του παρουσιάζεται ιδωμένος μέσα από πραγματικές συνθήκες και βιωμένος από απλούς ανθρώπους.  Όταν μάλιστα αυτοί έχουν εξαφανιστεί, κληροδοτώντας στις επόμενες γενιές παρολαυτά τις ξεχασμένες/χαμένες περιπέτειες που τους οδήγησαν στον θάνατο, τότε πραγματικά μιλάμε για την ικανοποίηση της ηδονοβλεπτικής ανάγκης του ανθρώπου που παρακολουθεί τις τελευταίες μέρες, ώρες και στιγμές κάποιων που πιθανότατα είναι…dead already.  Sweet!

Στο “Troll Hunter” αυτό που σε κερδίζει στα σίγουρα είναι το πόσο πιστά τελικά έχουν αποδοθεί τα μυθικά τέρατα.  Σύμφωνα με την σκανδιναβική παράδοση και τη μυθολογία, τα Trolls κατοικούν σε απομονωμένα βουνά, δάση και σκοτεινές σπηλιές, οπού πολλές φορές ζουν ανά ομάδες.  Χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα είναι το πολύ μεγάλο τους μέγεθος και η πολύ ιδιαίτερη ασχήμια τους, καθώς το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν, μοιάζει να αλληλεπιδρά με την φύση του, κάνοντάς τα να μοιάζουν με κινούμενους όγκους γεμάτους από ξερόκλαδα, φύλλα, πέτρες και σκληρό, αδιαπέραστο δέρμα.  Επίσης έχουν την δυνατότητα να ζουν για πολλά, πολλά χρόνια και φυσικά διαθέτουν τεράστια δύναμη, ενώ ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο μπορούν να πεθάνουν είναι όταν εκτίθενται στο φως, οπού και μετατρέπονται σε πέτρα.  Η αλήθεια βέβαια είναι πως τις περισσότερες φορές το μέγεθος και η ισχύς τους είναι αντιστρόφως ανάλογα της ευφύϊας του, καθώς θεωρείται οτι είναι μάλλον slow-witted, παρά έξυπνα.  Ας μην ξεχνάμε και το γεγονός οτι κάποια από αυτά είναι…ανθρωποφάγα.  Επίσης πολύ ενδιαφέρουσα είναι και η θεωρία οτι τα Troll έχουν την ικανότητα να αντιλαμβάνονται με κάποιον τρόπο όποιον είναι…Χριστιανός και κατ’επέκταση να τον σκοτώνουν, τονίζοντας ενδεχομένως ακόμα περισσότερο την σατανική τους φύση, ως πλάσματα του κακού.  Μαζέψτε τώρα όοολα αυτά και σκεφτείτε τα ενταγμένα σε αυτό το φιλμάκι.  Πιστέψτε με είναι πολύ καλύτερο από αυτό που φαντάζεστε.  Έξαλλου όπως και να το κάνουμε το “Troll Hunter” πρωτοτυπεί όσον αφορά την υπόθεση, καθώς βασίζεται σε μια κοινά παραδεκτή ιστορία: αυτή της μυθολογικής υπόστασης των Troll.  Σε αντίθεση με άλλες τέτοιου είδους ταινίες, εδώ υπάρχει ένα ‘ρεαλιστικό’ υπόβαθρο πάνω στο οποίο χτίζεται η ιστορία μας.  Στο “Cloverfield” (2008) ένα αγνώστου ταυτότητος τέρας εισβάλει στην Νέα Υόρκη και τα κάνει όλα μπάχαλο, στο “Paranormal Activity” (2007) μια δαιμονική ύπαρξη στοιχειώνει την νεαρή πρωταγωνίστρια, ενώ στο “Rec” (2007) οι ένοικοι μιας πολυκατοικίας μετατρέπονται σε αδηφάγα ζόμπι εξαιτίας ενός άγνωστου ιού.  Από την μια τρόμος, αίμα και αγωνία που βασίζονται στον αρχέγονο τρόμο του ανθρώπου απέναντι στο άγνωστο, την ιδέα ενός απέθαντου πλάσματος, ενός θανατηφόρου ιού και μιας άυλης, φαντασματικής απειλής.  Από την άλλη, μυθολογία με σάρκα και οστά, κομμάτι της ανθρώπινης παράδοσης, ηθών και εθίμων.  Εκεί ακριβώς έγκειται και η ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στο περιεχόμενο του “Troll Hunter” και άλλων, παρόμοιων ταινιών.

Γενικά το “Troll Hunter” είναι μια διασκεδαστική ταινία, ακόμα και όταν η αγωνία χτυπάει κόκκινο.  Η χρήση της κάμερας αποδίδει τα μέγιστα, εάν μάλιστα αναλογιστεί κανείς οτι το μεγαλύτερο μέρος της διαδραματίζεται το βράδυ.  Ανάμεσα σε πυκνά δέντρα, κλειστοφοβικές σπηλιές και ανοιχτά, χιονισμένα τοπία, οι πρωταγωνιστές αγωνίζονται για την ζωή τους, αν και σε κάποια στιγμή αρχίζεις να αμφιβάλεις για τον ποιος είναι τελικά ο πραγματικός κίνδυνος από τον οποίο πρέπει να ξεφύγουν.  Στα σίγουρα συν της ταινίας είναι και τα ίδια τα Troll τα οποία έχουν αποδοθεί τέλεια, μέχρι και στην παραμικρή τους λεπτομέρεια, ενώ φαντάζουν πέρα για πέρα αληθινά.
Δε μπορούμε βέβαια να βασιστούμε στις ερμηνείες των ηθοποιών, αν και αυτή του Jespersen είναι τόσο κυνική και μονόχνοτη όσο πρέπει.  Θα υπάρχουν σίγουρα και μερικές δυσκολίες στην κατανόηση της προέλευσης των Troll, όμως υπάρχει μια σκηνή μέσα στην ταινία στην οποία ο Hans εξηγεί στους φοιτητές μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια σχετικά με το background των πλασμάτων αυτών, ένα καλό εύρημα το οποίο φαίνεται να απευθύνεται περισσότερο σε εμάς τους θεατές, παρά στους νεαρούς της ταινίας.
Have Fun!

Μερικά από τα σχέδια της ταινίας:

Τι έμαθα από την ταινία:  Οτι τα Troll είναι πραγματικά (τι άλλο;), οτι αν είσαι Χριστιανός την έχεις σίγουρα πατήσει (μπροστά σε ένα τέτοιο τερατούργημα δήλωσε καλύτερα άθεος και προς Θεού μην προσευχηθείς!-φτου είπα προς Θεού!), και οτι εάν διαθέτεις 4Χ4 με μεγάλους, υπερφωτεινούς προβολείς τότε είσαι πολύ μάγκας και μάλλον θα την γλυτώσεις.  Μάλλον…

 Φοβερό trivia:
  • Αναμένεται σύντομα το remake του από το Hollywood.  Νομίζατε οτι θα του ξέφευγε ε;  Χα είστε γελασμένοι….

H TV ΣΗΜΕΡΑ….
ET1: 22:30, Persepolis.  Tο υποψήφιο για Oscar κοινωνικοπολιτικό animation της Marjane Satrapi, που με χιουμορ και αλήθειες, παρουσιάζει την σταδιακή ενηλικίωση της μικρής Marjane από την εποχή της Ισλαμικής Επανάστασης, μέχρι και τα σύγχρονα χρόνια ζωής της στο Παρίσι. 

Cya!

Rec: Τρόμος, a la ισπανικά…

Χαιρετώ!  Λοιπόν σήμερα έχουμε καλή ταινία me zombies.  Yeah!  Συγκεκριμένα το “Rec” το οποίο έχει βγεί εδώ και 4 χρονάκια κοντά (πότε πέρασαν τόσα;..).  Μόλις πριν λίγες μέρες είδα στο video club οτι έχει βγει και “Rec 2” και κατάλαβα οτι έχω μείνει λίγο πίσω, μιας που θα έπρεπε να την έχω ανεβάσει καιρό τώρα, για να μπορέσω αργότερα να δω και το 2 και να ανέβει στο blog αν είναι τόσο καλό, όσο και το πρώτο.  Οπότε καλή αφορμή το καινούριο, για να γράψω το πρώτο.  So…

Η Angela Vidal, είναι μια δημοσιογράφος που έχει αναλάβει να κάνει ένα βραδινό ρεπορτάζ σε έναν πυροσβεστικό σταθμό, προκειμένου να δείξει από κοντά τον τρόπο με τον οποίο προετοιμάζονται οι πυροσβέστες και τις δυσκολίες του επαγγέλματός τους.  Κατά τη διάρκεια του γυρίσματος, ο σταθμός λαμβάνει μια επείγουσα τηλεφωνική κλήση για μια ηλικωμένη που έχει παγιδευτεί στο σπίτι της.  Η δημοσιογράφος, μαζί με το συνεργείο, θα ακολουθήσουν τους πυροσβέστες μέχρι το σπίτι της γυναίκας, μιας που θα αποτελέσει μιας πρώτης τάξεως υλικό για το ρεπορταζ τους.  Σύντομα τα πράγματα θα πάρουν δραματική τροπή, όταν βρεθούν αντιμέτωποι με τους…αλλαγμένους ενοίκους της πολυκατοικίας οι οποίοι διψούν για το αίμα τους.  Σαν να μη φτάνουν όλα αυτά, η αστυνομία θα βάλει σε καραντίνα το κτίριο, με αποτέλεσμα το συνεργείο και οι μη μολυσμένοι ένοικοι, να μην έχουν πλέον καμία έξοδο διαφυγής και να αναγκαστούν να αγωνιστούν για τη ζωή τους, με οτι μέσα διαθέτουν…
Μου έχει τύχει πολλές φορές να έχω δει κάποια ταινία από σπόντα, ή να μη μου γεμίζει και πολύ το μάτι στην αρχή, και τελικά να αποδειχθεί οτι πρόκειται για πολύ καλή ταινία.  Το “Rec” είναι μια από αυτές που την είδα από σπόντα.  Είχα πάει το καλοκαίρι που είχε βγεί, με έναν φίλο μου και έπαιζε ένα σωρό άλλες αηδίες, οπότε βλέποντας το στο πρόγραμμα είπαμε ‘δε βαριέσαι, πάμε να δούμε αυτό’.  Όταν τέλειωσε δε μπορούσα να το πιστέψω οτι είδα κατά τύχη μια τόσο καλή ταινία και μάλιστα με ένα από τα favorite themes για εμένα, τα zombies.  Ισπανικά και zombies?  Fuck yeah! 😛
Αυτό που μου άρεσε πολύ, ήταν η σκηνοθεσία, γιατί το βρήκα πολύ έξυπνο το να παρακολουθείς μια ταινία, μέσα σε μια άλλη ταινία.  Ουσιαστικά βλέπουμε το γύρισμα του δημοσιογραφικού συνεργείου και η κάμερα βρίσκεται εκεί, προκειμένου να σκηνοθετεί τη δράση μιας άλλης κάμερας.  Μπορεί να ακούγεται λίγο μπερδεμένο ή ακόμη και κουραστικό, αλλά δεν ήταν καθόλου έτσι.  Ο τρόπος σκηνοθεσίας είναι ο ίδιος με την τεχνική που χρησιμοποιήθηκε σε ταινίες όπως το “Blair Witch Project” και το “Cloverfield”, ο οποίος αποτελεί και προσωπική μου ευχαρίστηση.  Είναι αυτό το λίγο αληθινό, λίγο του πανικού, που δε ξέρεις από που θα σου’ρθει και τι είναι αυτό που βασικά θα σου’ρθει.  Είναι ωραίο γιατί δεν αποκαλύπτει πράγματα, παρά μόνο τη στιγμή που θα πρέπει να αποκαλυφθούν.  Τότε με ένα απλό πλάνο γίνεται η δουλειά και συνήθως αρπάζεις μια τρομάρα που είναι όλη δική σου.  Οπότε νομίζω οτι και στη προκειμένη περίπτωση του “Rec”, ο τρόπος με τον οποίο σκηνοθετήθηκε, είναι ο ιδανικός.  Ακόμα καλύτερο βρίσκω τον τρόπο με τον οποίο έχει δομηθεί όλο το σκηνικό, κατά έναν κλιμακωτό τρόπο.  Βλέπουμε τους πρωταγωνιστές στην αρχή στον χώρο του εισογείου και στη συνέχεια να εξερευνούν και τους πάνω ορόφους, με ομολογουμένως, μεγάλη επιτυχία!  Το καλό με αυτό είναι οτι σε συνδυασμό με την σκηνοθεσία, πραγματικά δε ξέρεις τι θα δεις μπροστά σου.  Όταν μάλιστα μιλάμε και για σκοτεινούς διαδρόμους και σιωπηλά διαμερίσματα όπως εδώ, τότε καταλαβαίνεις οτι κάτι δε πάει καθόλου, μα καθόλου καλά.  Μέχρι που έρχεται και η στιγμή να καταλάβεις το γιατί…
Η ταινία θεωρώ οτι είναι από τις καλύτερες, νέες ταινίες σχετικά με zombies, αν αναλογιστεί κανείς οτι οι πραγματικά καλές καινούριες είναι μετρημένες  στα δάχτυλα. Αυτή σίγουρα είναι μέσα, γιατί έχει και ένα story, που σε κάποιες στιγμές είναι αφόρητα ρεαλιστικό.  Επίσης είναι πολύ κλειστοφοβικό, γεγονός που το κάνει ακόμα καλύτερο, γιατί απλά όλη η δράση περιορίζεται σε έναν συγκεκριμένο χώρο, και δεν απλώνει σε βαθμό που να καταντάει συνηθισμένη και ολίγον βαρετή. 
Μη περιμένετε να δείτε ερμηνείες αυτή τη φορά.  Θα ακούσετε όμως μερικά καλά ουρλιαχτά και μια από τις πιο εύηχες γλώσσες που υπάρχουν out there, τα ισπανικά.  Επίσης η ατμόσφαιρα της ταινίας είναι ιδανική, αφού συνδυάζει την κλειστοφοβική αίσθηση που σου προκαλεί ένα σκοτεινό και κλειδαμπαρωμένο μέρος, με τον πάντα καλό τρόμο, που προσφέρει μια ομάδα σιχαμερών και αιματοβαμένων ζομπι.
Δε ξέρω ποιό είναι το χαρακτηριστικό που την έκανε να μοιάζει τόσο πετυχημένη στα δικά μου μάτια τουλάχιστον.  Ίσως το γεγονός οτι αποτελεί ευρωπαϊκή παραγωγή και ξεφεύγει με κάποιον τρόπο από τα συνηθισμένα που έχουμε δει να επαναλμβάνονται τόσες φορές, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.
Προκαλεί άνετα τον τρόμο, κυρίως σε ξαφνικές στιγμές, εκεί που δε το περιμένεις και σίγουρα οι fan θα την λατρέψουν (εάν δε την έχουν ηδη δει).  Έχει μπόλικο κυνηγητό μέσα στη πολυκατοικία, αρκετές gory σκηνές, αγωνία και απελπισία από τους ήρωες, σε γενναίες δόσεις.  Τώρα που το σκέφτομαι, έχει επίσης ένα πολύ καλό τέλος, από αυτά που μου αρέσουν και τα εκτιμώ ιδιαίτερα….Try it…
Όσοι δυστυχώς είδατε το “Quarantine”, την αμερικάνικη δηλαδή version, περαστικά σας.  Δείτε την original και μη μπείτε καν στον κόπο να κάνετε σύγκριση…

http://www.youtube.com/watch?v=OeaUokzE9fI
Πολύ καλό επίσης το traileraki της.


TRIVIA
  • Η ταινία σκηνοθετήθηκε σε αληθινές τοποθεσίες.  Δε έγιναν γυρίσματα σε studio ή χώρους ειδικά κατασκευασμένους.
  • Αρχική ιδέα ήταν η ταινία να έχει να κάνει με ρεπορταζ για αστυνομικούς και οχι πυροσβέστες, δεδομένης της μεγαλύτερης αποδοχής που έχουν από το κοινό και ιδιαίτερα μετά από την 9/11. (…)
  • Η πρωταγωνίστρια Manuela Velasco, είναι στην πραγματικότητα ρεπορτερ για την τηλεόραση στην Ισπανία.
  • Μια ακόμη ταινία στην οποία οι ηθοποιοί δεν είχαν λάβει ολόκληρο το σενάριο, μέχρι το τέλος, προκειμένου οι αντιδράσεις τους να είναι πιο αληθοφανείς.
(Πηγή IMDB)

H TV ΣΗΜΕΡΑ….
STAR: 21:00, Defiance, με τους Daniel Craig, Liev Schreiber.  Πολεμική ταινία, που επικεντρώνεται στη προσπάθεια τριών αδεφλών να εκδικηθούν για τον θάνατο των αγαπημένων τους και να σώσουν παράλληλα όσους άλλους ανθρώπους μπορούν, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου.
ANT1: 21:00, Ironman, με τους Robert Downey Jr., Gwyneth Paltrow, Jeff Bridges, Terrence Howard.  Περιπέτεια φαντασίας, με έναν από τους πιο αγαπημένους ήρωες comic.  Ο ιδιόρρυθμος εκατομμυριούχος, Tony Stark αιχμαλωτίζεται από τρομοκράτες, που του ζητούν να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις του, για την κατασκευή υπερσύγχρονων όπλων.  Εκείνος προτιμάει να κατασκευάσει μια υπερ-πανοπλία και να τα διαλύσει όλα, υπηρετόντας το κοινό καλό.  Robert for President…
Μη ξεχάσετε, αύριο σας θέλω όλους εδω.  Έχουμε νέα ψηφοφορία με favorite crime/detective thrillers!

Cya tommorowzzz

The Blair Witch Project: Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα….

Χαιρετώ και πάλι guyz!.  Today ήθελα να ανεβάσω κάτι σε πιο θριλεράκι, έτσι λίγο να φοβηθούμε κάπως.  Προσπαθώ βασικά να κρατώ μια ισορροπία ανάμεσα στις ταινίες που ανεβαίνουν στο Blog κάθε μέρα, γιατί δε θέλω για παράδειγμα να βάζω 3-4 θρίλερ μαζί ή να μπουκώνω με κοινωνικοδραματικά κλπ.  Οπότε προσπαθώ να υπάρχει μια μεγαλύτερη ποικιλία.  Για τα new arrivals προσπαθώ να βλέπω όσα περισσότερα μπορώ, και να σας τα προτίνω αλλά όπως καταλαβαίνετε επειδή σίγουρα δεν είναι όλα άξια :P, γι’αυτό τον λόγο ανεβαίνουν 1-2 την εβδομάδα.  Σήμερα λοιπόν, αν και πιστεύω οτι πολλοί το έχετε ήδη δει, θα σας πω δυο πράγματα για την ταινία που νομίζω οτι ήταν η αιτία για όλες τις υπόλοιπες, του είδους.  Blair Witch Project…

 

Το story της ταινίας αποτέλεσε μια μεγάλη πρωτοτυπία, κυρίως στο είδος των ταινιών τρόμου.  Στη συγκεκριμένη περίπτωση τρες φοιτητές που είχαν αναλάβει να γυρίσουν μια ταινία, χάθηκαν ξαφνικά τον Οκτώβριο του 1994, σε ένα δάσος κοντά στο Maryland, στις ΗΠΑ. Μετά από την εξαφάνισή τους, το μόνο που βρέθηκε ήταν η κάμερα, με την οποία είχαν καταγράψει οτιδήποτε τους είχε συμβεί μέχρι την στιγμή που χωρίς απολύτως κανένα ίχνος, χάθηκαν και οι τρεις.
Η καλύτερη διαφήμηση για την ταινία ήταν αδιαμφισβήτητα η φήμη που ξεκίνησε από τους συντελεστές της, οτι δηλαδή πρόκειται για πραγματικό περιστατικό και οτι όντως οι τρεις φοιτητές δεν βρέθηκαν ποτέ ξανά.  Αυτό είχε άμεσο αντίκτυπο και δημιούργησε ένα ολόκληρο κύμα, διψασμένων θεατών οι οποίοι ήθελαν πάση θυσία να δούν αυτές τις ‘τελευταίες’ στιγμές των παιδιών.  Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα μια ταινία που γυρίστηκε με μόλις 22.000 δολάρια, να αποφέρει παγκοσμίως 250 εκατομμύρια δολλάρια!.  Έτσι έγινε για πολλά χρόνια η πιο επιτυχημένη ταινία, δεδομένου του budget που χρησιμοποιήθηκε για να γυριστεί.  Βέβαια ένα από τα αξιοπερίεργα γύρω από την ταινία είναι οτι και σήμερα εξακολουθούν να υπάρχουν άτομα που πιστεύουν οτι πρόκειται για πραγματικό γεγονός, άσχετα αν λίγο καιρό μετά το release της ταινίας, παραδέχτηκαν οι συντελεστές οτι πρόκειται φυσικά για μυθοπλασία…

Όταν έκατσα να δω την ταινία (σε μια στιγμή απίστευτης βαρεμάρας, στο video club που δούλευα, κλαψ!) ήξερα όλα τα πραγματικά γεγονότα πίσω από αυτή.  Πως γυρίστηκε, σε πόσες μέρες, γιατί δημιουργήθηκε όλος αυτός ο αστικός μύθος γύρω από την ταινία κλπ.  Παρόλα αυτά καθ’ολη τη διάρκειά της, έπιασα τον εαυτό μου να την παρακολουθεί με γουρλωμένα μάτια!.  Αν και όλη η πλοκή διαδραματίζεται σε ένα δάσος (το οποίο από μόνο του είναι ήδη creepy!) νομίζω οτι η ταινία είναι απόλυτα κλειστοφοβική.  Σε αυτό σίγουρα βοηθάει και το γεγονός των πολλών και κοντινών πλάνων που βλέπουμε σε μεγάλο μέρος της ταινίας.  Τα παιδιά ανταλλάσουν διαρκώς την κάμερα μεταξύ τους και έτσι έχουμε την δυνατότητα να παρακολουθούμε την δράση και των τριών.  Οι πολλές εναλλαγές και το χαρακτηριστικό, ‘ερασιτεχνικό’ τρέμουλο της κάμερας κάνουν την κατάσταση ακόμα πιο έντονη και ο θεατής παγιδεύεται μέσα σε αυτό το ρεαλιστικό και απόλυτα ευφυές παιχνίδι του σκηνοθέτη.  Οι ήχοι, οι φωνές, η αγωνία και ο τρόμος (οχι φόβος, αλλά γνήσιος, αρχέγονος τρόμος) χαρακτηρίζουν απόλυτα την ταινία, κυρίως από την μέση και μέχρι και το υπέεεεροχο τέλος της.
Υποτίθεται οτι οι φοιτητές αυτοί ήταν υπεύθυνοι να γυρίσουν ένα ντοκυμαντερ για τον μύθο μιας μάγισσας που είχε ζήσει πολλά χρόνια πριν και πλέον στοίχειωνε το συγκεκριμένο δάσος.  Στα σχέδιά τους ήταν να πάρουν συνεντεύξεις από τους ντόπιους και φυσικά να καταγράψουν στην κάμερα την περιοχή οπού έζησε και έδρασε η μάγισσα.  Όταν άρχισαν να συμβαίνουν τα διάφορα περίεργα, είχαν καταλήξει να είναι έδη εγκλωβισμένοι και χαμένοι μέσα στο δάσος, οπότε εκ των προτέρων τα πράγματα δεν έδειχναν καθόλου καλά.  Σίγουρα πάντως η τοποθεσία έπαιξε κυρίαρχο ρόλο στην δημιουργία της κατάλληλης ατμόσφαιρας.  Ποιός θα’θελε τέλος πάντων να χαθεί σε ένα τεράστιο και στοιχειωμένο δάσος;  Εγώ πάντως οχι…
Θεωρώ οτι το Blair Witch Project είναι από τα καλύτερα horror movies, γιατί πλέον δε μιλάμε για ψυχολογικές και διανοητικές καταστάσειες, ωστέ να αποτελεί θρίλερ, αλλά για γνήσιο τρόμο, ο οποίος εκφράζεται διαρκώς στα βλέματα, τα ουρλιαχτά και τις αγωνιώδεις προσπάθειες των πρωταγωνιστών.  Επίσης νομίζω οτι είναι η ταινία που άνοιξε τον δρόμο για όλες τις υπόλοιπες, όπως το Cloverfield (όσων αφορά την κινηματογράφηση) και φυσικά το Paranormal Activity το οποίο είχε προκαλέσει πάταγο, βασιζόμενο πάνω ακριβώς στο ίδιο μοτίβο.  Αυτό που δε μπορώ να καταλάβω είναι ο λόγος που προκάλεσε τόσο μεγάλο σούσουρο, όταν για μια ακόμη φορά κυκλοφόρησε η φήμη οτι πρόκειται για πραγματικό γεγονός.  Πως μπορείς να ξεχάσεις οτι (αρκετά ομολογουμένως) χρόνια πριν είχαμε την αρχή αυτού του είδους ταινίας;  Βlair Witch Project δαγκωτό!!.

Trailer αρνούμαι να βάλω, αφού δεν αφήνει και τίποτα για να δείτε στη ταινία, τα δείχνει όλα!.  Again…pff…

TRIVIA

  • Oι ηθοποιοί έλαβαν ένα σενάριο, γύρω στις 35 σελίδες σχετικά με τον μύθο πίσω από την ταινία.  Όλοι οι διάλογοι στην ταινία ήταν αποτέλεσμα αυτοσχεδιασμού των ηθοποιών, ενώ και τα γεγονότα που θα συνέβαιναν στο πλαίσιο της ιστορία ήταν άγνωστα στους πρωταγωνστές, συνεπώς οι εκφράσεις έκπληξης κατά την διάρκειά της, είναι αυθεντικές!.
  • Η ταινία γυρίστηκε και ολοκληρώθηκε μέσα σε μόλις 8 ημέρες!.
  • Οι 3 πρωταγωνιστές νόμιζαν οτι ο μύθος της μάγισσας, πρόκειται για πραγματικό μύθο της περιοχής.  Μόλις μετά το release της ταινίας, έμαθαν οτι πρόκειται για ιστορία που έπλασαν οι δημιουργοί της.
  • Οι συντελεστές της ταινίας προκειμένου να την προωθήσουν με έναν μάλλον….περίεργο τρόπο, αποφάσισαν να μοιράσουν αφίσες, με την λέξη Missing και τις φωτογραφίες των τριων ηθοποιών, λίγο πριν την έναρξη του φεστιβάλ των Καννών.  Μια μέρα μετά τις απέσυραν, επειδή εκείνο το διάστημα ένας τηλεοπτικός παραγωγός, είχε όντως χαθεί και έτσι δεν το θεώρησαν σωστό.  Λίγο καιρό μετά, βρέθηκε σώος και αβλαβής, αλλά οι αφίσες είχαν ήδη προκαλέσει τεράστιο ενδιαφέρον σε όσους τις είδαν.
  • Σε ένα τοπικό κολλέγιο είχαν τοποθετηθεί αφίσες, για αναζήτηση βοηθών για μια ταιινία low budget.  Μόνο μια κοπέλα απάντησε και κατέληξε να έχει μια αξιοζήλευτη εμπειρία όταν τελικά το Blair Witch έγινε τόσο μεγάλη επιτυχία.  1 μόνο άτομο;;;;.  Ασχολίαστο…
  • Οι 3 ηθοποιοί επικοινωνούσαν διαρκώς με τους δημιουργούς με walkie-talkie, προκειμένου να είναι σίγουροι οτι δε θα χαθούν μέσα στο δάσος.  Τελικά κατάφεραν να χαθούν το λιγότερο τρεις φορές….
 (Πηγή IMDB)
H TV ΣΗΜΕΡΑ….
STAR: 21:00, The Italian Job, με τους Mark Wahlberg, Edward Norton, Tharlize Theron, Jason Steitham (εννοείται!).  Κλασσική χολυγουντιανή περιπέτεια, με ληστείες, γρήγορα αυτοκίνητα, μια ωραία γυναίκα και μεγάλες κομπίνες.  Αξίεζει να την δείτε εάν θέλετε να περάσετε ευχάριστα την ώρα σας. Not bad…
Βye bye!!