Breaking Bad: All Hail the King

Ξέρετε πως βασικά το blogaki είναι για να ανεβάζει ταινίες.  Παρόλα αυτά, μια στο τόσο και όταν οι περιστάσεις το απαιτούν, βάζω και καμιά σειρά, έτσι για να ξεφεύγουμε λιγάκι και από τα καθιερωμένα.  Βέβαια το να γράψει κανείς για μια σειρά, απαιτεί να έχει δει και όσο τον δυνατόν περισσότερους κύκλους από αυτή (αν δηλαδή έχει πάρει το πράσινο φως για περισσότερους από έναν), μιας που έτσι κάποιος μπορεί να έχει στα σίγουρα μια αρκετά πιο ολοκληρωμένη εικόνα, σχετικά με το περί τίνος πρόκειται.  Έτσι λοιπόν μετά από σειρές όπως το “Dexter”, “Boardwalk Empire” και “Game of Thrones”, περνάμε στη νέα μου εμμονή, μιας που το καλοκαίρι μου έδωσε την ευκαιρία να καθίσω και κυριολεκτικά να λιώσω μπροστά στην οθόνη, ολοκληρώνοντας και την τέταρτή της σεζόν.  Όπως έχετε καταλάβει, μιλάμε φυσικά για το “Breaking Bad”, μια από τις πιο καλογραμμένες και καλοσκηνοθετημένες σειρές που έχω δει ποτέ.  Κι αν ακόμα δεν έχετε πειστεί, ίσως τα παρακάτω σας κάνουν να αλλάξετε γνώμη.

Ο Walter White (Brian Cranston), είναι μια χημική διάνοια, που παρά το τρισμέγιστο ταλέντο και την ταπεινοφροσύνη που ξεπερνάει ακόμα και αυτή του Jesus Christ, δεν έχει καταφέρει να κάνει το πολυπόθητο, μεγάλο βήμα στη ζωή του, παραμένοντας κολλημένος σε ένα τοπικό σχολείο, διδάσκοντας Χημεία.  Το γεγονός βέβαια οτι ο ίδιος είναι σαν καημένος, δε βοηθάει και πολύ τα πράγματα, μιας που ούτε δυναμικό τον λες, ούτε άτομο που υποστηρίζει την άποψή του τον λες, ούτε καν τον άντρα στη σχέση τον λες, μιας που η Skyler White (Anna Gunn), η σπαζαρχί σύζυγος, φροντίζει να τον μανιπιουλάρει και να τον έχει και λίγο μέσα στο extra extra large βρακί της, καθότι έγκυος.  Από την άλλη πλευρά και ο μεγαλύτερος γιος, Walter Jr. (RJ Mitte, ο οποίος υποδύεται έναν έφηβο με κινητικές δυσκολίες και οχι μόνο) δε φαίνεται να πολυκαταλαβαίνει την ‘αδυναμία’ του πατέρα του να ορθώσει ανάστημα με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο.
Έχουμε λοιπόν: έναν σύζυγο η αυτοπεποίθηση του οποίου είναι ένα με το πάτωμα, μια σύζυγο με τούρλα τη κοιλιά, που φυσικά δεν εργάζεται, έναν γιο με πρόβλημα υγείας και έναν μισθό που με το ζόρι φτάνει για τα απαραίτητα.  Και κάπου εδώ, έρχεται το πραγματικά ‘καλό’: o Walter πάσχει από καρκίνο στους πνεύμονες, και οι γιατροί του δίνουν γύρω στον έναν χρόνο ζωής.  Αυτό θα πει καλοτυχία.
Όταν ο καλός Walter ενημερωθεί για την κατάστασή του, θα αποφασίσει να πάρει-επιτέλους-τον έλεγχο της ζωή του στα χέρια του, και να δράσει άμεσα, προκειμένου να εξασφαλίσει οικονομικά την οικογένεια, μετά τον θάνατό του.  Και τότε κάνει το ακόμα καλύτερο: γίνεται μάγειρας κρυσταλλικής μεθαδόνης, παίρνει στη δούλεψή του έναν πρώην μαθητή(!), τον ‘τα ζώα μου αργά’ Jesse Pinkam (Aaron Paul) και πιάνει δουλειά.
Το ταλέντο του ως χημικός θα φανεί γρήγορα, όταν η μπλε, κρυσταλλική μεθαδόνη του, γίνει ανάρπαστη και ξεσηκώσει θύελλα ευφραινόμενης καρδίας στους απανταχού εμπόρους και πρεζόνια, χάρη στη pure, purest σύνθεσή της.  Ο Walt πιστεύει πως έχει πιάσει ήδη τη καλή.  Τι κρίμα που ο κουνιάδος του Hank (Dean Norris) εργάζεται για την DEA (Drug Enforcement Administration), τα μεξικάνικα ναρκω-καρτέλ δεν αστειεύονται, ο ίδιος δεν έχει ιδέα για το πως λειτουργεί το σύστημα, και ο Jesse είναι κάτι περισσότερο από άχρηστος;  Κρίμα indeed.

Από τη χρονιά που ξεκίνησε να προβάλλεται, το “Breaking Bad”, αποτέλεσε κλασικό πελάτη των Emmy Awards, αφού μόνο το 2011 δεν έλαβε κάποια υποψηφιότητα.  Έκτοτε, και μέχρι σήμερα, όλοι μιλούν για τη σειρά-φαινόμενο, που έχει καθηλώσει εκατομμύρια θεατές στους δέκτες του, εξακολουθεί να κερδίζει το ένα βραβείο μετά το άλλο, και να κρατά το ενδιαφέρον στα ύψη, ακόμα και στην 5η σεζόν, η οποία ξεκίνησε και επισήμως από τις 15 Ιουλίου.
Η αλήθεια είναι πως όταν βλέπεις μια σειρά να έχει φτάσει αισίως ως την πέμπτη σεζόν, να εξακολουθεί να κρατάει το ενδιαφέρον σου αμείωτο, και μάλιστα να βρίσκεται στην καλύτερή της στιγμή, ε τότε ο μεγάλος ντόρος γύρω από το όνομά της, καταλαβαίνεις οτι δεν είναι καθόλου τυχαίος.
Βέβαια για να λέμε και τα πράγματα με το όνομά τους, μεγάλο ρόλο παίζει στη συγκεκριμένη περίπτωση και το κανάλι από το οποίο προβάλλεται η σειρά (μιλάμε βασικά για την επίσημη προβολή της στη τηλεόραση της Αμερικής, και οχι για το downloading των επεισοδίων από το internet).  Το ΑΜC λοιπόν, το οποίο έχει αναλάβει τη προβολή μερικών, από τις πιο επιτυχημένες σειρές (στο πλευρό του Breaking Bad, θα δει κανείς το “Mad Men”, αλλά και το “The Walking Dead”) παίζει μαζί με το HBO (“True Blood”, “Boardwalk Empire”, “Game of Thrones”), στη πρώτη θέση των επιλογών των θεατών, χάρη στο πολυποίκιλο και καλοφτιαγμένο θέαμα που προσφέρουν.  Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, που έπειτα από την τεράστια επιτυχία του “Breaking Bad”, η αναγνωρισιμότητα και η φήμη του AMC, έχει εκτοξευθεί στα ύψη.
Πάντως, για να τα λέμε και λιγάκι μεταξύ μας, κάθε καλωδιακό κανάλι θα ήθελε να έχει στο ενεργητικό του, ένα τόσο βαρύ πυροβολικό, όσο το “Breaking Bad”, καθώς αρκεί να δεις τις πρώτες σεζόν για να καταλάβεις οτι αυτή η σειρά, τα έχει όλα: έξυπνο story, πολυεπίπεδους χαρακτήρες, διαρκείς ανατροπές, εντυπωσιακή σκηνοθεσία, δράση και ρεαλιστικότητα στο έπακρο.  Αν δε την έχεις ήδη ξεκινήσει, here is your time.

Είναι εύκολο να υποπέσει κάποιος σε μοιραίο ολίσθημα, από τη στιγμή που ασκεί κριτική σε μια σειρά, καθώς είναι τόσα αυτά που έχεις δει, και τόσα αυτά για τα οποία θες να μιλήσεις, που και το παραμικρό spoiler, είναι κρίμα και άδικο για όσους δε την έχουν ακόμα πάρει πρέφα.  Έτσι λοιπόν, θα προσπαθήσω να αποφύγω την ανάλυση υπερβολικά, συγκεκριμένων στιγμών της σειράς, και θα μιλήσω λίγο πιο γενικά, για το feeling που σου αφήνει επεισόδιο το επεισόδιο.
Όταν ξεκίνησα και εγώ να τη παρακολουθώ φέτος το καλοκαίρι, ομολογώ πως στην αρχή δε μου είχε φανεί κάτι το εντυπωσιακό, κυρίως επειδή έπρεπε πρώτα να γνωρίσουμε τους χαρακτήρες.  Τι εννοώ;  Οτι μέχρι να καταστούν οι χαρακτήρες επαρκώς κατανοητοί από τη σκηνοθετική ομάδα, εμείς πρέπει να κάνουμε σαφέστατα μια μικρή υπομονή, αν μη τι άλλο, για να δούμε που το πάνε.  Ο χαρακτήρας του Walter δε, πρέπει να αποδοθεί με σαφήνεια, προκειμένου να γίνει αντιληπτή η τεράστια αλλαγή που έχει επέλθει πάνω του για παράδειγμα, στο τέλος της τέταρτης σεζόν.  Για τον λόγο αυτό σας προειδοποιώ, πως αν πιάσετε τον εαυτό σας να βαριέται στα πρώτα επεισόδια, δώστε της λίγο χρόνο (όπως βασικά σε κάθε σειρά που έχετε αντιληφθεί οτι αξίζει) και αφήστε την να εξελιχθεί με τον τρόπο που το κάνει και πιστέψτε με, από εκεί που αρχικά θα νιώθετε οίκτο και συμπάθεια για τον Walter, είναι πολύ πιθανό να νιώθετε αργότερα μια απτή αποστροφή για το άτομό του.  Προσωπικά αισθάνομαι μια άρρωστη περηφάνια για εκείνον (α και δέος, μπόλικο δέος), αλλά who gives a f*ck?  Ο καθένας θα το…βιώσει διαφορετικά το πέρασμα του ήρωα από μια ζωή δίχως μέλλον, σε μια άλλη ζωή, αυτή τη φορά με ένα, όσο δε πάει, επίφοβο παρόν.

Κατά γενική ομολογία, οι ταινίες που πραγματεύονται το θέμα των ναρκωτικών είναι ως επί το πλείστον ή υπερδραματικές με extra focus πάνω σε κάποιον μοιραίο ήρωα, ή καταλήγουν στον αντίποδα, σε φάση “Trainspotting” τύπου ‘είμαι χωμένος μέσα στα σκατά, αλλά και τι να κάνεις;”.  Όταν όμως μιλάμε για τον πεπερασμένο χρόνο μιας κινηματογραφικής ταινίας, οι επιλογές σου είναι έτσι κι αλλιώς περιορισμένες.  Ή θα ακολουθήσεις τη μια κατεύθυνση, ή την άλλη.  Αντιθέτως όταν σου προσφέρονται οι μπόλικες ώρες μιας τηλεοπτικής σειρά, τότε, αν διαθέτεις και το κατάλληλο υλικό, μπορείς να δημιουργήσεις μια κατάσταση-δυναμίτη.  Προφανώς και καταλάβατε οτι το “Breaking Bad”, είναι αυτό ακριβώς.
Εδώ δε μπορούμε να μιλάμε για απόλυτες καταστάσεις, για junkies χωρίς επιστροφή, για τρελαμένα αφεντικά χωρίς τιμή ή τέλος πάντων για μια καθαρά γραμμική, υποθεσιακή εξέλιξη.  Οχι.  Εδώ μπορούμε να μιλήσουμε για προοδευτικά διαφοροποιούμενους χαρακτήρες, για τύπους που από αρνάκια του Θεού, καταλήγουν λύκοι του Διαβόλου, για ωμές συνθήκες βίας, βεντέτες του δρόμου και ένα σωρό δουλείες που στραβώνουν και πάλι από την αρχή.
Ο πρωταγωνιστής της σειράς θέτει σε εφαρμογή ένα επικίνδυνο σχέδιο, από αγνή αγάπη για την οικογένειά του και καταλήγει να αποτελεί στόχο της Δίωξης, των κακών Μεξικανών με τα τσεκούρια, των ύπουλων αφεντικών της meth που αρέσκονται στο τραγανό κοτόπουλο και μυριάδων ακόμα χαρακτήρων, άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο σημαντικών, όλων όμως με έναν ρόλο που επηρεάζει και επηρεάζεται.
Το “Breaking Bad” είναι μια ιστορία για έναν πραγματικά good guy, που turned bad, και αυτό είναι μια αυταπόδεικτη αλήθεια.  Άλλοι αποφασίζουν να αλλάξουν ζωή κάνοντας ένα ταξίδι, ένα παιδί, αλλάζοντας δουλειά ή με το να παντρευτούν.  Ο Walter White όμως διαφέρει, καθώς ξεκινάει να κατασκευάζει το pure ναρκωτικό του από καθαρά οικογενειακό συμφέρον.  Αυτό που δεν υπολόγιζε είναι βέβαια και η δική του, προσωπική αλλαγή, από έναν άνθρωπο του σχολείου και έναν καλό σύζυγο/πατέρα, σε έναν άνθρωπο χωρίς πρόσωπο, έναν καραφλό τύπο με μούσι, γυαλιά ηλίου και καπέλο, που ακούει στο κωδικό όνομα Heisenberg.  Και αυτή η ασυνείδητη αλλαγή, είναι που κάνει τον White έναν από τους πιο badass χαρακτήρες που έχεις δει τα τελευταία χρόνια οχι μόνο στη τηλεόραση, αλλά και στον κινηματογράφο.

Η σκηνοθεσία είναι το λιγότερο εντυπωσιακή (για τα δεδομένα μάλιστα μιας σειράς), με πλάνα που έρχονται από τα βάθη του…μαγειρευτικού καζανιού, από τον πάτο ενός σκουπιδοτενεκέ και άλλα τέτοια χαριτωμένα, τοποθεσίες στην άκρη του Θεού, χιλιόμετρα καυτής ερήμου μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι σου (και ακόμα παραπέρα) και όλα αυτά δοσμένα με έναν τρόπο καθόλα ρεαλιστικό, καθημερινό και επί της ουσίας, πραγματικό.
Το να παίρνεις τόσους πολλούς, ετερόκλητους χαρακτήρες και να τους δίνεις πνοή μέσα σε ένα περιβάλλον που μοιάζουν να μη κολλάνε, αλλά και ταυτόχρονα να είναι το μοναδικό στο οποίο να έχουν μια κάποια τύχη, είναι κάτι το αξιοπρόσεχτο.  Όταν μάλιστα καταφέρνεις και κάνεις το περιβάλλον το ίδιο, εν μέρει, πρωταγωνιστή της σειράς, τότε είσαι μάλλον από εκείνους που δεν αφήνουν τίποτα να πάει χαμένο-και καλά κάνεις, αν αξίζει στη τελική.  Έτσι και εδώ, τα fast forward της κάμερας, τα πανοραμικά πλάνα, οι συνεχείς λήψεις ενός καθάριου, γαλάζιου ουρανού (ταυτόσημου της καθάριας, γαλαζωπής meth;  Who knows?), και η προσήλωση πάνω στους χαρακτήρες, όλα, δημιουργούν μια αίσθηση εναλλακτικής πραγματικότητας, σαν να βρίσκεσαι εσύ σπίτι σου και κάπου εκεί έξω ένας Walter White, παίρνει το κολατσιό του, φοράει τη προστατευτική του στολή και ξεκινάει για να βγάλει το μεροκάματο της ημέρας (κάτι εκατοντάδες, χιλιάδες δολάρια δηλαδή).
Ο Brian Cranston στον πρωταγωνιστικό ρόλο είναι απλά αποκάλυψη.  Ένας τύπος που τα κάνει όλα και συμφέρει, με την εντυπωσιακή και τρομακτική ομολογουμένως αλλαγή του, να κρατάει πάνω της ολόκληρη της σειρά.  Μοιάζοντας να είναι καμωμένος από τη πάστα ενός πραγματικού ηθοποιού, θέλουμε πολύ να τον δούμε και σε άλλες παραγωγές και είμαι διατεθειμένη να του συγχωρέσω το μικρό ολίσθημα του ρόλου του στο κομπάρσικο “Total Recall” με την ιερή τριάδα των κομπάρσων, Colin Farell, Jesicca Bieal, Keit Beckinsale.
Στο πλευρό του και ο νεαρός Aaron Paul δίνει μια συγκλονιστική ερμηνεία στον ρόλο του Jesse, σε βαθμό που ξεχνάς οτι είναι ένας ηθοποιός που υποδύεται τον ρόλο του.  Διόλου τυχαίο που και οι δυο τους έχουν κερδίσει τα Emma-κια τους, με τον Cranston να είναι υποψήφιος και για Χρυσή Σφαίρα.
Εκτός από τους δυο τους, όλο το υπόλοιπο υποστηρικτικό cast είναι από τα καλύτερα που έχεις δει, με τον Dean Norris στον ρόλο του DEA agent, την Anna Gunn ως αμέμπτου(;) ηθικής συζύγου και τον Giancarlo Esposito ως Gus Fring, να κερδίζουν τις εντυπώσεις.
Συμπέρασμα: Αν δεν την έχεις αρχίσει ακόμα, είναι ώρα σου.  Τόσο εθιστική, όσο και αυτό το καταραμένο, little blue thing που κατασκευάζουν.  Τσέκαρέ την.

Τι έμαθα από τη σειρά: Οτι ο Cranston με κουρούπα-μούσι είναι πολύ κακός, οτι πλέον θα βλέπω τα K.F.C με άλλο μάτι και οτι το ρητό ‘πολλοί τη δόξα εμίσησαν, το χρήμα ουδείς’ παίρνει εδώ, σάρκα και οστά.


No trivia

Game of Thrones: Winter is coming…

Hello hello! Τι κάνουμε guyz?  Λοιπόν σήμερα είπα να ασχοληθούμε με κάτι πιο της σειράς, και πιο συγκεκριμένα το “Game of Thrones”.  Φαντάζομαι όλοι-λίγο πολύ-έχετε μπει σε περιέργεια να τσεκάρετε από ένα επεισόδιο της σειράς φαινόμενο πλέον, έως και όλη τη σεζόν (εγώ ανήκω όπως καταλάβατε στη δεύτερη κατηγορία) και παρά το γεγονός οτι το blog μου έχει να κάνει κατά κύριο λόγο με ταινίες, έχω και μια κατηγοριούλα με σειρές που με ιντριγκάρουν.  Οχι πολλές η αλήθεια είναι, αλλά όσες έχω συμπεριλάβει στη λίστα μου, πραγματικά με έχουν ενθουσιάσει.  Κάτι ανάλογο έγινε και με το επικό, “Game of Thrones”.  Πολλοί μου έλεγαν για το truly επικών διαστάσεων story της σειράς (και το boyfriend επίσης, το οποίο κατάλαβα αργότερα γιατί την εκτιμά τόσο πολύ : P) και το μόνο που έμενε ήταν να το ανακαλύψω και μόνη μου.  Ε λοιπό τον ανακάλυψα και σας το παρουσιάζω.

Από που να ξεκινήσει κανείς να λέει για τη συγκεκριμένη σειρά.  Ίσως από τη πρώτη σεζόν;  Σωστά, ας το πιάσουμε το πράγμα από εκεί λοιπόν.
Επτά μεγάλες οικογένειες αρχίζουν έναν αγώνα χωρίς προηγούμενο, προκειμένου να καταφέρει η κάθε μια από αυτές, να επικρατήσει έναντι των υπολοίπων και να αναλάβει τον έλεγχο της μυθικής γης του Westeros.  Την ίδια στιγμή ο βασιλιάς Robert Baratheon αποφασίσει να κάνει μια επίσκεψη στο Βορρά, και συγκεκριμένα στον παλιό του φίλο Eddard Stark, Άρχοντα του Winterfell προκειμένου να του εκφράσει την επιθυμία να τον καταστήσει το Δεξί του Χέρι, το ύψιστο αξίωμα έπειτα από αυτό του Βασιλιά.  Παρά το γεγονός οτι ο Stark λαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τις ύποπτες (και μάλλον δολοφονικές ενέργειες) οι οποίες οδήγησαν το προηγούμενο Χέρι στον θάνατο, δέχεται τη θέση, προκειμένου αφενός να προστατέψει εκ των έσω τον Βασιλιά και αφετέρου να ερευνήσει εις βάθος αυτές τις ανησυχητικές ειδήσεις.

Παράλληλα η Βασίλισσα δε κάθεται φρόνιμα, αλλά απ’οτι φαίνεται μαζί με την υπόλοιπη φάρα των Lannister δολοπλοκεί εις βάρος του…συζύγου της, για την ανατροπή του και την απόκτηση της εξουσίας.  Πέρα από τη θάλασσα οι τελευταία απόγονοι μιας ακόμα ευγενούς οικογένειας, αυτής των Targaryens, αγωνίζονται να βρουν στρατό και να διεκδικήσουν με τη σειρά τους τον Σιδηρούν Θρόνο ο οποίος τους στερήθηκε.  Η όμορφη Daenerys κρατάει μερικούς καυτούς άσσους στο μανίκι της…
Οι εναπομείναντες οικογένειες, αυτές των Greyjoy, Tully, Arryn και Tyrell, ακονίζουν τα δικά τους νύχια και μαχαίρια, και περιμένουν την κατάλληλη στιγμή προκειμένου να κάνουν την παρουσία τους αισθητή.  Ο πόλεμος βρίσκεται προ των πυλών, και εκτός από το ποτάμι αίματος που φαίνεται να τους περιμένει όλους, έρχεται να προστεθεί ένα πανάρχαιο κακό το οποίο έχει αρχίσει να ξυπνάει στον Βορρά.  Η μαυροντυμένη φρουρά των Night Watch είναι η μοναδική που στέκει ανάμεσα στον κόσμο του βασιλείου, και τον παγωμένο τρόμο που ελοχεύει πέρα από αυτό.  Αλλά ακόμα και εκείνοι μοιάζουν να μη μπορούν να σταματήσουν τις σκοτεινές δυνάμεις που ανασυντάσσονται.  Και σύντομα οι δολοπλόκοι άντρες, οι θανατηφόρες γυναίκες και τα συμφεροντολόγα τσιράκια, δεν θα έχουν που να κρυφτούν…

Η σειρά θεωρείται ήδη μια από τις πιο επιτυχημένες ever, έχοντας κατακτήσει μια Χρυσή Σφαίρα (για την εξαιρετική παρουσία του μικροσκοπικού, αλλά τεράστιου Peter Dinklage) και αναρίθμητες ακόμη υποψηφιότητες, για καλύτερες γυναικείες παρουσίες, σκηνικά, κοστούμια, σκηνοθεσία, μουσική επένδυση και ένα σωρό άλλα.
Το γεγονός οτι αποτελεί παραγωγή του HBO μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί, καθώς τα τρία αυτά γράμματα, αποτελούν πλέον εγγύηση πολλών, καλών και αξιοζήλευτων παραγωγών.  Από τους “The Sopranos”, το “Six Feet Under”, το “True Blood” και το “The Wire”, μέχρι το καλοφτιαγμένο “The Boardwalk Empire”, το πολύ καλό “In Treatment” και τώρα το “Game of Thrones”, το HBO έχει αποδείξει οτι ξέρει να βγάζει στη πιάτσα σειρές, που τα έχουν όλα.  Και το “Game of Thrones” καταφέρνει και συνδυάζει με ιδανικό τρόπο την οργιάζουσα δράση μιας ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, με τα δολοπλόκα και διψασμένα για δύναμη μυαλά μιας-γιατί οχι;-εν δυνάμει αρχαϊκής, ελληνικής φύσεως.  Τα ίδια κάναμε και εμείς.  Απλά καλύτερα.

Η σκηνοθεσία είναι πέρα για πέρα εντυπωσιακή, και τα σκηνικά τόσο αληθοφανή που νομίζεις οτι θα κάνεις μια βουτιά, και θα βρεθείς μονομιάς σε μια εποχή άλλη, μια εποχή δράκων, μαγείας και λασπωμένων πανοπλιών.
Η χρήση των CGI είναι πραγματικά εξαιρετικά δουλεμένη, προσεγμένη και προσαρμοσμένη με τρόπο που δε ξενίζει και κυρίως, δε μοιάζει ψεύτικος.  Σε κάνει πραγματικά να πιστεύεις οτι η Γη του Westeros κάπου υπάρχει και μπόλικα παλικάρια σφάζονται στη ποδιά της.  Και όχι μόνο.  Το εντυπωσιακό στην υπόθεση της σειράς είναι ο τρόπος με τον οποίο όλοι κρατάνε τον δικό τους, καίριας σημασίας, ρόλο, ο οποίος μπορεί να οδηγήσει ξαφνικά στην πιο αναπάντεχη ανατροπή.  Λάγνες, αισθησιακές γυναίκες που κάνουν τα πάντα στον βωμό της εξουσίας και πολεμοχαρείς άνδρες, τυφλωμένοι από τη σιδερένια λάμψη του Θρόνου.
Ο κάθε χαρακτήρας είναι δουλεμένος μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια, κερδίζοντας ή χάνοντας αντίστοιχα τη συμπάθεια του κοινού.  Ο half-man Tyrion Lannister (Peter Dinklage) έχει το απαράμιλλο ταλέντο της διπλωματίας και της πειθούς.  Καταφέρνει και αποσπά τις πληροφορίες που θέλει, όπως θέλει, όταν θέλει και κυρίως από όποιον θέλει, κρατώντας τους γερά δεμένους με τα εκάστοτε μυστικά τους.  Ο νεαρός, σαδιστής Βασιλιάς Joffrey (Jack Gleeson), αποτελεί εύκολα έναν από τους πιο μισητούς (αν οχι τον πιο μισητό) χαρακτήρες της σειράς, χάρη στο άδειο κεφάλι του, τον παδικό το εγωισμό και την χαιρέκακη φύση του, που ικανοποιείται μόνο από ματωμένα μάγουλα και παλουκωμένα κεφάλια.  Η μητέρα του, Βασίλισσα Cersei (Lena Headay) μια φιλόδοξη και πονηρή γυναίκα, που κάνει τα πάντα για να διατηρήσει την όποια ψευδαίσθηση ισχύος, και η όμορφη, δυναμική Daenerys (Emilia Clarke) η οποία επωμίζεται το βάρος ενός ολόκληρου λαού πάνω της, είναι μόνο μερικοί από τους τόσους πολλούς χαρακτήρες, που όμως ο καθένας μένει καρφωμένος στο μυαλό στου, για τους δικούς του λόγους…

Το περιβάλλον του μυθικού κόσμου είναι δομημένο με κάθε λογής λεπτομέρεια.  Από τα διαφορετικά μεταξύ τους βασίλεια, μέχρι τα κοστούμια, τη θαλάσσια δύναμη του ενός, ή την παγωμένη ηρεμία του άλλου, τα πάντα είναι προσεγμένα και right to the point.
Η διαφθορά βασιλεύει, οι δολοπλοκίες αποτελούν το βασικό συστατικό της καθημερινότητας, το σεξ είναι φυσικά αναπόσπαστο κομμάτι,προκειμένου τα αρσενικά και τα θηλυκά να εκτονώνουν τις ορμές τους ή και να επιτυγχάνουν τους προσωπικούς τους σκοπούς και βλέψεις, η γύμνια είναι στο φουλ (hooray! αγόρια), τα σπαθιά μπήγονται σε κοιλιές, κεφάλια και τα σχετικά, με περισσή ευκολία, και γενικά οτιδήποτε έχει να κάνει με μια επική σύλληψη κόσμου, μπορείς να το βρεις εύκολα εδώ.
Κάπου εδώ να αναφέρουμε και το γεγονός οτι όλη η ιστορία του “Game of Thrones” προέρχεται από το μυαλό του Αμερικανού συγγραφέα George R.R Martin, ο οποίος ξεκίνησε τη συγγραφή μια σειράς, φαντασιακών νουβέλων, ξεκινώντας από την πρώτη, που τιτλοφορούνταν “A Song of Ice and Fire”.  Χμμμ είχαμε τον Tolkin με το επίσης επικών διαστάσεων “The Lord of the Rings”, και τώρα έχουμε και το σειριακό, epic story του “Game of Thrones”, εκ μυαλού συγγραφέως για ακόμη μια φορά.  Ενδιαφέρον…

Η πρώτη σεζόν μας άφησε με τις καλύτερες εντυπώσεις και τις μεγαλύτερες προσδοκίες, καθώς τον τέλος ήταν υπέροχο, και η αρχή της επόμενης, πολλά υποσχόμενη.  Την αλήθεια μου θα την πω.  Έχω απογοητευτεί λιγάκι μέχρι την μέχρι τώρα πορεία της δεύτερης σεζόν, καθώς το πράγμα κάπου έχει μείνει λίγο στάσιμο.  Σίγουρα η προετοιμασία ενός επερχόμενου πολέμου έχει αξία για όλες τις πλευρές, από την άλλη όμως καλό είναι να αρχίσουμε να βλέπουμε και λίγη ουσιαστική δράση.  Τη δε ιστορία της Kalisi την έχουμε αφήσει στο περιθώριο και είναι κρίμα, γιατί αποτελεί αναμφίβολα από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες.  Βέβαια αν έχεις καταφέρει να πάρεις τα δικαιώματα για τουλάχιστον ακόμα μια σεζόν, κάπου το δικαιολογείς το καθυστερούμενο πράγμα, και κάνεις λίγη υπομονή.  Λίγη όμως.
Γενικά όσοι αρέσκεστε σε καλές σειρές, με μπόλικο σασπένς, αγωνία, υπέροχη εκτέλεση, εξαιρετικό σενάριο και extra δόσεις από μαγεία, μυθικά πλάσματα και supernatural καταστάσεις, τότε το “Game of Thrones” είναι σίγουρα για εσάς.  Δοκιμάστε την σύντομα γιατί, winter is coming, and then, what?

Τι έμαθα από τη σειρά:  Οτι εξαιτίας της άρχισα πάλι Lineage (πφφφ), οτι η αιμομιξία κάνει κακό αποδεδειγμένα και οτι ο Sean Bean δε θα γλυτώσει ποτέ από τη μοίρα του.  Ναι, όλοι ξέρετε τι εννοώ.

No trivia

ΤΟ ΤΑΙΝΙΑΚΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Οι τίτλοι έναρξης της σειράς, που είναι απλά υ-π-έ-ρ-ο-χ-ο-ι

The Walking Dead:…are everywhere

Γεια σας και πάλι μετά από κριτική απουσία μιας εβδομάδας και κάτι ημερών.  Τέλειωσαν και τα Blogoscars, τέλειωσαν και τα Oscars με…φοβερές ανατροπές και επιστρέφουμε και πάλι στους φυσιολογικούς ρυθμούς της καθημερινότητάς μας (αν δηλαδή υπάρχει κάτι τέτοιο πια).  Πάντως όσοι από εσάς συμμετείχατε, είμαι σίγουρη πως θα συμφωνήσετε πως τα φετινά Blogoscars ήταν απείρως καλύτερα και φυσικά πιο ενδιαφέροντα από τη τελετή στο Kodak Theatre.  Με πολύ φαντασία, χιούμορ και γενναίες δόσεις χρόνου, οι cine-bloggers δημιούργησαν υπέροχες λίστες για τη κάθε κατηγορία και σχολίασαν με τον δικό τους, καυστικό τρόπο τα αποτελέσματα.  Για περισσότερη δράση θα μαζευτούμε όλοι την Πέμτη στο BIOS για ανακοίνωση του top 20 ταινιών και για να το τσούξουμε και λιγάκι βρε αδερφέ!
Περνώντας στα δικά μας αν και σας είπα οτι σήμερα θα έχουμε ταινία στο blogaki, εντούτοις θα έχουμε σειρά.  Η αλήθεια είναι πως δε βλέπω πολλές, γιατί θέλουν τον χρόνο τους, όταν όμως δω συνήθως πωρώνομαι σε υπερβολικό βαθμό.  Κάπως έτσι έγινε και με το “The Walking Dead”.  Το είχα και καθόταν για αρκετό καιρό στον υπολογιστή μου, έχοντας δει μόνο τα δυο πρώτα επεισόδια, όταν αποφάσισα ένα από εκείνα τα βράδια που η βαρεμάρα χτυπάει ταβάνι, να το ξαναπιάσω και να το…επαναπροσδιορίσω.  Και το επαναπροσδιόρισα καλά.

O Rick Grimes (Andrew Lincoln) είναι ένας σερίφης ο οποίος είχε την ατυχία (όπως αποδείχθηκε τελικά) να πυροβοληθεί ενώ βρισκόταν σε υπηρεσία, να πέσει σε κώμα και τελικά να ξυπνήσει μετά από καιρό, μόνο για να έρθει αντιμέτωπος με τη φρικτή πραγματικότητα που όλοι μας περιμένουμε αργά ή γρήγορα: ο κόσμος έχει καταληφθεί από zombies, και προς το παρόν φαίνεται πως ο Rick είναι ο μοναδικός επιζών.  Χωρίς να έχει ιδέα τι έχουν απογίνει η γυναίκα και ο γιος του, ο Rick θα ξεκινήσει ένα επικίνδυνο ταξίδι μέσα στην ερειπωμένη πόλη, προκειμένου να καταφέρει να εντοπίσει τα ίχνη της οικογένειάς του, καθώς πιστεύει ακράδαντα πως βρίσκονται κάπου ασφαλείς.  Όταν καταφέρει τελικά να συναντήσει στον δρόμο τους διάφορους ακόμα ζωντανούς και υγιείς ανθρώπους, θα κάνει team up μαζί τους και θα προσπαθήσουν όλοι μαζί να κρατηθούν ζωντανοί όσο το δυνατόν περισσότερο γίνεται.  Τα πράγματα όμως δεν είναι καθόλου εύκολα.  Οι walkers όπως χαρακτηριστικά τους λένε, βρίσκονται παντού και κατασπαράζουν όποιον δε καταφέρει να ξεφύγει από τα αιματηρά τους σαγόνια, σε χρόνο ντε τε.  Και σαν να μην έφταναν αυτά, η ομάδα των επιζώντων καλείται να αντιμετωπίσει και τις μεταξύ τους έριδες που αρχίζουν να ξεσπούν, τις αντιζηλίες και την παράνοια που αρχίζει να ελοχεύει, έτοιμη να τους αρπάξει και να τους οδηγήσει σε ακόμα χειρότερο θάνατο από αυτόν που τους περιμένει μέσα στις πόλεις, τους μπλοκαρισμένους αυτοκινητοδρόμους, τα δάση και εν ολίγοις, παντού.  Για πόσο ακόμα η ομάδα του Rick θα καταφέρνει να προχωράει μπροστά μέσα σε αυτόν τον εφιάλτη;

Η σειρά βασίζεται στην ομώνυμη, επιτυχημένη σειρά graphic novels των Robert Kirkman, Tony Moore και Charlie Aldard και οχι μόνο έχει τη τύχη να είναι…αυτό που είναι, αλλά παράλληλα να σκηνοθετείται από τον μετρ του light horror είδους, Frank Darabont.
O Darabont είναι γνωστός για τη μεταφορά των βιβλίων του Stephen King στη μεγάλη οθόνη, και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία.  Το “The Shawshank Redemption”, “The Green Mile” και “The Mist”, αποτελούν το βασικό υλικό πάνω στο οποίο έχει δουλέψει ο διάσημος σκηνοθέτης.  Έτσι λοιπόν ήταν μόνο ταιριαστό να τον δούμε να αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας μια τέτοια διόλου εύκολη, αλλά μάλλον μεγαλεπήβολη δουλειά.  Εξάλλου δεν είναι τυχαίο και το γεγονός οτι η σειρά η οποία διανύει αυτή τη περίοδο τη δεύτερη σεζόν της, έχει ήδη πάρει παράταση και για μια τρίτη σεζόν, καθώς αν κρίνουμε από τα ρεκόρ τηλεθέασης τα οποία έσπασε (5,3 εκατομμύρια τηλεθεατές στο pilot επεισόδιο της πρώτης σεζόν, και 7,3 στην έναρξη της δεύτερης) μάλλον φαίνεται πως έχει κερδίσει το κοινό, χάρη στην εις βάθος ανάπτυξη του κάθε χαρακτήρα, του εκπληκτικού μακιγιάζ που έχει γίνει στα zombies, της όλης υπόθεσης η οποία ρέει ιδανικά μέσα από το κάθε επεισόδιο, ωθώντας την ιστορία ακόμα παραπέρα, και τέλος πάντων όλης της ρεαλιστικής τη διάθεσης που σε προϊδεάζει οτι ένα ενδεχόμενο zombies apocalypse, ίσως και να μην είναι τόσο μακριά.  Γι’ αυτό πάρτε ιδέες όσο είναι καιρός…

Αν και ο Darabont έκανε τη σειρά αυτό που είναι (τουλάχιστον λίγο πριν από τη δεύτερη σεζόν) εντούτοις κάποιες διαδιακαστικές διαφωνίες τον οδήγησαν εκτός σειράς, αφήνοντας τη θέση του ανοιχτή για τον Glen Mazzara, ο οποίος έχει ασχοληθεί με πολλές σειρές, τις οποίες βέβαια δε τις λες και ακριβώς επιτυχημένες.  Ας ελπίσουμε μόνο οτι δε θα τα θαλασσώσει στην προκειμένη περίπτωση, αν και τα πράγματα μέχρι τώρα δείχνουν πολύ καλά, και αυτό μάλλον βασίζεται στον τρόπο με τον οποίο όλοι φαίνεται να έχουν δουλέψει για να πετύχει αυτή η σειρά.  Και το έχουν κάνει καλά.
Σίγουρα η αρχή της ταινίας θα θυμίζει σε πολλούς την αρχή του “28 Days Later”, τότε που και ο Cillian Murphy ξυπνώντας από το κώμα είδε πως ο κόσμος είχε πάει κατά διαόλου, αφήνοντας πίσω του ένα εγκαταλειμμένο Λονδίνο, ορδές από zombies και μερικούς λαλημένους στρατιωτικούς που διψούσαν για γυναικεία κορμιά.  Έτσι και εδώ ο Rick ξυπνάει, μόνο για να ευχηθεί αργότερα να μη το είχε κάνει ποτέ.  Η αλήθεια είναι πως και εγώ ξεκίνησα να βλέπω τη σειρά αρκετά διστακτικά, διερωτώμενη τι το καινούριο θα μπορούσε να μου προσφέρει και κυρίως, με ποιόν τρόπο.  Τελικά τα πάντα σε αυτή τη σειρά είναι καλοδουλεμένα μέχρι αηδίας.
Αρχικά αν και το story δεν είναι κάτι το πρωτότυπο, καταφέρνει πολύ εύκολα να σε κρατήσει κολλημένο στην οθόνη σου, χάρη στη ράθυμη (με τη καλή έννοια) εξέλιξη του πράγματος, αφού τίποτα δε γίνεται βιαστικά και επιπόλαια.  Τα πάντα κοσκινίζονται μέχρι και τη παραμικρή λεπτομέρεια, και η ομάδα των επιζώντων έχει να ζυγίσει πολλά πράγματα πριν από το κάθε της βήμα: από τις προμήθειες και τα όπλα που διαθέτει, μέχρι την επικινδυνότητα του κάθε δρόμου, κάθε μονοπατιού και κάθε προορισμού τον οποίο επιλέγει.  Πολλές φορές αναγκάζεται να βασιστεί στη τύχη ή σε πρωτόγονες πατέντες, προκειμένου να γλυτώσει από ένα και μόνο δάγκωμα το οποίο αποβαίνει αυτομάτως μοιραίο.  Εξίσου εντυπωσιακή είναι και η ισορροπία ανάμεσα στο hardcore/splatter/περιπετειώδες κομμάτι και το δράμα, μιας που η σειρά σου προσφέρει πλούσια και τις δυο πλευρές.  Και το κάνει υπέροχα.  Όταν θέλει να σου πασάρει το συναίσθημα και την έννοια της ομάδας το κάνει ιδανικά, ενώ όταν θέλει να οδηγήσει την αγωνία και τον τρόμο σου στα άκρα το κάνει ακόμα καλύτερα.  Πιστέψτε με ένα από τα πρώτα επεισόδια της δεύτερης σεζόν με κράτησαν σε τέτοια κοκαλωμένη στάση, και με τα μάτια μου γουρλωμένα από την ένταση, που έπιασα τον εαυτό μου να έχει χαθεί ολοκληρωτικά σε αυτόν τον ‘κόσμο μετά’.  Οτι καλύτερο, trust me.

Εκτός από τις πολύ καλές ισορροπίες όσον αφορά την υπόθεση, εξίσου καλοστημένη είναι και η σκηνοθεσία της σειράς.  Μέσα σε αχανείς αγροτικές εκτάσεις, μπαζωμένες πόλεις, έρημους αυτοκινητοδρόμους και εγκαταλελειμμένες παράγκες, οι ήρωες αγωνίζονται για την επιβίωσή τους με κάθε πιθανό τρόπο.  Έρχονται διαρκώς αντιμέτωποι με τον κίνδυνο, χάνουν, κερδίζουν, έχουν απώλειες, αλλά πάνω απ’ όλα συνεχίζουν.  Η σκηνοθεσία βοηθάει πολύ στην προβολή αυτού του δύσκολου και γεμάτου ανατροπές ταξιδιού της πρωταγωνιστικής ομάδας, γεγονός που δημιουργεί ακόμη καλύτερα αποτελέσματα, επεισόδιο με επεισόδιο.  Όσοι για όλους αυτούς τους αμέτρητους κομπάρσους οι οποίοι υποδύονται τα zombies, είναι απλά τρομακτικοί, σάπιοι και απόλυτα ρεαλιστικοί (ναι, ναι!).  Το μακιγιάζ τους είναι από τα καλύτερα του είδους, και έχει αποφέρει στη σειρά αρκετά βραβεία μέχρι τώρα.  Εντυπωσιακά και πειστικά, είναι σίγουρα από τα καλύτερα zombies που μπορεί να δει κανείς στον κινηματογράφο ή τη τηλεόραση τα τελευταία χρόνια.

Όσον αφορά τους χαρακτήρες και το υποκριτικό ταλέντο των ηθοποιών, μπορώ να πω πως και πάλι εξεπλάγην ευχάριστα καθώς όλοι τους είναι ένας κι ένας.  Έχουμε τον σερίφη-αρχηγό που προσπαθεί να λειτουργεί βάση το κοινό καλό, τον κολλητό του αστυνομικό Shane (Jon Brethal) έναν σκληροπυρηνικό άντρα ο οποίος πατάει επί πτωμάτων (κυριολεκτικά) προκειμένου να φροντίσει για το καλό της ομάδας με τον δικό του τρόπο, τη γυναίκα του σερίφη που τη λες και βασίλισσα του μελισσοχωριού και γενικά μια πληθώρα χαρακτήρων οπού ο καθένας επιτελεί τον δικό του ρόλο, με τον δικό του τρόπο και τα…ανάλογα αποτελέσματα.  Η αλήθεια είναι οτι όλοι είναι καλοί ηθοποιοί στους ρόλους τους και μάλιστα πολλούς από αυτούς σίγουρα θα τους έχετε ξαναδεί σε διάφορες ταινίες, όπως τον Jeffrey DeMunn ο οποίος πρωταγωνιστούσε στο “The Green Mile”, “The Shawshank Redemption”, καθώς και το “The Mist”.  Διόλου τυχαίο το γεγονός οτι ο Darabont ο οποίος σκηνοθέτησε τις παραπάνω ταινίες ‘διάλεξε’ τον DeMunn, ο οποίος κακά τα ψέματα είναι εξαιρετικός.  Το ίδιο και ο Norman Reedus, γνωστός από τη ταινία “The Boondock Saints” (1999), καθώς και η κακότοιχη αστυνομικός του “Sillent Hill” (2006) Lauren Holden, η οποία είχε επίσης πρωταγωνιστήσει στο “Τhe Mist”.
To “The Walking Dead” είναι μια από εκείνες της σειρές, που ειδικά άμα αρέσκεσαι στα zombies σε κρατάει σε ενγρήγορση μέχρι το τέλος του κάθε επεισοδίου.  Γρήγορο, έξυπνο, με πλοκή που δε βαλτώνει αλλά διαρκώς εξελλίσεται, καλοφτιαγμένους χαρακτήρες και εξαιρετική σκηνοθεσία, είναι σίγουρα μια σειρά που πρέπει να δείτε.  Αν μη τι άλλο για να πάρετε ιδέες σχετικά με το ενδεχόμενο zombies apocalypse που βρίσκεται…προ των πυλών μας…

Τι έμαθα από τη σειρά (μέχρι τώρα): Οτι κάθε ομάδα που σέβεται τον εαυτό της έχει σίγουρα έναν ευκίνητο και εύστροφο, νεαρό Ασιάτη, καθώς και έναν τούμπανο έγχρωμο με όνομα που παραπέμπει σε αστέρι της r’n’b.  Στη προκειμένη περίπτωση, T-Dog.  Yeah!  Οτι το shotgun κάνει δουλειά ρε φίλε, και οτι οι γυναίκες είναι για τη μπουγάδα.  Λογικό.  Να έρθει τώρα ο ζόμπιας και εσύ να είσαι με ρούχα από προχθές;  Τρε μπανάλ.



TRIVIA

  • Οι ηθοποιοί που έπαιξαν τα zombies, πέρασαν από ειδικό…σχολείο προκειμένου να μάθουν να περπατάνε, να κινούνται και γενικά να αντιδρούν ως zombies!
  • Κατά τη διάρκεια των διαλειμάτων οι ‘άνθρωποι’ έτρωγαν όλοι μαζί ξεχωριστά από τους ηθοποιούς που υποδύονταν τα zombies οι οποίοι έτρωγαν κι εκείνοι μόνοι τους σε ξεχωριστή ομάδα!
(Πηγή IMDB)















Cu tomorrow!

Fullmetal Alchemist, Brotherhood: The journey begins…

Χαίρετε, τι κάνετε;  Μμμ σήμερα είπα να ασχοληθούμε με κάτι ελαφρώς διαφορετικό και για την ακρίβεια με ένα εκ των αγαπημένων μου animation, το “Fullmetal Alchemist”.  Για όσους δεν είναι και πολύ εξοικειωμένοι με το είδος των japanese και γενικότερα των ασιατικών animation, το Fullmetal είναι μια καλή ευκαιρία για να αρχίσετε πλέον να το εκτιμάτε.  Η αλήθεια είναι οτι θα είχα να σας προτείνω ανάμεσα σε αυτό και το “Death Note”, δεδομένου όμως οτι το φετινό καλοκαίρι έκατσα και είδα πάλι το πολυαγαπημένο μου Fullmetal, κατέληξα στο συμπέρασμα οτι είναι μια σειρά (μιλάμε για 62 επεισόδια των 23 λεπτών περίπου το καθένα) που αξίζει να την δείτε, γιατί πολύ απλά έχει τα πάντα.  Και όταν λέμε τα πάντα, το εννοούμε.  Now let’s see…

O Edward (Ed) και ο Alphonse (Al) Elric είναι δυο αδέλφια που από μικρά θαύμαζαν τον πατέρα τους για την ικανότητά του να εξασκεί την ευγενή τέχνη της αλχημείας.  Όταν αργότερα ο πατέρας τους, τους εγκαταλείπει και απομένουν με την μητέρα τους, αποφασίζουν να ακολουθήσουν τα χνάρια του και να μάθουν τις τεχνικές πίσω από αυτή την ευρέως διαδεδομένη μορφή τέχνης που αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του αχανούς έθνους Amestris από το οποίο προέρχονταν.  Ο ξαφνικός θάνατος της μητέρας τους, άφησε τα δυο παιδιά ολομόναχα και αποφασισμένα να την επαναφέρουν στην ζωή με την χρήση της αλχημείας, παραβαίνοντας ένα μεγάλο taboo: “Απαγορεύεται να ανασταίνεις ανθρώπους μέσω αυτής”.  Χωρίς να δώσουν σημασία, αλλά απελπισμένα όπως ήταν από την απουσία της μητρικής φροντίδας αποφάσισαν να το τολμήσουν.  Το αποτέλεσμα άφησε τον Ed χωρίς αριστερό πόδι, ενώ ο αδελφός του έχασε ολοκληρωτικά το σώμα του.  Σε μια προσπάθεια να μην χαθεί εντελώς ο Al, ο Ed θυσίασε το δεξί του χέρι προκειμένου να ‘δέσει’ την ψυχή του αδελφού του με μια τεράστια, μεταλλική πανοπλία που βρισκόταν στο δωμάτιο.  Λίγο καιρό μετά ένας Αλχημιστής που προσφέρει τις υπηρεσίες του στον στρατό του έθνους (και πιο συγκεκριμένα πετάει…φωτιές από τα χέρια του), ο Roy Mustang, θα επισκεφθεί τα δυο αδέλφια και θα προτείνει στον Εd το υπέρτατο αξίωμα, να γίνει δηλαδή ‘State Alchemist’ όπως ο ίδιος και να αποτελεί πλέον και αυτός μέλος του στρατού.  Ο Ed θα δεχθεί την πρόταση παίρνοντας το παρατσούκλι, “Fullmetal Alchemist” λόγω των προσθετικών του μελών, θεωρώντας πως έτσι θα μπορέσει να αναζητήσει με τον αδελφό του το θρυλικό εκείνο στοιχείο που θα καταφέρει να επαναφέρει τον Al στο αρχικό του σώμα και στον ίδιο τα μέλη που έχασε: την Φιλοσοφική Λίθο, την λίθο της αθανασίας…

Όπως συνηθίζεται να γίνεται, το F.M.A (όπου F.M.A, Fullmetal Alchemist) αποτέλεσε σε πρώτη βάση manga δημιουργημένο από την Hiromu Arakawa και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην τηλεοπτική οθόνη της Ιαπωνίας υπό την μορφή-τι άλλου;-animation.  Το F.M.A αποτέλεσε τεράστια επιτυχία από τα πρώτα κιόλας επεισόδια που παίχτηκαν στην χώρα, ενώ και σε διεθνές επίπεδο η αναγνώριση από κριτικούς και κοινό, ήταν κάτι παραπάνω από θετική.  Αν και σήμερα εγώ θα αναφερθώ στο Brotherhood, εντούτοις αξίζει να σας πω οτι υπάρχει μια ακόμη σειρά F.M.A η οποία ξεκίνησε το 2003 και μετρούσε 51 επεισόδια.  Παρόλα αυτά αν και ήταν αρκετά καλή, διαφοροποιούνταν πολύ από την αυθεντική, manga ιστορία της.  Όταν λοιπόν έμαθα οτι θα βγει μια καινούρια σειρά που θα φέρει την προσθήκη “Brotherhood” προβληματίστηκα σχετικά με το τι καινούριο θα προσέφερε.  Η αλήθεια είναι οτι μέχρι την μέση περίπου της σειράς, δεν υπάρχει σχεδόν καμία αλλαγή.  Από εκεί και πέρα όμως το νέο F.M.A (τα επεισόδια άρχισαν να προβάλλονται μέσα στο 2009) ήταν κλάσεις ανώτερο και με άφησε πραγματικά έκπληκτη, κάνοντάς με να πιστέψω οτι ίσως και να είχα μόλις παρακολουθήσει το καλύτερο anime ever.  Και δεν είναι κάτι που το λέω μόνο εγώ, καθώς σε πολλές λίστες, επίσημες ή μη, καταλαμβάνει την πρώτη θέση και μάλιστα με την αξία του.

Το F.M.A είναι μια από εκείνες τις ευτυχείς συμπτώσεις στην οποίες αναφέρομαι πολύ συχνά, ιδιαίτερα όταν μια ταινία είναι καλή.  Το ίδιο συμβαίνει και εδώ.  Οι χαρακτήρες και η πλοκή είναι τόσο εξαιρετικά πλεγμένα μεταξύ τους, που από κάποια στιγμή και μετά σου είναι δύσκολο να φανταστείς το ένα χωρίς το άλλο.  Είναι υπέροχο το πως ενώ η ιστορία μας ξεκινάει από το ταξίδι που θέλουν να κάνουν τα δυο αδέλφια, καταλήγει εντελώς διαφορετικά χωρίς να μπορεί κανείς να το προβλέψει.  Γιατί φυσικά το ταξίδι τους είναι μια μεγάλη περιπέτεια γεμάτη από ανατροπές, αποκαλύψεις, φρικτές αλήθειες και έναν σωρό φίλους που θα γίνουν συνοδοιπόροι τους και άλλους τόσους εχθρούς τους οποίους θα πρέπει να αντιμετωπίσουν.  Ενδιαφέρον είναι και το πως ολόκληρη η ιστορία στηρίζεται στην ουσία σε ένα motto που επαναλαμβάνεται μέσα στην σειρά διαρκώς: “Equivalent Exchange”, πράγμα που σημαίνει οτι για να πάρεις, πρέπει να δώσεις και τούμπαλιν.  Στην αλχημεία αυτό αποτελεί τον πρωταρχικό κανόνα που όλοι πρέπει να έχουν στο μυαλό τους και που όπως θα δούμε οδηγεί τους δυο έφηβους πρωταγωνιστές μας, σε ένα σωρό μπερδέματα με απρόσμενες εξελίξεις.  Γιατί τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά.  Από την στιγμή που ο Ed θα πατήσει το πόδι του στα Headquarters του στρατού, θα καταλάβει οτι κάτι δεν πάει καθόλου καλά και οτι κάτι μοιάζει να απειλεί την ίδια την ύπαρξη του έθνους.  Οι αποκαλύψεις για την φύση του πραγματικού εχθρού που κρύβεται στις σκιές, θα αρχίσουν να γίνονται ολοένα και πιο ξεκάθαρες και τότε η αλήθεια θα είναι ‘θανατηφόρα’ για όλους…

Όπως παραδέχεται και η ίδια η δημιουργός του manga, Hiromu Arakawa, έμπνευση για το χτίσιμο της ιστορίας και την πληθώρα των χαρακτήρων, αποτέλεσαν τόσο τα προσωπικά της βιώματα, όσο και η ανάγκη της για κοινωνικό προβληματισμό, τον οποίο ήθελε να περάσει μέσα στην υπόθεσή της.  Όπως λέει χαρακτηριστικά η ιδέα για την ‘Ισοδύναμη Ανταλλαγή’ της ήρθε από τους γονείς της οι οποίοι όταν ήταν μικρή, εργάζονταν ως αγρότες στην φάρμα τους και έπρεπε να δουλεύουν πολύ σκληρά (συνεπώς να προσφέρουν), προκειμένου να κερδίζουν τα απαραίτητα για την επιβίωσή τους χρήματα (και άρα να παίρνουν).  Η ίδια όπως είπε, είχε ενθουσιαστεί από την ιστορία της Φιλοσοφικής Λίθου, με αποτέλεσμα να διαβάσει πολλά βιβλία σχετικά με την ‘επιστήμη’ της αλχημείας και να προσθέσει πολλά από τα πράγματα που έμαθε, στην τελική της ιστορία.  Παράλληλα όμως επειδή όπως είπαμε την ενδιέφερε η κοινωνική και γιατί οχι και πολιτική σκοπιά του θέματος, πήρε συνεντεύξεις από διάφορους ανθρώπους όπως μετανάστες, βετεράνους πολέμου και πρώην yakuza, γεγονός που φαίνεται έντονα από πολλούς άλλους χαρακτήρες που συναντούμε στην σειρά, όπως για παράδειγμα τον Scar, έναν εκδικητικό μοναχό ο οποίος μετά από την σφαγή στην πατρίδα του Ishval από τα στρατεύματα της Amestris, ορκίζεται να ξεπληρώσει με το ίδιο νόμισμα όλους τους State Alchemists που συμμετείχαν σε αυτή την τραγωδία.  Όσον αφορά το στήσιμο του φανταστικού κόσμου του F.M.A, η Arakawa επιρεάστηκε βαθιά από την Ευρώπη της Βιομηχανικής Επανάστασης, καθώς βρήκε εντυπωσιακό το πόσοι πολλοί και διαφορετικοί άνθρωποι μπορούσαν να συνυπάρχουν, να εργάζονται και να επιρεάζουν ο ένας τον άλλον.  Έτσι δημιούργησε σιγά σιγά τον ονειρικό κόσμο του F.M.A.

Αξίζει να κάνουμε μια αναφορά και στο εξαιρετικό animation της σειράς, μιας που είναι πραγματικά από τα καλύτερα που έχω δει (με το “Soul Eater” να παίρνει επάξια θέση δίπλα του για το πιο σκοτεινό και καρτουνίστικο ύφος του).  Με προσοχή στην πραμικρή λεπτομέρεια, ακόμα και αν πρόκειται για το background του επεισοδίου ή για χαρακτήρες που δεν έχουν άμεση σχέση με την υπόθεση, το στυλ και η μορφή του animation είναι σε μερικές περιπτώσεις ακόμα και μαγευτικό.  Έχει μια αίσθηση λίγο προχειροδουλεμένου, σαν να βλέπεις αυτούσιο το σχέδιο πάνω στο χαρτί και σου δίνει την εντύπωση οτι βλέπεις κάτι αυθεντικό με μια τραχιά όψη, που όμως ταιριάζει απόλυτα με την υπόθεση.  Στην ίδια κλίμακα κινείται και το μουσικό θέμα που ποικίλει και αλλάζει ανάλογα με την περίσταση, με μια απόκοσμη, σχεδόν σαν εκκλησιαστική ψαλμωδία-μουσική, να συνοδεύει τις πιο κρίσιμες στιγμές του anime.  Σίγουρα σε προκαλεί από κάθε άποψη να το αγαπήσεις…
Με μπόλικο χιούμορ, διαρκείς ανατροπές, μια πληθώρα χαρακτήρων που θα συμπαθήσεις και θα μισήσεις, μια ιστορία που εκτυλίσεται διαρκώς και σε γεμίζει με αγωνία, στιγμές συγκίνησης, ηθικά διδάγματα και όμορφο animation, το “Fullmetal Alchemist” είναι ο βασικός λόγος για να ξεκινήσεις να βλέπεις anime.  Τώρα!

Υ.Γ: Μη κάνετε το λάθος να το δείτε ντουμπλαρισμένο στα Αγγλικά, καθώς μιλάμε για uber ξενέρωμα.  Επιλέξτε την ιαπωνέζικη γλώσσα, με αγγλικούς υπότιτλους και full HD και απολαύστε μια σειρά που έχει τα πάντα προς δική σας τέρψη και μόνο!

 No trivia for this.

H TV ΣΗΜΕΡΑ….

ET1: 23:00, Land of Plenty, με τους Michelle Williams, John Diehl.  ‘Ενας μοναχικός βετεράνος του πολέμου του Βιετνάμ, θέτει ως στόχο υης ζωής του να προστατεύει την “Γη της Ελευθερίας” από κάθε πραγματική ή φανταστική απειλή.  Όταν η ανηψιά του τον επισκέπτεται η ζωή του αλλάζει.  Όταν μάλιστα γίνουν μάρτυρες της δολοφονίας ενός αστέγου, αποφασίζουν από κοινού να εξιχνιάσουνντην ιστορία, αποκαλύπτοντας τα μυστικά που κρύβονται πίσς της.  Σκηνοθετημένη από τον Wim Wenders.
New arrival αύριο!  Till then,  stay cool and have fun! : )

Boardwalk Empire: Atlantic City, 1920. When alcohol was outlawed, outlaws became kings…

Hello again.  Απ’οτι φαίνεται θα σας κρατήσω λίγη συντροφιά παραπάνω, καθώς μάλλον θα συνεχίσω να σας προτείνω ταινιούλες (ή σειρές όπως σήμερα) μέχρι και την επόμενη εβδομάδα.  So για σήμερα είπα να σας μιλήσω για την πρώτη σεζόν μιας εξαιρετικής κατά τη γνώμη μου σειράς, του “Boardwalk Empire”.  14 επεισόδια μετράει, ενώ η δεύτερη αναμένεται να προβληθεί στην Αμερική από τις 25 Σεπτεμβρίου.  Εάν περνάτε μερικά πραγματικά βαρετά, αυγουστιάτικα μεσημέρια τότε αυτή η σειρά ενδείκνυται για την περίπτωσή σας και πιστέψτε με θα θέλετε κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο…

Στο Atlantic City του 1920, όταν η ποτοαπαγόρευση είναι επισήμως η νέα πραγματικότητα, ο Enoch Thomson (Steve Buscemi), γνωστός στους κατοίκους της πόλης ως “Nucky”, είναι η ανεπίσημη κεφαλή που κινεί τα νήματα, μαζεύει το χρήμα, ελέγχει την αστυνομία (μιας που ο αδελφός του κατέχει το αξίωμα του σερίφη) και τα βάζει με ένα σωρό άλλα αποβράσματα σε έναν ανελέητο πόλεμο που ξεσπά ανάμεσα στις ομάδες των γκάνγκστερ, σχετικά με το ποιος θα αναλάβει πλέον να εφοδιάζει με καλό, σκοτσέζικο whiskey και αυθεντική, ιρλανδέζικη μπύρα τα διασκεδαστήρια της εποχής και οχι μόνο.  Οι προσπάθειες (ως επί το πλείστον παράνομες) για την πολιτική επικράτηση σε περίοδο εκλογών, ατόμων που θα προσφέρουν το ζεστό παραδάκι και οτιδήποτε άλλο θέλει ο ‘daddy’ Nucky είναι καθημερινό φαινόμενο, την ίδια στιγμή που ο κλοιός σφίγγει γύρω από τους επίδοξους διεκδικητές της πιο μακροπρόθεσμα, κερδοφόρας πόλης: του Boardwalk Empire.
Με τον Martin Scorsese στον ρόλο του executive producer, αλλά και του σκηνοθέτη του πρώτου επεισοδίου της σειράς (το λεγόμενο και ‘pilot’, καθώς αποτελεί ίσως το πιο σημαντικό επεισόδιο της season προκειμένου να φανεί πόσο και αν αρέσει τελικά στο κοινό), το “Boardwalk Empire” ήταν ένα πολυδάπανο εγχείρημα αν σκεφτεί κανείς οτι μόνο το πρώτο επεισόδιο κόστισε ούτε λίγο, ούτε πολύ $18 εκατομμύρια!.  Παρόλα αυτά πέτυχε τον στόχο της δεύτερης season, καθώς οχι μόνο προβλήθηκε δυο φορές μέσα στο ίδιο βράδυ, αλλά αμέσως μετά το τέλος του ‘έπεσαν’ οι υπογραφές για την επόμενη χρονιά και την συνέχιση της σειράς.

Η επιτυχία της σειράς δεν είναι τυχαία.  “Scorsese is an actor magnet” είπε ο δημιουργός της Terence Winter, γνωστός και Emmy-βραβευμένος για την σειρά της HBO, “The Sopranos”.  Και φυσικά είχε απόλυτο δίκαιο, διότι ένα πολυτάλαντο cast μαζεύτηκε για την πραγμάτωση αυτής της προσπάθειας.  O Steve Buscemi στον ρόλο του άπληστου αρχηγού του υποκόσμου, Nucky Thompson αποτέλεσε την πρώτη-και μοναδική-επιλογή του Scorsese προκειμένου να υποδυθεί ένα υπαρκτό πρόσωπο, το ‘πολιτικό αφεντικό’ του Atlantic City Enoch J. Thomson, αν και οι όποιες ομοιότητές του με αυτόν σταματάνε κάπου εκεί.  Στο πλευρό του βρίσκεται ο Michael Pitt που υποδύεται τον νεαρό Jimmy Darmody ή αλλιώς ‘το παιδί για όλες τις βρωμοδουλειές’ που έχει στο πλευρό του ο Nucky, η Kelly McDonald στον ρόλο της Margaret Schroeder, μιας γυναίκας που περνάει από τα αλώνια, στα σαλόνια όταν γνωρίζει καλύτερα το μεγάλο αφεντικό, καθώς και ο πάντα καλός Michael Shannon ο οποίος υποδύεται τον αμέμπτου ηθικής agent Nelson Van Alden, που έχει ως μοναδικό του σκοπό τη σύλληψη όσο το δυνατόν περισσοτέρων καθαρμάτων και δη του υπ’αριθμού ένα, φυσικά του Thompson.

Η σειρά σάρωσε πολλά από τα βραβεία του 2011, ανάμεσα στα οποία είναι οι Χρυσές Σφαίρες στις οποίες κέρδισε αυτή για την “Καλύτερη Δραματική Σειρά”, ενώ μια ακόμη πέρασε στα χέρια του Buscemi για την “Καλύτερη Ερμηνεία Ηθοποιού σε Δραματική Σειρά”.  Ανάμεσα σε πολλές ακόμα υποψηφιότητες, η σειρά έλαβε και το βραβείο “Καλύτερης Ερμηνείας Συνόλου Ηθοποιών” στα Screen Actors Guild Awards”.  Η αλήθεια είναι οτι στο σύνολό του το “Boardwalk Empire” είναι μια πραγματικά αξιόλογη σειρά.  Η σκηνοθεσία είναι κυριολεκτικά άλλης εποχής, και περνάει στον θεατή το αντίστοιχο feeling.  Από τα σκηνικά μέχρι και τα κοστούμια (που μεταξύ μας είναι απλά εκθαμβωτικά), τα αυτοκίνητα, τα ‘παλιακά’ καταστήματα, την συμπεριφορά των πρωταγωνιστών και την προφορά του καθενός ανάλογα με την περιοχή από την οποία προέρχεται, τα πάντα είναι προσεγμένα με εξαιρετική λεπτότητα και προσοχή. 

Οι ερμηνείες φυσικά δε θα μπορούσαν να είναι τίποτα λιγότερο από αυτό που λέμε “top notch”.  Όλοι είναι εξαιρετικοί.  O Buscemi κρατάει άνετα πάνω του τη σειρά καθώς κακά τα ψέματα αποτελεί έναν πολύ καλό ηθοποιό με ευρεία γκάμα ρόλων.  Από δραματικούς, μέχρι κωμικούς που κάποιες φορές αγγίζουν και τα όρια του γελοίου, ενώ ποιος μπορεί να ξεχάσει και την υποδειγματική του ερμηνεία ως Mr. Pink στην ταινία του Tarantino “Reservoir Dogs”.  Εδώ ξεπερνάει τον εαυτό του και μας χαρίζει μια απολαυστική, δραματική ερμηνεία με καυστικό χιούμορ και βίαιες εξάρσεις για να μην ξεχνάμε ποιος είναι το αφεντικό.  Άλλη σπουδαία ερμηνεία είναι αυτή του Michael Shannon, στον ρόλο του Χριστιανού και απόλυτα προσηλωμένου στην δουλειά του, agent Van Alden.  Ο Shannon φαίνεται να έχει πάρει στα σοβαρά την δουλειά του καθώς έχει όλο το πακέτο ενός γρήγορα ανερχόμενου ηθοποιού.  Αυστηρός, πειθαρχημένος μέχρι ενοχλητικού σημείου (θα καταλάβετε τι εννοώ όταν το δείτε), τρομακτικός σε ορισμένες στιγμές, με ένα βλέμμα και μια φωνή που δε χρειάζεται να πουν πολλά για να καταλάβεις οτι την έχεις πατήσει άσχημα, ο ρόλος του είναι από τα καλύτερα πράγματα που έχω δει τελευταία σε σειρά (ενδεχομένως και σε ταινία).  Περιμένω με ανυπομονησία την ταινία “Take Shelter” στην οποία  πρωταγωνιστεί και απ’οτι δείχνει το trailer της, μάλλον δίνει μια πολύ δυνατή ερμηνεία, που ίσως τον οδηγήσει σε μια ακόμη υποψηφιότητα για Oscar.  Πολύ καλός επίσης ο Pitt στον ρόλο του ωραίου κωλόπαιδου, δίνει μια ισορροπημένη ερμηνεία που μάλλον θα οργιάσει στην επόμενη σεζόν, ενώ και η McDonald αποτελεί σίγουρα ένα από τα δυνατά χαρτιά της σειράς.

Πολιτική διαφθορά, μεγάλα αφεντικά, ταπεινά ανθρωπάκια, γυναίκες που παρασύρουν και παρασύρονται, διαταραγμένοι απόμαχοι πολέμου, δολοπλοκίες, αλκοόλ που ρέει άφθονο, χρήματα που βγαίνουν από καλοσιδερωμένα και κολλαριστά κοστούμια, φόνοι και πάθη, αποτελούν την καθημερινότητα στο Atlantic City, μιας πόλης βουτηγμένης στον βούρκο και την εκμετάλλευση, οπού το moto ‘το μεγάλο ψάρι, τρώει το μικρό’ αποτελεί τρόπο ζωής και μοναδική πραγματικότητα.
Δείτε την και να είστε προετοιμασμένοι για μια δεύτερη σεζόν….δυναμίτη, καθώς η σχέση Thompson-Darmody αρχίζει να τρίζει επικίνδυνα ; )

http://www.youtube.com/watch?v=e6z71l6HQwQ

Και τα opening credits τα οποία είναι soooo gooood:
http://www.youtube.com/watch?v=A9DCLv_6e5c

TRIVIA

  • Η Kelly McDonald και η γνωστή για άλλα πράγματα και οχι για τις υποκριτικές της ικανότητες, Paz de la Huerta, είχαν μοιραστεί για μια ακόμη φορά τον ίδιο άντρα στην ταινία “Choke” (2008) με πρωταγωνιστή τον Sam Rockwell.
  • Ο ηθοποιός Michael Stuhlbarg ο οποίος υποδύεται έναν αδίστακτο και επικίνδυνο γκάνγκστερ, τον Arnold Rothstein, ασχολήθηκε τόσο ενδελεχώς με το να ‘γνωρίσει’ τον πραγματικό χαρακτήρα που υποδύθηκε, ώστε κατέληξε να ξέρει περισσότερα από τους ίδιους τους δημιουργούς της σειράς.
  • Η πραγματική διαφορά του ηθοποιού Michael Pitt από την Gretsen Mol που υποδύεται εδώ την μητέρα του, είναι μόλις 9 χρόνια. (Στην σειρά η μητέρα του τον έφερε στον κόσμο σε ηλικία μόλις 13 ετών).
(Πηγή IMDB)
Τίποτα το φοβερό και σήμερα στην tv….

Dexter: Αυτή η σειρά…σκοτώνει!

Hello hello και σήμερα!.  Παίρνω το θάρρος και ξεστρατίζω σήμερα και αντί για ταινιούλα έχω να σας προτίνω κάτι άλλο εξίσου πολυ καλό.  Λέγεται Dexter και είναι απο τις ελάχιστες σειρές που έχω δεί και έχουν κρατήσει τόσο αμείωτο το ενδιαφέρον μου και σίγουρα είναι αυτή την οποία και ξεχωρίζω απόλυτα.  Την βρήκα τελείως τυχαία μια μέρα, ενώ σέρφαρα στο Internet και ενώ έψαχνα κάτι εντελώς  άσχετο.  Με το που είδα το poster της σειράς, με τράβηξε αμέσως κάτι και όταν αργότερα διάβασα το story κατάλαβα οτι αυτή τη σειρά έπρεπε να τη δώ.  Την είδα λοιπόν, όλες τις σεζον (τώρα βρίσκεται στην 5η) και απλά κόλλησα.  Έτσι απλά.  Ξεχωρίζει νομίζω σε όλα τα επίπεδα απο άλλες σειρές και γι’αυτο την προτίνω ανεπιφύλακτα.

Ο Dexter (Michael C. Hall) εργάζεται ως ειδικός αναλυτής αίματος στη Σήμανση του Maiami, στο America.  Αυτό όμως είναι το πρωινό του πρόσωπο, ένα πρόσωπο σεβαστό και άξιο θαυμασμού απο όλους τους συνεργάτες και την οικογένεια του (αυτή που του έχει μείνει τέλος πάντων), γιατί το βράδι παίρνει το μαχαίρι του και επιδίδεται σε ένα ανελέητο κυνηγητό όλων εκείνων που αξίζουν να πεθάνουν.  Ο ίδιος θεωρεί οτι επιτελέι έργο, μιας που ποτέ δε σκοτώνει αθώου ανθρώπους, αλλά μόνο εκέινους που κατά τον ίδιο το αξίζουν: βιαστές, δολοφόνους, εμπρηστές και όλους εκείνους που έχουν καταφέρει να ξεγελάσουν τη δικαιοσύνη και να κυκλοφορούν ελέυθεροι.  Τότε έρχεται εκείνος και αποδίδει τη δική του δικαιοσύνη….
Η πλοκή της σειράς είναι απίστευτα γρήγορη και εθιστική.  Όταν ξεκινήσεις να τη βλέπεις, απλά δε μπορείς να σταματήσει με τίποτα!.  Ο χαρακτήρας του Dexter έχει αποδοθεί τόσο εξαιρετικά καλά απο τον Hall, που είναι λές και ο ρόλος γράφτηκε ειδικά για αυτόν.  Είναι ψυχρός, χωρίς ίχνος συναισθήματος, με ένα βλέμα τελείως ψυχασθενικό, ανάμεσα σε τόσο κόσμο και όμως τόσο μόνος.  Ο ίδιος καθ’ολη τη διάρκεια της σειράς βιώνει πολλές ψυχολογικές μεταπτώσεις, συνέχεια, και ολος ο επικίνδυνος και διεστραμένος του χαρακτήρας, αποδίδεται στα βιώματά του ως παιδί, αλλά και ως έφηβου αργότερα, με flashbacks την εποχή που και ο πατέρας του ήταν ζωντανός.  Η όλη πλοκή της σειράς εξελίσεται διαρκώς και ενω θα μπορούσε άνετα απο τις πρώτες κιόλας σεζον να κάνει κοιλιά (λόγω του περιεχομένου του) δε πλησιάζει ούτε στο ελάχιστο αυτή τη πιθανότητα.  Είναι γεμάτη ανατροπές, μυστικά, κρυφές ταυτότητες και ένοχο παρελθόν (όλοι κρύβουμε έναν Φώσκολο μέσα μας!).  Πέρα απο τον Hall, ο οποίοσ βραβεύτηκε και με Χρυσή Σφαίρα για την ερμηνέια του ως Dexter Morgan, και το υπόλοιπο cast είναι άξιο αναφοράς, αφού ουσιαστικά ο καθένας τους έχει και τα δικά του προβλήματα.  Η Jennifer Carpenter μάλιστα η οποία παίζει την αδερφή οτυ στη σειρά, είναι στη πραγματικότητα γυναίκα του (how kinky is that, huhu) και είναι πολύ καλή στον ρόλο της.  Από τη σειρά μάλιστα, δε λείπουν και οι έκτακτες εμφανίσεις απο γννωστούς ηθοποιούς, όπως αυτή του John Lithgow στη 4η σεζον, ο οποίος προτάθηκε και αυτός για Χρυσή Σφαίρα, ως ‘best supporting actor in drama series’.
Προσωπικά έχω σκυλοβαρεθεί όλες αυτές τις σειρές που επαναλαμβάνουν τα ίδια και τα ίδια: πλούσιοι έφηβοι, γιατροί, ερωτικά διλήματα, ακόμα και αστυνομικές ιστορίες και εγκλήματα.  Το πράγμα είναι πολύ απλό, διοτι τα περισσότερα απο αυτά μπορείτε να τα δείτε και στον Dexter αλλά υπο ένα τελείως διαφορετικό πρίσμα, κάπως πιο διεστραμένο, επικίνδυνο και απόλυτα γοητευτικό.
Ειλικρινά σε όσους αρέσει, θα αρέσει πολυ και σε όσους δεν αρέσει…..εμ απλά είναι τρελοί!! 😛

Το traileraki που ακολουθεί, παίζει να είναι και το καλύτερο που έχω δει σε σειρά (ή και γενικά) και είναι οτι πιο αντιπρωσοπευτικό θα μπορούσα να φανταστώ για τον Dexter.  Δώστε του μια ευκαιρία γιατί ίσως καταλήξει να αποτελεί μια απο τις μεγαλύτερες, τηλεοπτικές σας εμμονές!
http://www.youtube.com/watch?v=ej8-Rqo-VT4

Γεια σαςςςςςς!!!