Game of Thrones: Winter is coming…

Hello hello! Τι κάνουμε guyz?  Λοιπόν σήμερα είπα να ασχοληθούμε με κάτι πιο της σειράς, και πιο συγκεκριμένα το “Game of Thrones”.  Φαντάζομαι όλοι-λίγο πολύ-έχετε μπει σε περιέργεια να τσεκάρετε από ένα επεισόδιο της σειράς φαινόμενο πλέον, έως και όλη τη σεζόν (εγώ ανήκω όπως καταλάβατε στη δεύτερη κατηγορία) και παρά το γεγονός οτι το blog μου έχει να κάνει κατά κύριο λόγο με ταινίες, έχω και μια κατηγοριούλα με σειρές που με ιντριγκάρουν.  Οχι πολλές η αλήθεια είναι, αλλά όσες έχω συμπεριλάβει στη λίστα μου, πραγματικά με έχουν ενθουσιάσει.  Κάτι ανάλογο έγινε και με το επικό, “Game of Thrones”.  Πολλοί μου έλεγαν για το truly επικών διαστάσεων story της σειράς (και το boyfriend επίσης, το οποίο κατάλαβα αργότερα γιατί την εκτιμά τόσο πολύ : P) και το μόνο που έμενε ήταν να το ανακαλύψω και μόνη μου.  Ε λοιπό τον ανακάλυψα και σας το παρουσιάζω.

Από που να ξεκινήσει κανείς να λέει για τη συγκεκριμένη σειρά.  Ίσως από τη πρώτη σεζόν;  Σωστά, ας το πιάσουμε το πράγμα από εκεί λοιπόν.
Επτά μεγάλες οικογένειες αρχίζουν έναν αγώνα χωρίς προηγούμενο, προκειμένου να καταφέρει η κάθε μια από αυτές, να επικρατήσει έναντι των υπολοίπων και να αναλάβει τον έλεγχο της μυθικής γης του Westeros.  Την ίδια στιγμή ο βασιλιάς Robert Baratheon αποφασίσει να κάνει μια επίσκεψη στο Βορρά, και συγκεκριμένα στον παλιό του φίλο Eddard Stark, Άρχοντα του Winterfell προκειμένου να του εκφράσει την επιθυμία να τον καταστήσει το Δεξί του Χέρι, το ύψιστο αξίωμα έπειτα από αυτό του Βασιλιά.  Παρά το γεγονός οτι ο Stark λαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τις ύποπτες (και μάλλον δολοφονικές ενέργειες) οι οποίες οδήγησαν το προηγούμενο Χέρι στον θάνατο, δέχεται τη θέση, προκειμένου αφενός να προστατέψει εκ των έσω τον Βασιλιά και αφετέρου να ερευνήσει εις βάθος αυτές τις ανησυχητικές ειδήσεις.

Παράλληλα η Βασίλισσα δε κάθεται φρόνιμα, αλλά απ’οτι φαίνεται μαζί με την υπόλοιπη φάρα των Lannister δολοπλοκεί εις βάρος του…συζύγου της, για την ανατροπή του και την απόκτηση της εξουσίας.  Πέρα από τη θάλασσα οι τελευταία απόγονοι μιας ακόμα ευγενούς οικογένειας, αυτής των Targaryens, αγωνίζονται να βρουν στρατό και να διεκδικήσουν με τη σειρά τους τον Σιδηρούν Θρόνο ο οποίος τους στερήθηκε.  Η όμορφη Daenerys κρατάει μερικούς καυτούς άσσους στο μανίκι της…
Οι εναπομείναντες οικογένειες, αυτές των Greyjoy, Tully, Arryn και Tyrell, ακονίζουν τα δικά τους νύχια και μαχαίρια, και περιμένουν την κατάλληλη στιγμή προκειμένου να κάνουν την παρουσία τους αισθητή.  Ο πόλεμος βρίσκεται προ των πυλών, και εκτός από το ποτάμι αίματος που φαίνεται να τους περιμένει όλους, έρχεται να προστεθεί ένα πανάρχαιο κακό το οποίο έχει αρχίσει να ξυπνάει στον Βορρά.  Η μαυροντυμένη φρουρά των Night Watch είναι η μοναδική που στέκει ανάμεσα στον κόσμο του βασιλείου, και τον παγωμένο τρόμο που ελοχεύει πέρα από αυτό.  Αλλά ακόμα και εκείνοι μοιάζουν να μη μπορούν να σταματήσουν τις σκοτεινές δυνάμεις που ανασυντάσσονται.  Και σύντομα οι δολοπλόκοι άντρες, οι θανατηφόρες γυναίκες και τα συμφεροντολόγα τσιράκια, δεν θα έχουν που να κρυφτούν…

Η σειρά θεωρείται ήδη μια από τις πιο επιτυχημένες ever, έχοντας κατακτήσει μια Χρυσή Σφαίρα (για την εξαιρετική παρουσία του μικροσκοπικού, αλλά τεράστιου Peter Dinklage) και αναρίθμητες ακόμη υποψηφιότητες, για καλύτερες γυναικείες παρουσίες, σκηνικά, κοστούμια, σκηνοθεσία, μουσική επένδυση και ένα σωρό άλλα.
Το γεγονός οτι αποτελεί παραγωγή του HBO μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί, καθώς τα τρία αυτά γράμματα, αποτελούν πλέον εγγύηση πολλών, καλών και αξιοζήλευτων παραγωγών.  Από τους “The Sopranos”, το “Six Feet Under”, το “True Blood” και το “The Wire”, μέχρι το καλοφτιαγμένο “The Boardwalk Empire”, το πολύ καλό “In Treatment” και τώρα το “Game of Thrones”, το HBO έχει αποδείξει οτι ξέρει να βγάζει στη πιάτσα σειρές, που τα έχουν όλα.  Και το “Game of Thrones” καταφέρνει και συνδυάζει με ιδανικό τρόπο την οργιάζουσα δράση μιας ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, με τα δολοπλόκα και διψασμένα για δύναμη μυαλά μιας-γιατί οχι;-εν δυνάμει αρχαϊκής, ελληνικής φύσεως.  Τα ίδια κάναμε και εμείς.  Απλά καλύτερα.

Η σκηνοθεσία είναι πέρα για πέρα εντυπωσιακή, και τα σκηνικά τόσο αληθοφανή που νομίζεις οτι θα κάνεις μια βουτιά, και θα βρεθείς μονομιάς σε μια εποχή άλλη, μια εποχή δράκων, μαγείας και λασπωμένων πανοπλιών.
Η χρήση των CGI είναι πραγματικά εξαιρετικά δουλεμένη, προσεγμένη και προσαρμοσμένη με τρόπο που δε ξενίζει και κυρίως, δε μοιάζει ψεύτικος.  Σε κάνει πραγματικά να πιστεύεις οτι η Γη του Westeros κάπου υπάρχει και μπόλικα παλικάρια σφάζονται στη ποδιά της.  Και όχι μόνο.  Το εντυπωσιακό στην υπόθεση της σειράς είναι ο τρόπος με τον οποίο όλοι κρατάνε τον δικό τους, καίριας σημασίας, ρόλο, ο οποίος μπορεί να οδηγήσει ξαφνικά στην πιο αναπάντεχη ανατροπή.  Λάγνες, αισθησιακές γυναίκες που κάνουν τα πάντα στον βωμό της εξουσίας και πολεμοχαρείς άνδρες, τυφλωμένοι από τη σιδερένια λάμψη του Θρόνου.
Ο κάθε χαρακτήρας είναι δουλεμένος μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια, κερδίζοντας ή χάνοντας αντίστοιχα τη συμπάθεια του κοινού.  Ο half-man Tyrion Lannister (Peter Dinklage) έχει το απαράμιλλο ταλέντο της διπλωματίας και της πειθούς.  Καταφέρνει και αποσπά τις πληροφορίες που θέλει, όπως θέλει, όταν θέλει και κυρίως από όποιον θέλει, κρατώντας τους γερά δεμένους με τα εκάστοτε μυστικά τους.  Ο νεαρός, σαδιστής Βασιλιάς Joffrey (Jack Gleeson), αποτελεί εύκολα έναν από τους πιο μισητούς (αν οχι τον πιο μισητό) χαρακτήρες της σειράς, χάρη στο άδειο κεφάλι του, τον παδικό το εγωισμό και την χαιρέκακη φύση του, που ικανοποιείται μόνο από ματωμένα μάγουλα και παλουκωμένα κεφάλια.  Η μητέρα του, Βασίλισσα Cersei (Lena Headay) μια φιλόδοξη και πονηρή γυναίκα, που κάνει τα πάντα για να διατηρήσει την όποια ψευδαίσθηση ισχύος, και η όμορφη, δυναμική Daenerys (Emilia Clarke) η οποία επωμίζεται το βάρος ενός ολόκληρου λαού πάνω της, είναι μόνο μερικοί από τους τόσους πολλούς χαρακτήρες, που όμως ο καθένας μένει καρφωμένος στο μυαλό στου, για τους δικούς του λόγους…

Το περιβάλλον του μυθικού κόσμου είναι δομημένο με κάθε λογής λεπτομέρεια.  Από τα διαφορετικά μεταξύ τους βασίλεια, μέχρι τα κοστούμια, τη θαλάσσια δύναμη του ενός, ή την παγωμένη ηρεμία του άλλου, τα πάντα είναι προσεγμένα και right to the point.
Η διαφθορά βασιλεύει, οι δολοπλοκίες αποτελούν το βασικό συστατικό της καθημερινότητας, το σεξ είναι φυσικά αναπόσπαστο κομμάτι,προκειμένου τα αρσενικά και τα θηλυκά να εκτονώνουν τις ορμές τους ή και να επιτυγχάνουν τους προσωπικούς τους σκοπούς και βλέψεις, η γύμνια είναι στο φουλ (hooray! αγόρια), τα σπαθιά μπήγονται σε κοιλιές, κεφάλια και τα σχετικά, με περισσή ευκολία, και γενικά οτιδήποτε έχει να κάνει με μια επική σύλληψη κόσμου, μπορείς να το βρεις εύκολα εδώ.
Κάπου εδώ να αναφέρουμε και το γεγονός οτι όλη η ιστορία του “Game of Thrones” προέρχεται από το μυαλό του Αμερικανού συγγραφέα George R.R Martin, ο οποίος ξεκίνησε τη συγγραφή μια σειράς, φαντασιακών νουβέλων, ξεκινώντας από την πρώτη, που τιτλοφορούνταν “A Song of Ice and Fire”.  Χμμμ είχαμε τον Tolkin με το επίσης επικών διαστάσεων “The Lord of the Rings”, και τώρα έχουμε και το σειριακό, epic story του “Game of Thrones”, εκ μυαλού συγγραφέως για ακόμη μια φορά.  Ενδιαφέρον…

Η πρώτη σεζόν μας άφησε με τις καλύτερες εντυπώσεις και τις μεγαλύτερες προσδοκίες, καθώς τον τέλος ήταν υπέροχο, και η αρχή της επόμενης, πολλά υποσχόμενη.  Την αλήθεια μου θα την πω.  Έχω απογοητευτεί λιγάκι μέχρι την μέχρι τώρα πορεία της δεύτερης σεζόν, καθώς το πράγμα κάπου έχει μείνει λίγο στάσιμο.  Σίγουρα η προετοιμασία ενός επερχόμενου πολέμου έχει αξία για όλες τις πλευρές, από την άλλη όμως καλό είναι να αρχίσουμε να βλέπουμε και λίγη ουσιαστική δράση.  Τη δε ιστορία της Kalisi την έχουμε αφήσει στο περιθώριο και είναι κρίμα, γιατί αποτελεί αναμφίβολα από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες.  Βέβαια αν έχεις καταφέρει να πάρεις τα δικαιώματα για τουλάχιστον ακόμα μια σεζόν, κάπου το δικαιολογείς το καθυστερούμενο πράγμα, και κάνεις λίγη υπομονή.  Λίγη όμως.
Γενικά όσοι αρέσκεστε σε καλές σειρές, με μπόλικο σασπένς, αγωνία, υπέροχη εκτέλεση, εξαιρετικό σενάριο και extra δόσεις από μαγεία, μυθικά πλάσματα και supernatural καταστάσεις, τότε το “Game of Thrones” είναι σίγουρα για εσάς.  Δοκιμάστε την σύντομα γιατί, winter is coming, and then, what?

Τι έμαθα από τη σειρά:  Οτι εξαιτίας της άρχισα πάλι Lineage (πφφφ), οτι η αιμομιξία κάνει κακό αποδεδειγμένα και οτι ο Sean Bean δε θα γλυτώσει ποτέ από τη μοίρα του.  Ναι, όλοι ξέρετε τι εννοώ.

No trivia

ΤΟ ΤΑΙΝΙΑΚΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Οι τίτλοι έναρξης της σειράς, που είναι απλά υ-π-έ-ρ-ο-χ-ο-ι

Shame: It’s a shameless world…

NEW ARRIVAL 


Χαίρετε και πάλι, και καλή μέρα να έχουμε.  Πέμπτη σήμερα και όπως κάθε φορά, αρκετές είναι οι ταινίες που θα κάνουν και σήμερα την εμφάνισή τους στις αίθουσες.  Καταρχάς μη διανοηθείτε καν να πάτε να δείτε το τερατούργημα που ακούει στο όνομα “Jack and Jill” με τον ανεκδιήγητο πλέον Adam Sandler καθώς θα χάσετε το χρόνο και το χρήμα σας.  Έπειτα μη πάτε να δείτε ούτε το “One For the Money” με την ανεκδιήγητη γλάστρα Catherine Heigl γιατί θα πάθετε το ίδιο ακριβώς.  Επιλέξτε ανάμεσα σε 3d έκδοση του “Star Wars”, του ατμοσφαιρικού θρίλερ “The Woman in Black” με τον Radcliffe στη μετα-Χάρυ Πότερ εποχή, τον άφιλο “Albert Nobbs” με την υποψήφια για Oscar Glenn Close και τελικά καταλήξτε να δείτε τη ταινία για την οποία θα μιλήσουμε και εμείς σήμερα.  “Shame”.  Δυστυχώς προς το παρόν η ταινία θα φιλοξενείται μόνο στο ODEON OΠΕΡΑ στο Κέντρο, αφού απ’οτι προβλέπεται ο Jack και η Jill θα κόψουν απείρως περισσότερα εισιτήρια, και βασικά καλά να πάθουμε.  Πάντως όσοι είστε οι γενναίοι και κατεβείτε να την δείτε, νομίζω πως θα φύγετε κερδισμένοι.  Ξεκινάμε…

Ο Brandon Sullivan (Michael Fassbender) είναι ένας γοητευτικός τριαντάρης που ζει σε ένα μικρό, αλλά καλογυαλισμένο διαμέρισμα στη Νέα Υόρκη.  Έχει μια πετυχημένη δουλειά, και γενικά είναι από τους τύπους που θα μπορούσαν να έχουν τα πάντα στα πόδια τους (εν μέρει τα έχουν ακριβώς εκεί).  Θα μπορούσε, αλλά δεν είναι έτσι.  O Brandon είναι εθισμένος στο σεξ, όπως ένας ναρκομανής που αποζητά τη δόση του, ή ένας αλκοολικός που εξαρτάται από το τελευταίο μπουκάλι ουίσκι που έχει στο ντουλάπι του, έτσι και ο πρωταγωνιστής έχει το σεξ στο τσεπάκι του.  Όταν του δίνεται η ευκαιρία πηδάει το θηλυκό που βάζει στο μάτι, την βρίσκει με το υπερ-πορνογραφικό υλικό που έχει στο σπίτι του, κάνει cyber sex, επισκέπτεται τουλάχιστον μια φορά την ημέρα την τουαλέτα στο γραφείο του προκειμένου να αυνανιστεί και να ξεδώσει, ενώ καλεί και πολλές…πολλές πόρνες πολυτελείας (ή οχι και τόσο πολυτελείας) στο σπίτι, προκειμένου να ικανοποιήσει τον εθισμό του.  Εν μέσω μιας σεξουαλισμένης καθημερινότητας, ο Brandon θα δεχθεί την αναπάντεχη επίσκεψη της αδελφής του Sissy (Carey Mulligan) η οποία βρίσκεται εν μέρει στον αντίποδα.  Η Sissy είναι ένα εύθραυστο πλάσμα που αναζητά την ανθρώπινη επαφή και τη συντροφιά, ακόμα και όταν η ‘επαφή’ της με κάποιον, αντιμετωπίζεται από αυτόν ως μιας πρώτης τάξεως τσιλιμπούρδισμα με one night stand-ικές προεκτάσεις.  Η σχέση ανάμεσα στα δυο αδέλφια είναι εκ των πραγμάτων προβληματική καθώς μοιάζει με κυνηγητό σκιών.  Ο ένας θέλει να αποδεσμευτεί από κάθε τι που έχει να κάνει με ανθρώπινο συναίσθημα, ενώ η άλλη κυνηγάει τη σκιά του αδελφού που είναι πάντα απών, ακόμα και όταν είναι παρόν.  Την ίδια στιγμή ο σεξουαλικός εθισμός του ήρωα, πιάνει πάτο…

Δεύτερη συνεργασία αυτή για το δίδυμο Steve McQueen-Michael Fassbender μετά το σοκαριστικό “Hunger” (2008) και φαίνεται πως και οι δυο τους έχουν ακόμα πολλά πράγματα να δώσουν.
Το “Shame” αποτελεί αναμφίβολα μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς, αν και από τις πιο αδικημένες από τα διάφορα βραβεία, και δη τα φετινά, βαρετά Oscar.  Μπορεί εκεί στο Αμέρικα βέβαια ο πουριτανισμός να χτύπησε για ακόμη μια φορά τη πόρτα της Ακαδημίας, παρόλα αυτά στην Ευρώπη η ταινία δαφνοστολίστηκε νωρίς από τα φεστιβάλ, κερδίζοντας το βραβείο Καλύτερης Ταινίας στο φεστιβάλ της Βενετίας, καθώς και Ανδρικού Ρόλου για τον Fassbender.  Ο Γερμανο-ιρλανδός γόης έβαλε στη τσέπη του και το βραβείο Καλύτερου Ηθοποιού στα British Independent Film Awards, ενώ ήταν υποψήφιος και στις Χρυσές Σφαίρες.  Αλλά μέχρι εκεί.  Στη τελική όμως ποιος χρειάζεται τα βραβεία, και τις ποικίλες υποψηφιότητες για να αποδείξει την αξία του;  Εξάλλου δεν είναι και λίγες οι φορές που τα βραβεία έχουν πάει στράφι, χάρη στους-από το πουθενά-νικητές που κάθε άλλο παρά τα άξιζαν.  Το “Shame” είναι μια από αυτές τις ταινίες που δε χρειάζεται τίποτα άλλο για να σταθεί μόνη της, πέρα από μια υπέροχα ‘ατμοσφαιρική’ σκηνοθεσία και δυο από τις καλύτερες ερμηνείες της χρονιάς.

Ο McQueen σκηνοθετεί μαεστρικά τη σύγχρονη, αστική μοναξιά θέτοντας ως βάση της όποιας ιστορίας του, έναν εθισμό που δεν βλέπουμε πολύ συχνά στη μεγάλη οθόνη.  Κι όμως.  Αυτό το ‘ναρκωτικό’ ίσως και να είναι πιο σύγχρονο από ποτέ.  Σε έναν κόσμο τζαμάτων ουρανοξυστών και αγνώστων, ο οποιοσδήποτε μπορεί να θελήσει να ξεφύγει από το τώρα και να φτάσει στον παροξυσμικό του οργασμό, μόνο με ένα κλικ, καθισμένος μπροστά από τον υπολογιστή του.  Ο McQueen επιλέγει να ωθήσει το πράγμα στα όρια, βάζοντας τον ήρωά του να υποδυθεί έναν σύγχρονο “American Psycho”, με το minimal διαμέρισμα, την σκούρα καπαρντίνα και το drooling παρουσιαστικό, ο οποίος όμως ανταλλάσσει τη δολοφονική διαστροφή και τον καυστικό, κοινωνικό σχολιασμό, για χάρη μιας μοντέρνας, υπέρμετρης σεξοδιαστροφής που είναι το αντίδοτο στην απομάκρυνση του από κάθε τi ανθρώπινο.
Όλη αυτή η σεξουαλική μανία που χαρακτηρίζει τον Fassbender αποτυπώνεται ιδανικά στην κατακερματισμένη σκηνοθεσία του McQueen ο οποίος κατά τη διάρκεια της επαφής μας δίνει κυρίως κομμάτια του ανθρώπινου σώματος: ένα ερεθισμένο μόριο, στήθη που κουνιούνται ανεξέλεγκτα, τουρλωμένα οπίσθια που γεμίζουν την κάμερα, και πλάνα που κολλάνε πάνω στο νευρώδες σώμα του πρωταγωνιστή, ο οποίος παραπέμπει σε άγριο ζώο που βρίσκεται σε σεξουαλική συνεύρεση με το ταίρι του.  If only.  Η αναζήτηση της αξίας να ζεις, να υπάρχεις και να αναπνέεις μέσα σε μια βιομηχανικά χρωματισμένη Νέα Υόρκη, άγρια και μουντή, βρίσκεται στα κομμάτια και οχι στην ολότητα.  Είναι στιγμές και οχι μια συνέχεια.  Ο Brandon είναι συλλέκτης ανθρώπινων μελών σώματος, ακριβώς όπως και ο Christian Bale στο αιματηρό “Amercinan Psycho”.  Με τη διαφορά οτι ο Fassbender δε τα κρατάει στοιβαγμένα στη συντήρηση του ψυγείου του.

Μέσα από την σύγχρονη ματιά του σκηνοθέτη, ο Fassbender δίνει μια πραγματικά υπέροχη ερμηνεία, που εκφράζεται μέσα και από τη παραμικρή σπιθαμή του κορμιού του.  Οι εκφράσεις του προσώπου του ενώ κάνει σεξ, το βλέμμα του όταν φλερτάρει, ή όταν βιώνει τον απόλυτο κενό, η στάση του σώματος και η ομιλία του, τα πάντα πάνω του είναι δουλεμένα και προσεγμένα μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια.
Η προβληματική του σχέση με την αδελφή του (εξαιρετική και η Mulligan σε έναν προκλητικό για τα δεδομένα της ρόλο) η οποία δίνει και υποψίες μιας βαθύτερης μεταξύ τους σεξουαλικότητας, αποτελεί την αφορμή προκειμένου ο Brandon να έρθει αντιμέτωπος με τον προσωπικό του πάτο.  Τον αναγνωρίζει και προσπαθεί να ανακάμψει.  Δύσκολο πράγμα για κάποιον που έχει συνηθίσει να ζει μέσα στην απρόσωπη ηδονή και λαγνεία, γεγονός που επιβεβαιώνεται με την αδυναμία του να συνευρεθεί με μια γυναίκα για την οποία ίσως και να αισθάνεται κάτι περισσότερο από μια απλή καύλα.

Στο πλευρό ενός Fassbender που δίνει κυριολεκτικά ρέστα και γεμίζει το πλάνο χάρη στη πληθωρική (να τα λέμε αυτά) του παρουσία, βρίσκεται η Mulligan η οποία χρειάζεται διαρκώς την επιβεβαίωση.  Οτι αξίζει, οτι την αγαπούν και οτι κάποιος φροντίζει γι’ αυτή.  Ο αδελφός της αδυνατεί να της προσφέρει αυτό που θέλει (χωρίς αυτό να σημαίνει οτι δε την αγαπά) και ο κόσμος της γκρεμίζεται, όπως φαίνεται να γινόταν και στη παιδική της ηλικία, για την οποία έχουμε μόνο αναφορές (και μια σκηνή η οποία με ευρηματικό τρόπο μας λέει ξεκάθαρα τι είχε συμβεί).  Ντελικάτη και συγκινητική, δίνει ίσως την καλύτερη μέχρι τώρα ερμηνεία της καριέρας της.
Το “Shame” είναι ένα προκλητικό διαμάντι, όμοιο του οποίου είχαμε καιρό να δούμε.  Η εξαιρετική του μουσική επένδυση, η χαρακτηριστική σκηνοθεσία του MqQueen με τα μεγάλης διάρκειας πλάνα, την αποχρωματισμένη παλέτα (το κόκκινο το βλέπουμε μόνο σε δυο βασικές στιγμές) και οι υπέροχες ερμηνείες των πρωταγωνιστών, κάνουν αυτή τη ταινία must see.  Ο Fassbender καλύτερος από ποτέ.  Προκλητικός κι αυτός, τολμηρός και τόσο μα τόσο μοναχικός, που σε σπαράζει.  Αξίζει την αμέριστη προσοχή σας.  Δώστε την.

Τι έμαθα από την ταινία:  Οτι το ‘New York, New York’ παίρνει την ερμηνεία που του αξίζει από την Mulligan, οτι ο Fassbender είναι ‘μεγάλος’ και οτι περιμένω πως και πως να δω και πάλι σκηνοθέτη και ηθοποιό να δημιουργούν τέτοια αποτελέσματα.

TRIVIA

  • Σκηνοθετήθηκε σε μόλις 25 μέρες!
  • Στην σκηνή που ο Fassbender ακούει τη Mulligan να τραγουδάει, η αντίδρασή του είναι απολύτως φυσική, καθώς η σκηνή γυρίστηκε σε real time. Συγκεκριμένα σκηνοθετήθηκε στις 3 το πρωί, με τον Fassbender να δακρύζει στο τραγούδι της Mulligan, την οποία άκουγε για πρώτη φορά.
(Πηγή IMDB)
Αύριο έχουμε ψηφοφορία για να αναδείξουμε τη ταινία που εσείς θεωρείται οτι πρέπει να πάρει φετινό Oscar Kαλύτερης Ταινίας.  Stay cool! 

A Dangerous Method: The Father(s) and the Mistress

NEW ARRIVAL


Καλημερούδια! Λοιπόν λοιπόν σήμερα επισήμως το νέο κινηματογραφικό site “Reel.gr” είναι γεγονός!  Μπείτε και διαβάστε κριτικές για νέες ταινίες, νέα, αφιερώματα, δείτε trailers και πολλά πολλά ακόμη που θα ανεβαίνουν προοδευτικά : )  Σήμερα στο blogaki θα μιλήσουμε λίγο για το “A Dangerous Method”, που με άφησε με ποικίλες εντυπώσεις.  Από σήμερα παίζεται στους κινηματογράφους και όπως σας είπα και τις περασμένες μέρες, επιλέξτε να δείτε και το “Tyronnosaur” το οποίο φαίνεται εξαιρετικό.  Θα προσπαθήσω να το δω και να το ανεβάσω σύντομα και εδώ : )  Now, have fun!

Ο νεαρός ακόμα (τόσο σε ηλικία, όσο και σε εμπειρία) Σουηδός ψυχίατρος Carl Jung (Michael Fassbender) υποδέχεται στην κλινική του την Sabina Spielrein (Keira Knightley) μια κοπέλα με μπόλικα παιδικά τραύματα, διαταραγμένη προσωπικότητα και εμμονές.  Όταν έρθει η στιγμή που ο Jung θα γνωρίσει από κοντά τον Πατέρα της ψυχανάλυσης Sigmund Freud (Viggo Mortensen ) τότε οι δυο άνδρες θα ξεκινήσουν μια αέναη αναζήτηση της φύσης της ψυχανάλυσης, μέσα από ατέλειωτες συζητήσεις και επιστημονικές επιστολές.  Στην πορεία της ολοκληρωτικής διαφοροποίησης και την αμετάκλητης μεταξύ τους ρήξης, ο Jung θα ακολουθήσει τελικά την ‘επικίνδυνη μέθοδο’ του Freud προκειμένου να θεραπεύσει την νεαρή Sabina, μέσω της καθαρά σεξουαλικής διάστασης.  Την ίδια στιγμή τα δικά του καταπιεσμένα, σεξουαλικά απωθημένα θα έρθουν στην επιφάνεια και η ιδιάζουσα σχέση που θα αναπτύξει με την ασθενή του θα τον οδηγήσει αφενός σε ολέθρια, προσωπικά αποτελέσματα, και αφετέρου στην ανάπτυξη της δικής του μεθόδου περί αναλυτικής ψυχολογίας.  Με έναν Freud να σιγοντάρει την ιδέα του σχετικά με την σεξουαλική φύση των πάντων, έναν υπερσεξουλιάρη Αυστριακό ψυχαναλυτή τον Otto Gross (Vincent Cassel) τον οποίο στέλνει στον Jung για-υποτιθέμενη-θεραπεία και ο οποίος μοιάζει κατάλληλα εκπαιδευμένος για να κινήσει τα νήματα του ‘δασκάλου’ του, ο Jung πέφτει στην παγίδα της δικής του αμφισβήτησης σχετικά με την προβληματική φύση των ανθρώπων η οποία μπορεί να αναζητηθεί μόνο στα σεξουαλικά του ένστικτα, και απαγκιστρώνεται ολοκληρωτικά από τον σοφό μέντορά του, Sigmund Freud.  Από την Sabina όμως φαίνεται πως δε μπορεί να ξεφύγει έτσι εύκολα…

Μετά από απουσία 4 ετών, o ταλαντούχος Cronenbreg επιστρέφει και πάλι στα κινηματογραφικά πλατό, αυτή τη φορά σκηνοθετώντας ένα ιστορικό δράμα, με ολίγον μόνο από επικίνδυνη σεξουαλικότητα (περίεργο αν σκεφτεί κανείς τις άλλες ταινίες του στις οποίες μας έχει συνηθίσει), μπλα μπλα που φτάνει και περισσεύει και μερικές από τις καλύτερες φετινές ερμηνείες (θα πάω κόντρα στους πολλούς και θα υποστηρίξω οτι μπορεί και να μιλάμε για την καλύτερη μέχρι τώρα ερμηνεία της Knightley, κι ας πέσουν να με φάνε 😛 ).
Με μια καριέρα που μετράει ήδη τέσσερις δεκαετίες, μια συλλογή βραβείων που ξεπερνάει σε αριθμό τα Manolo της Carrie Bradsaw και την παγκόσμια αναγνώριση, o Cronenberg είναι ένας ‘τεχνίτης’ της εποχής του, όπως κάθε φορά αυτή τον προστάζει να είναι.  Καταφέρνοντας να διατηρεί από την μια το δικό του, απαράμιλλο (και πολλές φορές αρκούντως άρρωστο) στιλ, και από την άλλη αφήνοντας πάντα το στίγμα του χωρίς όμως να καταλήγει παλιομοδίτικος, αλλά ξέροντας τι πουλάει και τι θέλει το κοινό, έχει δημιουργήσει όνομα μεταπηδώντας με μαεστρία από το ένα κινηματογραφικό είδος στο άλλο.  Sci-fi (“Scanners”-1981, το εξαιρετικό remake του “The Fly”-1986, “eXistenZ”-1999), κωμωδία/αυτοβιογραφία (“Naked Lunch”-1991), δράμα (“Μ. Βutterfly”-1993, “A Dangerous Method”-2011) και crime περιπέτειες, με ιδιαίτερη ηθοποιική προτίμηση στον Viggo Mortensen (“A History of Violence”-2005, “Eastern Promises”-2007) είναι μερικά από τα πιο γνωστά του φιλμ.  Βέβαια παρά το γεγονός οτι έχει δοκιμάσει διαφορετικές συνταγές στις ταινίες του, το horror είδος με έντονη την αιματηρή σεξουαλικότητα, εξακολουθούν μέχρι και σήμερα να αποτελούν από τα καλύτερα του δείγματα, τόσο σε σκηνοθετικό, όσο και σε σεναριακό επίπεδο.  Στο “They Came from Within” (1975) οι κάτοικοι μιας πολυκατοικίας προσβάλλονται από ένα μικρόβιο σε ερωτική φρενίτιδα, κολλώντας ο ένας τον άλλον μέσω της σεξουαλικής επαφής, στο “Rabid” (1977) μια νεαρή γυναίκα αποκτά μια έντονη δίψα για ανθρώπινο αίμα έπειτα από μια…πλαστική επέμβαση που πήγε στραβά μετατρέπονται μια ολόκληρη πόλη σε ζομπο-φωλιά, ενώ στο προκλητικό “Crash” (1996) βάζει μια ομάδα ανθρώπων να ερεθίζονται σεξουαλικά από…τροχαία ατυχήματα, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων από τους θεατές.  Σε όλα αυτά προσθέστε το ντελιριακό “Videodrome” (1983) και το underated horror διαμαντάκι του “The Brood” (1979) με πρωταγωνίστρια μια γυναίκα που σωματοποιεί τον θυμό της στο πρόσωπο μιας ομάδας φριχτών, δολοφονικών νανο-πλασμάτων, και έχετε στο πιάτο όλους τους λόγους για τους οποίους ο Cronenberg αποτελεί το αφορισμένο (πολλές φορές), αλλά και τόσο αγαπημένο ‘παιδί’ του Hollywood.

Αυτή τη φορά επιχειρεί ένα μακροβούτι στα θολά νερά της ψυχανάλυσης μένοντας τελικά με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο πιστός στο πολυαγαπημένο του θέμα, αυτό της διφορούμενης σεξουαλικότητας.  Μασκαρεμένος ως το σινεματικό του alter ego, Viggo Mortensen (πατώντας εν μέρει και στο βιβλίο του John Kerr, “A Most Dangerous Method”) και λαμβάνοντας κατά κάποιον τρόπο ξεκάθαρη θέση ως προς την οπτική πλευρά της ταινίας, μπορεί να μη του βγαίνει και τόσο καλά η είς βάθος αναλυτική βουτιά στις απαρχές της επιστήμης, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν παραμένει αρκετά δροσερή και ενδιαφέρουσα.
Βάζοντας στο στόχαστρο την σχέση μίσους και πάθους των δυο μεγάλων Πατέρων της ψυχανάλυσης, ο Cronenberg προσπαθεί να κρατήσεις τις δέουσες αποστάσεις, αλλά μας κλείνει και το μάτι κρυφά δείχνοντας προς την πλευρά του Freud για τις όποιες απαντήσεις.  Ο Jung μοιάζει σαν άβγαλτο παιδαρέλι που έχει ακόμα πολλά να μάθει, ενώ ο Freud σαν το πανούργο δάσκαλο που προσπαθεί να τον δασκαλέψει, περνώντας του στην ‘από πίσω’ τον δικό του τρόπο σκέψης και την ιδανική κατά τον ίδιο μέθοδο προσέγγισης ενός ασθενή.  Για να γίνει ακόμα πιο έντονος ο αντιθετικός τρόπος αντιμετώπισης των πραγμάτων, ο Cronenberg ‘πετάει’ ανάμεσά τους την Keira Knightley ως το σαδομαζό μήλον της έριδος, και τους αφήνει να φάνε τις σάρκες τους.  Επι της ουσίας το “A Dangerous Method” μπορεί να μην εμβαθύνει τόσο στα επί της ουσίας της γέννησης της ψυχανάλυσης (ή όπως λέει χαρακτηριστικά ο Freud στην ταινία οχι psych-analisis, αλλά psycho-analysis), αφού μοιάζει να ξύνει μόνο την επιφάνεια μιας υπόθεσης που θα σήκωνε πολλή συζήτηση, αλλά καταφέρνει να κερδίσει το ενδιαφέρον σου επειδή για μια ακόμη φορά ο Mortensen είναι too good to be true, η kinky εξάρτηση της Knightley από τον Fassbender σου δημιουργεί ενδιαφέρουσες σκέψεις και στην τελική γιατί όλη αυτή η εγκεφαλική προσπάθεια για την κατανόηση της ψυχαναλυτικής επιστήμης δεν γίνεται ούτε υπερβολική, ούτε μοιάζει να υπολείπεται σε παρουσίαση.  It’s a win win situation.

Η απόδοση του περιβάλλοντος της εποχής του 20ου αιώνα έχει γίνει με προσοχή και με την πρέπουσα αριστοκρατική εσάνς, που έμοιαζε να χαρακτηρίζει τα πάντα: από τα μεγαλοπρεπή κτίρια και τα εκλεπτυσμένα κοστούμια, μέχρι το στήσιμο, την ομιλία και το ύφος των ηρώων.  Το πρωταγωνιστικό τρίδυμο, έμεινε πιστό απέναντι στις εποχικές υποδείξεις του τότε, δημιουργώντας παράλληλα απόλυτα πειστικούς και επαρκώς δομημένους χαρακτήρες.  Η Keira Knightley στον ρόλο της άρρωστης νεαράς, που γουστάρει να τις τρώει που και που, δίνει μια υπερβολική ερμηνεία (μπορεί ακόμα και να ξεφεύγει μερικές φορές), αλλά στο κάτω κάτω τρελή είναι, οτι θέλει κάνει.  Ο Mortensen με την προσθετική του μύτη μοιάζει εξωφρενικά στον original Freud και δίνει μια ερμηνειάρα καθισμένος-σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της ταινίας- στην δερμάτινη καρέκλα του, καπνίζοντας το πούρο του και σφάζοντας με το γάντι τον νεαρό Jung μέσω συζητήσεων και αμέτρητων επιστολών.  Πραγματικά εκπληκτικός ο Viggo ο φίλος μου.  Όσον αφορά τον Fassbender τι μπορεί να πει κανείς για την φετινή του παρουσία στα κινηματογραφικά δρώμενα;  “Jaen Eyre”, X-Men: First Class”, “Shame” (κερδίζοντας το βραβείο καλύτερης ταινίας και καλύτερου ηθοποιού στο φεστιβάλ Βενετίας), “Haywire” και έχοντας και στα σκαριά για το 2012 το πολλά υποσχόμενο “Prometheus” του Ridley Scott.  Αναμφίβολα φέτος είναι η χρονιά του και οχι αδίκως.  Έχοντας δώσει από νωρίς στην καριέρα του ψήγματα καλής πάστας ηθοποιού, ο Fassbender τα καταφέρνει περίφημα και στον ρόλο του Carl Jung.  Υποδυόμενος με κομψότητα και ραφιναρισμένη αριστοκρατικότητα έναν ψυχίατρο που έχει ακόμα πολλά να μάθει και να εντρυφήσει στον ομιχλώδη κόσμο της ψυχανάλυσης, είναι εξαιρετικός.  Σύντομα οι σεξουαλικές του ορμές τον οδηγούν σε ένα ξέσπασμα (ακόμα και τότε παραμένει συγκρατημένος, γεγονός που το κάνει ακόμα καλύτερο να το βλέπεις) αποδεικνύοντας οτι η επικίνδυνη μέθοδος του Freud δεν είναι χωρίς μειονεκτήματα.  Μοιάζοντας με πιτσιρίκι που έχει μόλις χώσει το χέρι στο βάζο με το γλυκό και αποφεύγει να παραδεχτεί αυτό που ο κόσμος έχει τούμπανο: οτι η ασθενής, έχει γίνει ερωμένη.  Καλοπαιγμένος ρόλος, με διαρκή ψυχρότητα στα γαλάζια μάτια, και χωρίς να αποχωρίζεται ποτέ την ψυχραιμία του (ακόμα και στην τελευταία σκηνή που είναι όλα τα λεφτά), ο Fassbender είναι υπόδειγμα ηθοποιού χαμαιλέοντα τα τελευταία χρόνια και φαίνεται πως δύσκολα θα απογοητεύσει.  Επίσης όσες γυναίκες δούν την σκηνή με το spanking της δεμένης στο κρεβάτι Knightley από τον Fassbender και δεν σκεφτούν έστω φευγαλέα τι ωραία θα ήταν να βρίσκονταν στην θέση της, απλά λένε ψέματα.  Ευχαριστώ.

Μπορεί η θρησκευτική προσέγγιση του Jung να κοντραρίστηκε με αυτή της σεξουαλικής επιθυμίας του Freud, και να χώρισαν τελικά τα τσανάκια τους, παρόλα αυτά η φαίνεται πως η αλληλεπίδραση των δυο τους είναι βαθύτερη απ’οτι θα πίστευε κανείς και εδώ ο Cronenberg το αφήνει σαν αιωρούμενη απορία κάπου στο τέλος της ταινίας.  Δείτε την αν μη τι άλλο για την σκηνή a la “Secretary”, άντε και για τις πολύ καλές ερμηνείες ; )

Τι έμαθα από την ταινία: Οτι η Keira Knightley αν αδυνατίσει κι άλλο θα πάψει να υπάρχει, οτι ο Mortensen έχει ξεφύγει πλέον και επισήμως από τον ρόλο του άπλυτου Aragorn, και οτι οι φλέβες στα χέρια του Fassbender ‘πετούν’ τόσο έντονα που έκανα pause για κάνα 5λεπτο και τις χάζευα (το ξέρω οτι έχω πρόβλημα, να’στε καλά!)

TRIVIA

  • O Christoph Waltz πέρασε από casting για τον ρόλο του Freud, αλλά τελικά δεν δέχθηκε τον ρόλο για να παίξει στο “Water for Elephants” (είσαι και λίγο χαζούλιακας ρε Waltz), όπως επίσης και ο Christian Bale(!) με τον οποίο επίσης δεν έδεσε το γλυκό.
(Πηγή IMDB)

Αύριο σας περιμένω με poll για “best actor/actress tranformation for a movie”  Να είστε εδώ!

Sin City: A graphic novel straight to the big screen…

Hello guyz! Σήμερα μετά την χθεσινή κλασσικούρα μας, θα περάσουμε σε κάτι τελείως διαφορετικό.  Πιο συγκεκριμένα είπα να σας κάνω το χατίρι και ανεβάσω το “Sin City” όπως σας είχα υποσχεθεί την περασμένη εβδομάδα.  Επειδή είχε όπως σας είχα πει κάποιο πρόβλημα το poll, δεν ήταν σίγουρο ότι το “V for Vendetta” ήταν το πρώτο που είχατε ψηφίσει και συνεπώς για να είμαστε σωστοί, θα ανεβάσω και “Sin City”.  Το γεγονός ότι είναι και μια τρομερή ταινία, σίγουρα συνηγορεί υπέρ ώστε να την βάλω στο blogaki.  So let’s begin…

Το “Sin City” είναι μια ταινία που επικεντρώνεται στις ιστορίες τριών βασικών και διαφορετικών ανθρώπων, οι οποίες εκτυλλίσονται όλες στην Ba(sin) City.  Μια σκοτεινή πόλη βουτηγμένη στην αμαρτία και την διαφθορά.  Πόρνες, διεφθαρμένοι μπάτσοι, παιδερεαστές, καννίβαλοι, μοιραίες και θανατηφόρες γυναίκες, άντρες χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό, απαρτίζουν όλοι τον κόσμο της “Αμαρτωλής Πόλης”.
Η ταινία αποτελεί ένα καλλιτεχνικό επίτευγμα, που όμοιό της δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε (έχω την πεποίθηση οτι δεν έχει γίνει καν, κάτι ανάλογο ξανά).  Βασισμένο στην ομόνυμη σειρά graphic novel του Frank Miller, το “Sin City” συμπυκνώνει πολλές και διαφορετικές ιστορίες, από αυτές που έχει γράψει ο διάσημος comicογράφος σε μια ταινία βγαλμένη κατευθείαν θαρείς από το μυαλό του Miller.  Η dark διάθεσή της, η comiκίστικη σκηνοθεσία της από την αρχή, μέχρη το τέλος και το υπέροχο στυλιζάρισμά της που την ανάγει σε ένα εκπληκτικό, καλλιτεχνικό ‘προϊόν’, την καθιστούν μια από τις καλύτερες ταινίες ever.  Δεν είναι τυχαίο το γεγονός οτι στην σκηνοθετική καρέκλα στρογγυλοκάθεται ο σπλατερικά δημιουργικός, Robert Rodriguez καθώς και ο κολλητός του και πανταχού παρών στις ταινίες του, Quentin Tarantino, ο οποίος κρατάει μικρότερο μερίδο μεν στην ταινία, κάνει δε την παρουσία του αισθητή.  Φυσικά δε θα μπορούσε να λείπει και ο ίδιος ο δημιουργός της “Sin City” νουβέλας, Frank Miller συμπληρώνοντας την Αγία Τριάδα που δημιούργησε αυτή την υπερθεαματική ταινία.

Δε νομίζω να μπορεί να πει κανείς πολλά για την σκηνοθεσία, καθώς είναι πραγματικά σαν να διαβάζεις το graphic novel στην οθόνη.  Ο έντονα ασπρόμαυρος χρωματισμός των πλάνων, δημιουργεί εύκολα την εντύπωση οτι παρακολουθείς μια noir ιστορία, μέσα από το πρίσμα ενός comic για ενήλικες.  Τα δε έντονα χρώματα που εμφανίζονται ανά διαστήματα (κόκκινο, κίτρινο, μπλε) σοκάρουν τον θεατή, καθώς η αντίθεσή τους με το γενικότερο ‘μουντό’ background της ταινίας προκαλούν το μάτι και καθιστούν αυτόν που παρακολουθεί την ταινία, αχόρταγο για χρωματική ζωντάνια.  Κλασσικές ταραντινίστικες πινελιές συναντάμε και στην ταινία οπού το αίμα άλλωτε φαίνεται κόκκινο, άλλωτε λευκό, ακριβώς όπως συνηθίζει να κάνει ο Taranino σε πολλές του ταινίες.  Ο τρόπος με τον οποίο ξεκινούν οι ιστορίες μεμονομένα και μπλέκονται στη συνέχεια, είναι υπέροχος και όλοι ηθοποιοί έχουν έναν συγκεκριμένο ρόλο να φέρουν εις πέρας, με τις δικές του ιδιαιτερότητες και σκοτεινές στιγμές.  Το γεγονός οτι ο Rodriguez έχει βασιστεί στην τεχνική του “green-room” για να αποδώσει και να χτίσει ουσιαστικά ολόκληρη την “Αμαρτωλή Πόλη” είναι ιδανικός, καθώς του επιτρέπει να κάνει με λίγα λόγια, οτι γουσταρει.  Οι ξεκάθαροι περιορισμοί που θα υπήρχαν εάν δεν χρησιμοποιούνταν μια τέτοια τεχνική, είναι σίγουρο οτι δε θα καθιστούσαν την ταινία αυτό που είναι σήμερα: την καλύτερη ομολογουμένωες μεταφορά graphic novel στην μεγάλη οθόνη, και οχι μόνο…

Το cast της ταινίας είναι ατέλειωτο… Ο Mickey Roorke στον ρόλο του άσχημου Marv είναι τρομερός και απ’οτι έχω τσεκάρει (μιας που το graphic novel δε το έχω διαβάσει) είναι ολόιδιος με τον χαρακτήρα της νουβέλας, τον οποίο υποδύεται.  O Bruce Willis ως ντετεκτιβ Hartigan, ο Clive Owen ως Dwight και ο Benicio del Toro στον ρόλο του σιχαμερού Jackie Boy, είναι μόνο μερικοί από τους ήρωες της ταινίας.  Στο πλευρό τους συναντάμε και τις απαραίτητες ωραίες γυναίκες, όπως την Jessica Alba, την Rosario Dawson, την Jaime King ως Goldie, την Britany Murphy, την Carla Cugino και πάει λέγοντας.  Personal favorite ο ρόλος του Elijah Wood ως αποτρόπαιος καννίβαλος.  Απόλυτα creepy και με ψυχοπαθές βλέμα χωρίς να πει λέξη, ήταν σίγουρα από αυτούς που ξεχώρισαν στην ταινία, ακόμα και αν ο ρόλος τους δεν ήταν μεγάλος.
Εξερευνώντας την ανθρώπινη φύση στα όρια της, τα πάθη και τα άγρια ένστικά της, οι ιστορίες που ‘τρέχουν’ μέσα στην ταινία καταφέρνουν να περάσουν αυτή την σαπίλα και την πρωτόγονη πλευρά του ανθρώπου, χάρη στην βοήθεια των ηρώων και της σκηνοθεσίας.  Το ενδιαφέρον είναι οτι ενώ φαινομενικά η “Sin City” μοιάζει με μια πολή οπού κάθε κακό ριζώνει εκεί για πάντα, τελικά φαίνεται οτι πίσω από κάθε δράση και κάθε αντίδραση κρύβεται κάποιο ηθικό δίδαγμα.  Ηθικά διδάγματα από ανήθικους ανθρώπους.  Πέρα λοιπόν από το οπτικό ενδιαφέρον που σου προκαλεί η ταινία, μοιάζει πως και στο επίπεδο της υπόθεσης και κυρίως τον τρόπο που αυτή αντιμετωπίζεται καταφέρνει να προκαλέσει την σκέψη του θεατή.  Συνεπώς θα μπορούσαμε να μιλάμε για μια άρτια ταινία. Ιδιαίτερη μεν, άρτια δε.

Σκηνοθεσία, check.  Ερμηνείες, check.  Υπόθεση, check.  Επιτυχημένη μεταφορά graphic novel επί της οθόνης, check.  Απλά δείτε την…ξανά!

http://www.youtube.com/watch?v=JfeYzxyMKJI&feature=related


TRIVIA

  • O Adrien Brody πέρασε από casting για τον ρόλο του Jackie Boy, ενώ η Jessica Simpson για τον ρόλο της Nancy Callahan.
  • O Rodriguez και ο Miller σκηνοθέτησαν το κάθε καρέ της ταινίας, βασιζόμενοι στην ιστορία σελίδα προς σελίδα του original comic, και χρησιμοποιόντας το ως storyboard.
  • Ο Tarantino σκηνοθέτησε τη σκηνή οπού ο Clive Owen και ο Benicio del Toro είνια μέσα στο αυτοκίνητο, λίγο πριν ο Owen ως Dwight σταματήσει στην άκρη, από έναν αστυνομικό.
  • Τα σπαθιά που κρατάει η Miho είναι τα ίδια που χρησιμοποιήθηκαν και στο “Kill Bill: Vol.1” στην σκηνή που η Therman σκοτώνει τους παρατρεχάμενους της O-ren Ishii.  Ο Tarantino τα είχε φυλαγμένα στο…γκαράζ του.
  • Αρχικά ο Rodriguez δεν ήθελε τον del Toro με μακιγιαζ, αν και ο ηθοποιός επέμενε.  Τελικά το μακιγιάζ κατέληξε να είναι τόσο πειτυχημένο, που όπως έλεγε χαρακτηριστικά μετά ο σκηνοθέτης, ήταν δύσκολο για τους υπόλοιπους να θυμηθούν την κανονική φυσιογνωμία του del Toro.
  • Προκειμένου να υποδυθεί τον ρόλο της η Alba επισκέφτηκε αρκετά stip clubs σε μια προσπάθεια να μάθει πως πρέπει να χορεύει.  Αργότερα είπε οτι τελικά δεν έμαθε και πολλά, καθώς οι στριπερ ενδιαφέρονταν μόνο για το πόσα tips θα πάρουν.
  • Είχε προταθεί στον Leonardo di Caprio ο ρόλος του Junior, αλλά δε δέχτηκε.  Επίσης πριν καταλήξουν στην Carla Cugino ο ρόλος της Lucille είχε προταθεί στην Uma Therman, την Carrie Ann Moss και την Naomi Watts.
(Πηγή IMDB)

Τίποτα και σήμερα στην tv…

Cya tomorrowzz!

Enter the Void: Κινηματογραφική ψυχεδέλεια for sure…

Καλημέρα σε όλους!  Λοιπόν λοιπόν, σήμερα σας έχω μια ταινία, που για να μιλήσω και στη γλώσσα της νεολαίας “δεν υπάρχει!”.  Είμαι σίγουρη οτι δεν μοιάζει με καμία άλλη, που έχετε δει.  Και εγω πριν τη δω έλεγα, οτι εντάξει, πόσο διαφορετική είναι πια, τι έχει;  Έχει τα πάντα και μαζί, απολύτως τίποτα από όλα αυτά τα συμβατικά που ξέρουμε από άποψη σκηνοθεσίας, που είναι πραγματικά γιουχου (όπως βλέπετε πάντα μιλάω με κινηματογραφικές ορολογίες!).  Πρόκειται για ένα υπερθέαμα που συμβαίνει μπροστά στα μάτια των θεατών, καθώς η βασική λεπτομέρεια είναι η εξής: η ταινία οπτικοποιείται μέσα από το βλέμμα κάποιου που έχει πάρει ναρκωτικά.  And boy what he sees!

Όλα αυτά που θα δείτε στην ταινία, μπορούν άνετα να συνοψιστούν στο poster που βλέπετε ακριβώς από πάνω.  Μόνο που είναι 100 φορές πιο έντονο, καθώς υπάρχει κίνηση και δράση.  Αλλά γενικά μιλάμε για μια ταινία οπου κυριαρχούν οι καλειδοσκοπικές εικόνες, πολλά και έντονα χρώματα σαν να βιώνεις παραισθήσεις (το οποίο έτσι κι αλλιώς γίνεται), διαρκή κοψίματα της κάμερας που άνετα σου προκαλούν ενόχληση (άνετα όμως) και γενικά πράγματα και θάματα.  Σαν μια άλλη Αλίκη στη χώρα των Θαυμάτων, ‘φτιαγμένη’ για τα καλά και σε κατάσταση διαρκούς και ατελείωτου tripping…
Κάπου εκεί, υπάρχει και ένα story που εκτυλλίσεται, αν και προσωπικά δε θα είχα κάνενα πρόβλημα εάν δεν υπήρχε.  Ο Oscar (Nathaniel Brown) ζει μαζί με την αδελφή του Linda (Paz de la Huerta) σε ένα μικρό διαμέρισμα κάπου στην Ιαπωνία.  Ένα βράδυ μια αγοραπωλησία ναρκωτικών, θα καταλήξει σε τραγωδία και ο Oscar θα σκοτωθεί.  Τότε θα επιστρέψει και πάλι στη Γη, αυτή τη φορά ως ‘φιλικό φάντασμα’, προκειμένου να βοηθήσει και να προσέχει την αδελφή του, που έχει μείνει πλέον μόνη σε αυτή την αχανή χώρα.
Καταρχάς, έχω αρκετές διαφωνίες σχετικά με την ταινία, αφού μπορεί μεν να αποτελεί μια άλλου είδους εμπειρία και κάτι το πραγματικά πρωτόγνωρο, αλλά δε παύει να αποτελεί ταινία, και μάλιστα με κάποια περιττά και υπερβολικά θα έλεγα, κομμάτια.  Πρώτη μου διαφωνία, είναι αυτό που ανέφερα και πριν, το story.  Ουσιαστικά αποτελεί απλά μια αφορμή για να ξεκινήσει η ταινία, και κατά τη γνώμη μου τίποτα παραπάνω.  Δε βλέπουμε ποτέ τον αδελφό να μετουσιώνεται σε διάφανο φάντασμα (που και να το βλέπαμε, η ταινία είναι full από ναρκωτικά, οπότε δε θα προκαλούσε εντύπωση στο πλαίσιο μιας ακόμα παραίσθησης).  Συνεπώς από κάποιο σημείο και μετά, ο θεατής βρίσκεται σε κάποιο χάσιμο, γιατί πολύ απλά η πλοκή της ταινίας, έχει πηδηχτεί απ’το παράθυρο!.  Γι’αυτό και είπα, οτι στη τελική και πλοκή να μην είχε, δεν θα μου έκανε καμία διαφορά.  Δεύτερη διαφωνία μου, η ταινία κράτησε πολύ, γι’αυτό που ήθελε να δείξει και να μας περάσει: ένα οπτικοαουστικό ταξίδι δηλαδή, στο κόσμο των παρισθήσεων και των ναρκωτικών, γενικότερα.  Το ομολογώ οτι έπιασα τον εαυτό μου σε κάποια φάση να μη μπορεί να βολευτεί στην καρέκλα, γεγονός που όποτε μου συμβαίνει, σημαίνει οτι έχω αρχίσει να μη τη πολυπαλεύω τη ταινία.  Βέβαια και το γεγονός οτι την είδα κατά τις 4 το πρωί, και τελείωσε κατά τις 7 παρά, σίγουρα δε βοήθησε και πολύ!…Θα την προτιμούσα πιο σύντομη, γιατί νομίζω οτι θα ήταν πιο ολοκληρωμένη και πιο ‘συμπαγής’ σε αυτά που ήθελε να παρουσιάσει.  Τρίτη και τελευταία μου αντίρρηση: πολύ και ανούσιο γυμνό (μη χάσετε, αμέσως να τρέξετε!), καθώς και δυο-τρεις σκηνές, που ήταν πράγματι δύσκολες να τις δεις και προκάλεσαν για να προκαλέσουν.  Νothing more (you will see what i meen…).
Και τώρα πάμε στα καλά, γιατί σίγουρα μετά από όσα σας είπα, θα αναρωτιέστε για ποιό στον καλό λόγο, να δείτε τελικά αυτή τη ταινία.  Γιατί είναι κάτι που δεν έχετε ξαναδεί ποτέ.  Είναι αναμφισβήτητα μια τρομερή εμπειρία να την βλέπεις και μια ακόμη πιο τρομερή, για τον ψυχοσωματικό αντίκτυπο που θα έχει πάνω σας.  Ο τρόπος με τον οποίο έχει χρησιμοποιηθεί η κάμερα, είναι εκπληκτικός.  Εμείς σαν θεατές, βλέπουμε πάντα με τα μάτια του Oscar, είτε ως ζωντανός, είτε ως φάντασμα.  Η οπτική μας γωνία δεν αλλάζει και είναι πραγματικά σαν να βρισκόμαστε εμείς οι ίδιοι στην ταινία μέσα.  Υπάρχουν πλάνα στα οποία ειλικρινά ανρωτήθηκα, που στο καλό είχαν τοποθετήσει την κάμερα και υπέθεσα οτι θα μπορούσαν να την έχουν βάλει στον ώμο ή ακόμα και στο κεφάλι του ηθοποιού, προκειμένου να επιτύχουν αυτή την υποκειμενική ματιά ήρωα/θεατή.  Επίσης η κάμερα λειτουργεί, ως φυσικό όργανο και συγκεκριμένα όπως ακριβώς τα μάτια μας.  Θα προσέξετε τα διαρκή ‘κατ’ που κάνει, τα οποία υποδύονται το φυσικό βλεφάρισμα των ματιών!.  Επίσης υπάρχουν σκηνές κατά τις οποίες η κάμερα κινείται θεωρητικά, με τρομερή ταχύτητα μιας που από την αρχή φαίνεται οτι δεν υπακούει σε καμία συμβατική μέθοδο χρήσης της.  Από την άλλη οι εικόνες που ξεπετάγονται σαν μέσα από καλειδοσκόπιο, είναι εντυπωσιακές και ‘ενοχλητικές’ μαζί, όπως θα έπρεπε.  Τίποτα δεν υπάγεται στον πραγματικό κόσμο.  Χρώματα μπερδεύονται, εικόνες στροβιλίζονται, λάμψεις ξεπετάγονται από το πουθενά (ακόμα και από τα επίμαχα σημεία των ανθρώπων, κάτι το οποίο μου άρεσε πολύ), φλούο και φωσφοριζέ αποχρώσεις κυριαρχούν σε όλη τη ταινία, σε σημείο που να προκαλέσουν τα μάτια και τον εγκέφαλό σου σε δοκιμασία.  Η αλήθεια είναι οτι μετά την ταινία μπορεί να αισθανθείτε κάπως περίεργα, σαν μια ζαλάδα, ελαφρύ πονοκέφαλο ή απλά τα μάτια σας να είναι λίγο έτοιμα να εκραγούν (εντάξει είμαι και λίγο υπερβολική, προκειμένου να σας κάνω να τη δείτε 😛 ),  αλλά σίγουρα θα την θυμάστε for ever μετά.
Ακόμαι και τόσα που έγραψα, δε νομίζω οτι με έφτασαν για να περιγράψω επακριβώς αυτή τη ταινία του Gaspar Noe (σκηνοθέτης και του Irreversible με την Monica Beluchi, οπότε καταλαβαίνετε).  Θα πρέπει να τη δείτε για να καταλάβετε απόλυτα τι εννοώ.  Όσο αντέξετε δηλαδή, γιατί εγώ άντεξα στο τσακ!.  Θα σας δώσω να πάρετε και μια μικρή γεύση από το trailer και τα opening credits και αν δε πάθετε τώρα επιληψία, μάλλον δε θα πάθετε ποτέ σας…

Opening credits
http://www.youtube.com/watch?v=tPxgi-PiNFE
(full HD παρακαλώ και σε full οθόνη επίσης…yeah…)

Τrailer
http://www.youtube.com/watch?v=bKRxDP–e-Y

TRIVIA

  • Προκειμένου να αναπτύξει αυτή την υποκειμενική οπτική, ο Noe εμπνεύστηκε από το μουσικό video των Prodigy, “Smack My Bitch Up”.
  • Ένα ακόμα έγο από το οποίο εμπνεύστηκε την “star gate” sequence, ήταν το “2001: Α Space Odyssey”, του Kubrick.
(Πηγή IMDB)
H TV ΣΗΜΕΡΑ….

ET1:22:00, Τhe Hours, με τους Nicole Kidman, Julianne Moore, Meryl Streep, Ed Harris, Claire Danes, Jeff Daniels.  Η ζωή της διάσημης συγγραφέως Virginia Woolf, στην καλύτερη ίσως ταινία για το 2002, που τιμήθηκε με Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας, και Oscar ‘A Γυναικείου Ρόλου, για την Kidman.  Ένα εξαιρετικό cast ηθοποιών σε μια εξίσσου εξαιρετική ταινία.

Cya tomorrowzzz…

American Psycho: Πιο American γίνεται, πιο psycho δε γίνεται!!

Λοιπόν σήμερα είμαι πολυ εκνευρισμένη, μα πάρα πολυ!.  Τώρα θα μου πείτε γιατί, τι συμβαίνει;.  Αααα τίποτα, καμία σχέση με εμένα, απλά έβλεπα το trailer απο μια καινούργια ταινία και έπαθα σοκ.  Η ταινία λέγεται The Fighter, και πρωταγωνιστής είναι ο Christian Bale.  Μαζί του παίζει ο Mark Wahlberg και η Amy Adams.  Εντάξει ρε παιδιά δείτε το σας παρακαλώ και δείτε πως έχει γίνει ο Bale για μια ακόμη φορά για τις ανάγκες ενος ρόλου.  Αν δε προταθεί για Oscar αυτή τη φορά, θα φάω τις κοτσίδες μου!!.  Αφήστε δε που στο trailer συνειδητοποίησα οτι ο Wahlberg έχει προταθεί για το αντίστοιχο βραβείο!!.  Δηλαδή ποιος, ο Wahlberg για τον ρόλο του στον Πληροφοριοδότη.  Σιγά το ρόλο πια…..Pfff….Γι’αυτο για να μου φύγει ο καημός (κάπως δηλαδή, γιατί ειλικρινά τα νεύρα μου!), σήμερα θα ασχοληθώ με το American Psycho, μια απο τις καλύτερες ερμηνείες του Bale- φυσικά- αν και αυτή δεν έχει την αναγνώριση που της αξίζει.

Σε μια μεγάλη ψηφοφορία που έγινε πριν απο μερικούς μήνες, ο Bale ψηφίστηκε ως η πιο cult φυσιογνωμία της δεκαετίας σε ταινία και συγκεκριμένα για το American Psycho.  Όποιος έχει δει την ταινία ηδη, θα καταλάβει γιατί έχει τόσο μεγάλη απήχηση στους fan του είδους.  Γιατί απλά η ερμηνεία του, όπως και να το κάνουμε είναι τρομερή.
O Patrick Bateman είναι ένας επιτυχημένος επενδυτικός σύμβουλος, σε μια απο τις μεγαλύτερες επενδυτικές εταιρίες της Νεας Υόρκης.  Έχει ενα υπερχλιδάτο διαμμέρισμα, μια όμορφη αρραβωνιαστικία, πολλά λεφτά και άψογο στυλ.  Ο Patrick Bateman τα έχει όλα και αυτό φαίνεται.  Έχει όμως και κάτι ακόμα, κάτι που δε φαίνεται και που φροντίζει να το κρύβει πολυ καλά απο τους συνεργάτες του και γενικότερα το οικείο του περιβάλλον.  Μια αρρωστημένη και νοσηρή προσωπικότητα, ενα σκοτεινό και ψυχωτικό alter ego, που εμφανίζεται ξαφνικά και τότε αλίμονο σε όποιον βρεθεί μπροστά του….
Ο Βale αν και Βρετανός, μπήκε στο πετσί του American Psycho, καλύτερα απ’οτι και ο ίδιος θα μπορούσε να φανταστεί.  Δεν είναι βασικά τυχαίο που η ταινία διαδραματίζεται στη ‘πόλη των πόλεων’, καθότι χρονολογικά το story τοποθετείται στη δεκαετία του ’80, με τα ναρκωτικά, τη ξέφρενη ζωή και το ελεύθερο (και πολυ) sex, που βρίσκονταν σε άνθηση τότε.
Το ολο σκηνικό θα σας θυμίσει σίγουρα την οπτική των παλαιότερων ταινιών, αλλά αυτό είναι σκόπιμο καθώς η ταινία γυρίστηκε το 2000.  Στο επίκεντρο βεβαίως βρίσκεται ο Patrick Batman, εμ συγγνώμη Bateman ήθελα να πω :P, ο οποίος για να το θέσουμε πιο απλά είναι ένα άτομο με διπλή προσωπικότητα.  Η ερμηνεία του όμως κάθε άλλο παρά απλή είναι, καθώς έχει καταφέρει να της δώσει ένα απίστευτο βάθος, εκεί που κάποιος άλλος θα του προσέδιδε τη μορφή καρικατούρας.  Ο Bale αμφιταλαντεύεται μεταξύ λογικής και παράνοϊας και το καταφέρνει περίφημα.  Το ωραίο με τον ρόλο του είναι οτι ουσιαστικα έχει αποδεχτεί το δυσιπόστατο του χαρακτήρα του και αυτό φαίνεται απο το γεγονός οτι κατά τη διάρκεια των διαφόρων φόνων που διαπράτει (ναι, ναι αυτο κάνει!), τις περισσότερες φορές το κάνει φορώντας το καλοσιδερωμένο και πανάκριβο κοστούμι του, τη μακριά του καπαρντίνα και τα καλογυαλισμένα του παπούτσια.  Σε άλλη ταινία απλά θα βλέπαμε τον δολοφόνο να φοράει τα κλασσικά του μαύρα ρούχα, μαύρα παπούτσια, μαύρο σκόυφο…..και πάει λέγοντας.  O Bale παλι παραδίδει μαθήματα σχετικά με το πως μπορείς να διαπράξεις μια αποτρόπαια δολοφονία, διατηρώντας όμως και απαρράμιλο στυλ!.
Η συγκεκριμένη ταινία δε μπορεί να μπεί εύκολα σε καλούπι, καθώς δεν είναι ακριβως θρίλερ.  Περισσότερο μοιάζει με μια μίξη απο θρίλερ και στοιχεία μαύρης κωμωδίας.  Εξάλλου και ο ίδιος ο σκηνοθέτης έχει δηλώσει πως ένας απο τους στόχους του ήταν να παρωδήσει, κατά κάποιο τρόπο, την εποχή και τον τρόπο ζωής του ’80.  Η επιλογή παρόλα αυτά του Bale ήταν τυχαία, μιας που ο ρόλος είχε αρχικά προταθεί στον Leonardo di Caprio, ο οποίος αρνήθηκε και έτσι στον πρωταγωνιστικό ρόλο βρέθηκε αργότερα ο Bale.  Kαι εαν ρωτάτε εμένα, ευτυχώς!.
Κορυφαία ερμηνεία, σκηνές που έχουν γράψει κινηματογραφική ιστορία, ατάκες πικρού, μαύρου χιουμορ και ενα story που ακολουθεί ουσιαστικά την κάθοδο ενος ανθρώπου, στις πιο σκοτεινές και βρώμικες σκέψεις και πράξεις, της ίδιας του της ύπαρξης.
Μια απο της καλύτερες psycho και απολαυστικές εμηνείες ever!!.

Thank you Christian!! 😉