Kairo (a.k.a Pulse): Death was…eternal loneliness

Γεια σας, γεια σας και πάλι!  Σήμερα σκέφτηκα να ασχοληθούμε και πάλι-μετά από πολύ καιρό όμως-με μια ακόμη γιαπωνέζικη παραγωγή, αυτή τη φορά της κατηγορίας του horror cinema.  Το “Kairo” είναι μια ταινία που διαφοροποιείται αρκετά από τη πληθώρα των ‘jump scares’ ταινιών, οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι των ασιατικών φιλμ τρόμου, περιλαμβάνοντας ένα μάτσο τρομακτικά πνεύματα και φαντάσματα, τα οποία πετάγονται από το πουθενά και σου κάνουν τη ζωή δύσκολη.  Έτσι λοιπόν μακριά από το “Ju-On” και το “Ringu”, το “Kairo” επιχειρεί να εξερευνήσει λιγάκι περισσότερο την ίδια τη φύση του ανθρώπου, τόσο σε μια ‘ζωντανή’ του εκδοχή, όσο και σε μια ‘πνευματική’.  Μια ταινία για τους fans του είδους, που αξίζει να δείτε.  Ξεκινάμε…

Έπειτα από την αυτοκτονία ενός φίλου τους, μια ομάδα κατοίκων της Ιαπωνίας αρχίζουν να βιώνουν περίεργες εμπειρίες, οι οποίες μοιάζουν να σχετίζονται με τους υπολογιστές και πιο συγκεκριμένα το διαδίκτυο.  Την ίδια στιγμή σε ένα άλλο σπίτι, ένας νεαρός προσπαθεί να συνδεθεί στo Internet μόνο για να εγκαταλείψει την προσπάθεια λίγο αργότερα, όταν μια περίεργη εικόνα κάνει την εμφάνισή της στην οθόνη του και η οποία αναπαριστά έναν άνδρα που πλησιάζει ολοένα και περισσότερο, φορώντας μια σακούλα στο κεφάλι του.  Δευτερόλεπτα μετά ένα μήνυμα κάνει την εμφάνισή του: “Do you want to see a ghost?”.
Σταδιακά και ενώ οι διαφορετικές ιστορίες των πρωταγωνιστών αρχίσουν να σιγκλίνουν, οι κάτοικοι της πόλης θα βρουν τους εαυτούς τους παγιδευμένους κάπου ανάμεσα στον κόσμο των ζωντανών και των νεκρών.  Και όσο τα πνεύματα από την ‘άλλη διάσταση’ αρχίσουν να συσσωρεύονται στον δικό μας κόσμο, τόσο περισσότεροι άνθρωποι θα παύουν να υπάρχουν, εξαιτίας αυτής της αμφίδρομης σχέσης που μοιάζει να αναπτύσσεται μεταξύ τους.
Από τη μια πλευρά τα αιώνια πνεύματα, ζουν μια αιώνια μοναξιά, με αποτέλεσμα να αποζητούν και τα ίδια μια ευκαιρία λύτρωσης και ανακούφισης.  Αυτή ακριβώς η ευκαιρία τους δίνεται από τη στιγμή που αρχίζουν να κατακλύζουν τον κόσμο των ζωντανών.  Σε μια απρόσμενη διάδραση με τους ανθρώπους που είναι ακόμα εν ζωή, τα πνεύματα τους στοιχειώνουν γεμίζοντάς τους απόγνωση, μόνο για να πάψουν στη συνέχεια να υπάρχουν και αυτοί, παίρνοντας τη σειρά των πνευμάτων (τα οποία έχουν χαθεί πια στη λήθη) και αναζητώντας με τη σειρά τους, νέους ανθρώπους για στοίχειωμα.  Και η κατάσταση σύντομα ξεφεύγει από κάθε έλεγχο.  Αν υπήρχε δηλαδή κάποιος έλεγχος από την αρχή…

Ο σκηνοθέτης Kiyoshi Kurosawa αποτελεί έναν από τους πιο ενδιαφέροντες, σκηνοθέτες ιαπωνικής καταγωγής, ο οποίος από τη δεκαετία του ΄70 μέχρι και σήμερα εξακολουθεί να παραμένει δραστήριος, προσφέροντας στο κοινό της χώρας του (αλλά και σε όλους εμάς που αγαπάμε τον ασιατικό κινηματογράφο), ταινίες ποικίλων ειδών και περιεχομένου.
Ο Kurosawa (ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με τον Akira) δημιουργεί στη προκειμένη περίπτωση μια ταινία τρόμου/θρίλερ, με βάθος, ουσία και διδακτισμό, τον οποίο μπορεί κανείς να εντοπίσει σχετικά γρήγορα αν έχει διάθεση και όρεξη να ψάξει το “Kairo” λιγάκι παραπάνω.
Με έντονο το κλειστοφοβικό στοιχείο και ακολουθώντας την πεπατημένη (μόνο ως ένα βαθμό) των ιστοριών με πνευματοφαντάσματα, ο Kurosawa στήνει ένα απόλυτα καταθλιπτικό και μοναχικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο ο άνθρωπος αντιμετωπίζει τη ζωή με τρόπο μίζερο και χωρίς κανέναν ουσιαστικό λόγο ύπαρξης.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως από την αρχή της ταινίας, δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε τους ήρωες να ανήκουν σε κάποια ευρύτερη, κοινωνική ομάδα, αφού παραπέμπουν περισσότερο σε αποτραβηγμένες από κάθε μορφή επαφής φιγούρες, παρά σε κοινωνικά όντα.  Επόμενο είναι λοιπόν πως μέσα σε ένα τέτοιο ζοφερό περιβάλλον, ο ‘άλλος κόσμος’ έχει τη δυνατότητα οχι μόνο να εισβάλει στην πραγματική διάσταση, όπως την ζούμε καθημερινά όλοι μας, αλλά και να αναταράξει τις ισορροπίες της σε τέτοιο βαθμό, ώστε ένα post apocalyptic μέλλον, να μην είναι τελικά και τόσο παράλογο…

Αν ήθελε κανείς να δώσει μια σαφέστατη εξήγηση σχετικά με το τι συμβαίνει ακριβώς στη ταινία, μάλλον θα δυσκολευόταν και δικαιολογημένα, καθώς η ιστορία της καταπιάνεται με ένα σωρό θέματα, τα οποία έχουν να κάνουν τόσο με το παρόν, όσο και με το παρελθόν.
Αρχικά η τίνι τρόπω, εμμονή τις γιαπωνέζικης κουλτούρας με την τεχνολογία και όλα τα καλά, αλλά και τα δεινά που απορρέουν από αυτή, αποτελεί ένα κλασικό μοτίβο το οποίο συναντά κανείς στη παράδοσή της, τα ήθη και έθιμά της, τον σύγχρονο τρόπο ζωής της, ακόμα και στα manga, τα anime και τις ταινίες της, κυρίως αυτές του horror είδους.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα ταινίας είναι φυσικά και το “Tetsuo” ένα industrial, cyberpunk ταινιάκι, γεμάτο από μια μεταφορική, κακή επίδραση της τεχνολογίας πάνω στον άνθρωπο.  Όσο disturbing είναι το Tetsuo, άλλο τόσο είναι και το “Kairo” αν και σε μια ξεκάθαρα πιο μιουταρισμένη κατάσταση, η οποία όμως περνάει και πάλι το βασικό της μήνυμα: η τεχνολογία αποξενώνει τους ανθρώπους, γκρεμίζει τις διαπροσωπικές σχέσεις και οδηγεί στην αναπόφευκτη μοναξιά.
Το γεγονός οτι τα πνεύματα χρησιμοποιούν κατά κάποιον τρόπο, ως πέρασμα για τον ερχομό τους στον δικό μας κόσμο, το Internet, μόνο τυχαίο δεν είναι, καθώς ο Kurosawa δίνει αυτομάτως το στίγμα των καιρών μας.  Όπως ακριβώς όλοι μας αποτελούμε απλώς ‘φαντάσματα’ του διαδικτύου, όταν καθόμαστε μπροστά από μια οθόνη, χωρίς πρόσωπο και χωρίς σώμα, έτσι ακριβώς και τα φαντάσματα επιλέγουν αυτό το μέσο προκειμένου να κάνουν τη παρουσία τους αισθητή.  Η τραγική ειρωνία σε ολόκληρο το μεγαλείο της…

Πέρα από την αλλοτρίωση που υφίσταται κανείς εξαιτίας της τρομακτικής εισβολής της τεχνολογίας στις ζωές μας (οπού τότε σε σχέση με σήμερα, αποτελούσε απλά ένα μικρό, απειροελάχιστο βήμα), ο Kurosawa προχωράει το παιχνίδι του ένα βήμα παραπέρα, δίνοντας μόνο θραύσματα λογικής σχετικά με το γιατί από τη στιγμή που κάποιος βλέπει ένα πνεύμα, στη συνέχεια δίνει τέλος στη ζωή του.  Μα είναι απλό, φαίνεται να μας λέει.  Η απόλυτη μοναξιά την οποία βιώνει ένα πνεύμα, έρχεται και ταυτίζεται με τρόπο απρόσμενο, με την έντονη μοναξιά την οποία ζουν εκατομμύρια συμπολίτες μας, ακόμα και όταν βρίσκονται μέσα σε κόσμο.  Είτε το ερμηνεύσεις ως ψυχική διαταραχή, είτε απλώς ως αποξένωση από τους πάντες και τα πάντα, η μοναξιά είναι ένα γεγονός πικρό και δύσκολο.  Πως θα μας φαινόταν λοιπόν αν ένα φάντασμα ερχόταν και μας ενημέρωνε πως η ζωή πέρα από το απόλυτο άπειρο, είναι και πάλι ένας ατέρμονος αγώνας για συντροφικότητα, παρέα και κοινωνικοποίηση;
Αυτή ακριβώς η τρομερή αποκάλυψη φαίνεται πως πυροδοτεί και τις ανάλογες αντιδράσεις, οδηγώντας σταδιακά έναν μεγάλο αριθμό ατόμων, στην αυτοκτονία.  Από τη στιγμή που η πρώτη επαφή με το πνεύμα πραγματοποιηθεί, εκείνο παύει να υπάρχει, χαμένο πλέον για πάντα, ενώ τη θέση του παίρνει ο νεο-νεκρός ήρωας, ο οποίος με τη σειρά του θα πρέπει να αναζητήσει έναν άλλο άνθρωπο προκειμένου να εξουδετερώσει την αβάσταχτη, χημική ένωση της μοναξιάς, να χαθεί με τη σειρά του και πάει λέγοντας.
Γίνεται φανερό εδώ πως ο σκηνοθέτης, εκτός από θέματα ηθικής (είναι τελικά η τεχνολογία καλή η κακή; η φύση της, της δίνει το θετικό ή το αρνητικό πρόσημο, ή η χρήση της από τους ανθρώπους;), θέτει και θέματα φιλοσοφικής και υπαρξιακής διάστασης, καθώς ένα από τα αέναα ερωτήματα του ανθρώπου είναι το τι υπάρχει μετά θάνατον.  Εδώ ο Kurosawa είναι πεσιμιστής (μπορεί και ρεαλιστής).  Το μόνο που υπάρχει, είναι οτι υπάρχει και στον κόσμο που ζούμε και αναπνέουμε: μια ατέλειωτη μοναξιά και μια αιώνια λήθη.  Μόνοι γεννιόμαστε και πεθαίνουμε μόνοι…

Αν θέλετε και κάτι ακόμα από τη ταινία, προσθέστε και την εξαιρετική eery κατάληξη όσον πεθαίνουν, οι οποίοι αρχικά μένουν ως αποτύπωμα πάνω στον τοίχο ή το πάτωμα, εκεί ακριβώς οπού πέθαναν και στη συνέχεια απλά χάνονται, μετατρεπόμενοι σε μαύρη σκόνη.
Μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση την οποία διάβασα σε διάφορα forums, έχει να κάνει με το γεγονός πως αυτό το μαύρο στίγμα που μένει πίσω από τους νεκρούς, ομοιάζει με το αντίστοιχο το οποίο είχε εντοπιστεί στο Ναγκασάκι και τη Χιροσίμα, αμέσως μετά τη ρήξη της ατομικής βόμβας από τους Αμερικάνους.  Σύμφωνα με μαρτυρίες, όσοι βρίσκονταν κοντά στο σημείο της έκρηξης, εξαϋλώθηκαν αμέσως αφήνοντας πίσω τους το αποτύπωμα της ‘σκιάς’ τους πάνω στους τοίχους, καθώς και τα ρούχα τους.  Η ανθρώπινη σάρκα άφηνε απλά ένα ίχνος παρελθοντικής παρουσίας και αυτό είναι όλο.  Έτσι λοιπόν, πολλοί παρομοιάζουν το “Kairo” ως μια ταινία που θέτει επί τάπητος, και το θέμα του πολέμου, έτσι όπως από πρώτο χέρι τον βίωσε αυτό το έθνος.  Αν σκεφτεί μάλιστα κανείς και το τέλος της ταινίας, τότε σίγουρα θα μπορέσει να εντοπίσει κάπου εκεί, μια εν δυνάμει, φριχτή αναπαράσταση της βιαιότητας, της ωμότητας και της θανατίλας ενός πολέμου.  Και στη τελική, κάπως έτσι φαίνεται πως λειτουργεί και η ιδέα του καλωδιακού περάσματος ενός πνεύματος στον κόσμο μας.  Ως ο ύστατος πόλεμος της ανθρωπότητας.
Η σκηνοθεσία του Kurosawa είναι σκοτεινή και μίζερη, με μουντά χρώματα, σε έναν κόσμο απομυζημένο από το παραμικρό συναίσθημα χαράς και κουράγιου.  Οι ερμηνείες των ηρώων είναι μετρημένες, χωρίς υπερβολές αυτή τη φορά, υπακούοντας στην αλληγορική σημασία της ταινίας, αλλά και στην πιθανότητα όλη αυτή η υπόθεση να αποτελεί τελικά μια νέα, καταστροφική για τους ανθρώπους, συνέπεια.  Συνέπεια που απορρέει από τον δικό μας εγωισμό και την αυξανόμενη κατάθλιψη που σκοπεύει να καταπιεί τα πάντα.
Δυσοίωνο και σκοτεινό, το “Kairo” λειτουργεί σαν μια κινηματογραφική αλληγορία πάνω σε πολλαπλά θέματα, όπως η τεχνολογία, η μοναξιά και οι συνέπειες ενός πολέμου.  Πολλά από όσα δείτε δεν έχουν μια χειροπιαστή εξήγηση στα πλαίσια της ταινίας, αλλά δε χρειάζεται κιόλας.  Ο καθένας μπορεί να οδηγηθεί στα δικά του συμπεράσματα.  Έτσι κι αλλιώς μιλάμε για μια ταινία που θα μείνει στο μυαλό σας για πολύ, πολύ καιρό…


Τι έμαθα από τη ταινία: Οτι και ο καπετάνιος μπορεί να συμβολίζει κάτι (ίσως εκείνον που μετέφερε τις ψυχές τον νεκρών από τον Αχέροντα στον Άδη;), οτι τα φαντάσματά τους δε θα σταματήσουν να με φρικάρουν ποτέ, και οτι η μουσική που σιγοντάρει τη ταινία θα ήταν ικανή να σε κάνει να χεστείς πάνω σου, ακόμα και αν έβλεπες κωμωδία.


No trivia

The Hunger Games: Not the next Twilight

NEW ARRIVAL

Καλημέρα guyz!  Σήμερα είπα να γράψω δυο λογάκια για την ομολογουμένως, πολύ καλή μεταφορά του “Hunger Games” στη μεγάλη οθόνη.  Έχοντας μια μικρότερη αδελφή, μπορώ και εγώ ενίοτε να παρακολουθώ ταινίες που προκαλούν σούσουρο και οι “Αγώνες Πείνας” έκαναν ακριβώς αυτό από την πρώτη κιόλας στιγμή.  Για να δούμε λοιπόν προς τι όλος αυτός ο χαμός.  “Hunger Games”…

Σε ένα οχι και τόσο μακρινό, δυστοπικό μέλλον η Βόρεια Αμερική έχει καταρρεύσει εξαιτίας λιμών, καταποντισμών και ενός καταστροφικού πολέμου που δεν άφησε τίποτα στο πέρασμά του.  Από τις στάχτες τις παλιάς δύναμης αναδύθηκε μια νέα χώρα, η Panem η οποία απαρτίζεται πλέον από μια υπερ-δύναμη, την Capitol που κόβει και ράβει τις τύχες όλων, καθώς και από 12 Περιοχές (districts).  Ο άκαρδος πρόεδρος της Capitol, Snow (Donald Sutherland) δίνει κάθε χρονιά το έναυσμα για τους Αγώνες Πείνας, μια μάχη ζωής και θανάτου ανάμεσα σε 24 παιδιά (ηλικίας από 12 εώς και 18 ετών), τα οποία επιλέγονται μετά από κλήρωση από καθεμιά από τις 12 Περιοχές.  Ένα αγόρι και ένα κορίτσι, αποτελούν τους άτυχους κλήρους που πρέπει να θυσιαστούν για χάρη των πατεράδων και των μανάδων τους, οι οποίοι είχαν το ‘θράσος’ να εξεγερθούν παλαιότερα ενάντια στην καταπιεστική και εκφοβιστική Capitol.  Επειδή όμως αυτή η μεγαλόπρεπη πόλη ματαιόδοξων φρικιών δε ξεχνά, ο Πρόεδρος φρόντισε να τιμωρήσει την αντίδραση του απλού λαού, προσφέροντας τον ως άρτο και θέαμα κάθε χρόνο, στον λαό της Capitol.  Τα παιδιά καλούνται να πολεμήσουν μέχρι θανάτου μέσα σε μια κατασκευασμένη αρένα, με στόχο την επικράτηση ενός και μόνο νικητή, την ίδια στιγμή που εκατοντάδες κάμερες θα προσφέρουν το πολυπόθητο θέαμα.  Φαίνεται όμως πως αυτή τη χρονιά οι διοργανωτές υπολόγιζαν χωρίς τον ‘ξενοδόχο’, καθώς ένα κορίτσι από την περιοχή 12, η Katniss Everdeen (Jennifer Lawrence) πρόκειται να πάει κόντρα σε όλους τους θεσμούς και τα καπρίτσια της Capitol.  Στο πλευρό της θα βρίσκεται και ο Peeta Mellark (Josh Hutcherson) από την ίδια Περιοχή, προσπαθώντας να στρέψει τα φώτα πάνω στην Katniss και να δημιουργήσει και εκείνος τις κατάλληλες προϋποθέσεις προκειμένου όλοι να προσέξουν, να θαυμάσουν και να συγκινηθούν με το ‘Φλεγόμενο Κορίτσι’.  Γιατί μόνο τότε έχεις μια καλή ευκαιρία να βγεις ζωντανός από την αρένα: να γίνεις αγαπητός στους πολίτες της Capitol και η Katniss δεν είναι ακριβώς ο τύπος του αξιαγάπητου κοριτσιού…

Είχα την τύχη να ξεκινήσω να διαβάζω την τριλογία των Hunger Games 2-3 χρόνια πρίν και είχα πει θυμάμαι, πως αν δε γίνει ταινία αυτή η ιστορία θα είναι πραγματικά κρίμα.
Το κόλλημά μου με τα βιβλία έγινε κατά τρόπο τελείως τυχαίο, όταν είχα επισκεφθεί αρχικά ένα κατάστημα προκειμένου να αγοράσω-κλασικά-κάνα Stephen King.  Επειδή όμως αυτό που ζητούσα δεν υπήρχε, είπα να τσεκάρω τι άλλο κυκλοφορούσε στα ράφια.  Το μάτι μου έπεσε το πρώτο, μαύρο βιβλίο με τίτλο”Αγώνες Πείνας” και καθότι αγαπώ τις ιστορίες που διαδραματίζονται σε κάποιο ενναλακτικό (και κατά προτίμηση δυστοπικό) μέλλον, αποφάσισα να το αγοράσω.  Ε μέτα διάβασα και τα άλλα δυο, και κατάλαβα οτι μόλις είχα γίνει μάρτυρας μιας καλά κεκαλυμμένης προτροπής για…επανάσταση!
Αν κάτι γίνεται προοδευτικά εμφανές στη τριλογία της Suzanne Collins είναι πως ολόκληρη η ιστορία της βασίζεται στην αιώνια ανάγκη του ανθρώπου για ξεσηκωμό και Επανάσταση ενάντια σε ολοκληρωτικά και τυραννικά καθεστώτα, όπως αυτό του Προέδρου Snow, ο οποίος αποτελεί κλασικό παράδειγμα τυράννου.
Έτσι λοιπόν τα βιβλία της αποτελούν τον καθρέφτη που αναπαριστά την προοδευτικά αυξανόμενη δίψα του καταπιεσμένου και εξαθλιωμένου λαού των Περιοχών, για ελευθερία και αποτίναξη του ζυγού.  Και προφανώς για να γίνει κάτι τέτοιο, ο λαός πρέπει να βρει τον έμπνευσή του σε ένα πρόσωπο, σε ένα άτομο που θα βγει μπροστά, θα αναλάβει τα ηνία και θα προκαλέσει απροκάλυπτα την εξουσία, μέσα στο ίδιο της το σπίτι.  Αυτή δεν είναι άλλη από την Katniis Everdeen της Περιοχής 12.

Ο σκηνοθέτης Gary Ross, γνωστός για τις ταινίες του “Pleasantville” (1998) και “Seabiscuit” (2003) καταφέρνει να πιάσει σε ένα μεγάλο ποσοστό το νόημα των βιβλίων και να αποδώσει όσο καλύτερα μπορεί το περιβάλλον ενός ζοφερού μέλλοντος, στη δυομισάωρη περίπου, ταινία του.  Παρόλα αυτά υπάρχουν δυο σημαντικά φάουλ που δε με άφησαν να απολαύσω τη ταινία στην ολότητά της, αλλά μου ‘χτυπούσαν’ άσχημα κάθε φορά που τα εντόπιζα.
Αρχικά η αναπαράσταση του περιβάλλοντος της Capitol ξέραμε (τουλάχιστον όσοι έχουμε διαβάσει τα βιβλία) οτι θα ήταν μια δύσκολη αποστολή.  Από τη μια πλευρά μιλάμε για μια καθαρά προοδευμένη τεχνολογικά πόλη, σε τομείς όπως οι μεταφορές, η βιολογία, η νανοτεχνολογία, η γενετική και ένα σωρό άλλες κατηγορίες, στις οποίες η Capitol έχει φτάσει στο ζενίθ.  Σίγουρα η οπτική απόδοση ενός τέτοιου περιβάλλοντος δεν είναι εύκολη, αλλά την ίδια στιγμή μπορεί να αποτελέσει και μεγάλη πρόκληση.  Ενώ λοιπόν στο γενικότερο σύνολο η κινηματογραφική απόδοση εντός τόσο φουτουριστικού τοπίου ήταν καλή, απείχε μίλια προκειμένου να γίνει εξαιρετική.  Το background πολλές φορές έμοιαζε της πλάκας, σαν να παρακολουθείς δουλειά ερασιτέχνη που δε μπορεί να αποδώσει ψηφιακά την απαιτούμενη εικόνα.  Τα δε θηρία και δολοφονικά έντομα που βρίσκονταν στην αρένα ήταν πραγματική ντροπή, καθώς η CGI αισθητική τους τα πρόδιδε από μακριά (και ήθελα τόσο πολύ να μη βρω καμία ομοιότητα με το “Twiligth”.  Ευτυχώς που περιορίζονται εδώ).  Για να μη παρεξηγηθώ κιόλας, η κακή χρήση των CGI είναι μερική και σε σημεία, και δεν αποτελεί πρόβλημα για όλη τη ταινία.

Δεύτερη ένσταση και ξεμπερδεύουμε είναι η ενόχληση που μου προκλήθηκε από την υπερβολικά shaky κάμερα του Ross στις στιγμές δράσης της ταινίας και συγκεκριμένα του ανθρωποκυνηγητού μέσα στην αρένα.  Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μειωθεί αρκετά η δυναμική των σκηνών αυτών, καθώς το μόνο που είχες τη δυνατότητα να δεις, ήταν μια βίαιη μουντζούρα στην οποία δε ξεχώριζες ούτε άτομο, ούτε και τη πορεία της μάχης.  Ίσως το συγκεκριμένο κομμάτι να αποδόθηκε έτσι προκειμένου η ταινία να καταφέρει να διατηρήσει κάποια καταλληλότητα για το νεότερό της κοινό και συνεπώς να μη χάσει χρήμα.  Παρόλα αυτά ήταν πραγματικά κρίμα που δε καταφέραμε να απολαύσουμε στο έπακρο την μάχη σώμα με σώμα των πρωταγωνιστών.
Και αφού τελειώσαμε με τα ενοχλητικά σημεία, να πούμε και δυο καλά.  Καταρχάς η επιλογή της Lawrence για τον ρόλο της Katniss δε θα μπορούσε να ήταν καλύτερη.  Η Lawrence που έκανε το μεγάλο μπαμ με το προπέρσινο “Winter’s Bone” (2010) καταφέρνει και διατηρεί ψήγματα του ελαφρώς κατατονικού της χαρακτήρα και εδώ, προκειμένου οι αντιδράσεις της να είναι καθόλα δυναμικές και εμφανώς διαφορετικές, όταν διακυβεύεται η ζωή της, ή η ζωή των φίλων(;) της.
Εξίσου καλό είναι και το υπόλοιπο cast με έναν υπέροχο μπεκρή Woody Harelson στον ρόλο του μέντορα της Katniss και του Peeta, Haymitch, την τρελιάρα Elizabeth Banks στον ρόλο της Effie Trinket που της πάει πολύ, καθώς και έναν…Lenny Kravitz που δίνει το σωστό στίγμα και κάνει τη διαφορά.  Για τον Stanley Τucci δε λέω τίποτα, καθώς αυτός ο άνθρωπος παίζει πάντα σε δικό του ταμπλό, ενώ ευχάριστη έκπληξη αποτελεί και ο Wes Bentley με το υπέροχο μούσι του Seneca Crane, τον οποίο είχα πολύ καιρό να δω σε κάτι καλό, από την εποχή νομίζω του “American Beauty” (1999).

Κι αν τώρα σκέφτεστε μετά από αυτά οτι δεν αξίζει να τη δείτε, μάλλον κάνετε λάθος, καθώς η αλήθεια είναι πως έχει περισσότερες καλές στιγμές από κακές.  Το story παρουσιάζεται με τέτοιο τρόπο ώστε να καταλάβει κανείς τη συμβαίνει, ακόμα κι αν δεν έχει διαβάσει τα βιβλία, οι χαρακτήρες έχουν δομηθεί με προσοχή, η αρένα είναι εντυπωσιακός χώρος μάχης, ενώ και η μουσική επένδυση είναι πρώτης τάξεως.
Στο σύνολό τους οι “Αγώνες Πείνας” είναι μια δραματική ταινία δράσης με επαναστατική βάση, που έχει κι άλλες πτυχές και τις οποίες πρόκειται να ανακαλύψουμε σύντομα στις επόμενες συνέχειές της.

Τι έμαθα από τη ταινία: Οτι ο Kravitz θέλει μόνο μια γραμμή χρυσού eyeliner για να είναι cool, οτι η ταινία μοιράζεται παρόμοια ιδέα, αλλά δεν έχει καμία σχέση με το γιαπωνέζικο “Battle Royale” (2000) και οτι το γκομενάκι που άφησε στη Περιοχή 12 η Katniss και ονομάζεται Gale είναι α) ο αδελφός του τουμπανο-τύπου που υποδύεται τώρα τελευταία τον Thor και β) ο γκόμενος της Miley Cyrus.  Oh god why?

No trivia 



ΤΟ ΤΑΙΝΙΑΚΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

Vincent, by Tim Burton

Take Shelter: The storm is coming…

NEW ARRIVAL


Καλημέρες καλημέρες!  Όπως σας υποσχέθηκα και τις προηγούμενες ημέρες, σήμερα θα έγραφα δυο λόγια για το “Take Shelter” μια από τις ταινίες που σίγουρα αξίζουν τη προσοχή σας, και αποτελεί την δική μου πρόταση για αυτή την εβδομάδα.  Για τους πιο περιπετειώδεις βγαίνει στις αίθουσες από σήμερα και το “Mission: Impossible-Ghost Protocol” το οποίο δε το λες κακό, αλλά μάλλον βλέπεται άνετα, καθώς και το “Margin Call” με τον Kevin Spacey που όμως δεν έχω την παραμικρή ιδέα εάν πρόκειται για κάτι που αξίζει τον κόπο σας, καθώς είχα τα μάτια μου και την προσοχή μου στραμμένα στο “Take Shelter”.  So ας μη καθυστερούμε άλλο, ξεκινάμε…


O Curtis (Michael Shannon) είναι ένας ήσυχος και σκληρά εργαζόμενος οικογενειάρχης που ζει με την γυναίκα του Samantha (Jessica Chastain) και την μικρή τους κορούλα Hannah σε μια κωμόπολη του Ohio.  Η Hannah είναι κωφάλαλη και η οικογένεια αντιμετωπίζει αρκετά οικονομικά προβλήματα, σε μια προσπάθεια συγκέντρωσης των απαιτούμενων χρημάτων που χρειάζονται για μια εγχείρηση της μικρούλας.  Στην ήδη δύσκολη κατάσταση θα έρθουν να προστεθούν οι εφιάλτες από τους οποίους αρχίζει να βασανίζεται ο Curtis, και στους οποίους πρωταγωνιστεί μια επικών διαστάσεων καταιγίδα που μοιάζει να απειλεί τους πάντες και πρωτίστως την οικογένειά του.  Ο Curtis υποκινούμενος από την έντονη ανησυχία και τον φόβο σχετικά με την ακεραιότητα των δικών του ανθρώπων, θα αποφασίσει να επισκευάσει το παλιό καταφύγιο που βρίσκεται στην αυλή του, σε μια προσπάθεια προετοιμασίας για το επικείμενο-όπως το βλέπει εκείνος-κακό.  Οι σχέσεις με την γυναίκα του, τους φίλους και όλη την κοινότητα της περιοχής, θα φτάσουν στα όρια από τη στιγμή που αυτό το καταφύγιο θα γίνει η εμμονή του παραληρηματικού πλέον Curtis ο οποίος μοιάζει να χάνει σταδιακά την επαφή με την πραγματικότητα.  Και τότε το μεγάλο ερώτημα τίθεται:  από τι πρέπει να προστατέψει τελικά την οικογένειά του;  Από μια επερχόμενη καταιγίδα που μόνο εκείνος ‘βλέπει’ και διαισθάνεται ή από τον ίδιο του τον εαυτό;
Πρόκειται για την δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του σκηνοθέτη Jeff Nichols, τον οποίο όσο καλά τον ξέρατε εσείς, άλλο τόσο τον ήξερα κι εγώ.  Βέβαια τσεκάροντας τριγύρω το βιογραφικό του και την ελαχιστότατη μέχρι τώρα φιλμογραφία του, έχω εύκολα καταλήξει στο συμπέρασμα οτι και ο Nichols είναι από τους σκηνοθέτες που αρέσκονται να έχουν έναν συγκεκριμένο ηθοποιό να πρωταγωνιστεί στις ταινίες τους (έναν μούσο όπως μου αρέσει να λέω) και στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται βεβαίως για τον Michael Shannon.  Εκτός από το “Take Shelter” ο Nichols επέλεξε τον Shannon και για την πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα, το “Shotgun Stories” (2007- που ακούω οτι είναι και πολύ καλό), αλλά και για το “Mud”, μια δραματική ταινία που έχει στα σκαριά και αναμένεται μέσα στο 2013.  Κάτι μου λέει οτι ο Shannon ήρθε για να μείνει.  Και άργησε κιόλας…

Η ταινία έχει μέχρι στιγμής κάνει ένα μεγάλο πέρασμα από τα διεθνή φεστιβάλ και έχει δημιουργήσει ένα τεράστιο hype γύρω της, γεγονός που την καθιστά μια από τις πιο πολυσυζητημένες, ανεξάρτητες παραγωγές για την φετινή χρονιά.  Οι σημαντικότεροι από τους σταθμούς της περιοδίας της υπήρξαν αναμφίβολα πρώτον, το φεστιβάλ των Καννών  στο οποίο μάλιστα κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο Κοινού καθώς και το βραβείο SACD το οποίο απονέμεται κάθε χρόνο για την κατηγορία Best Feature το οποίο και τσίμπησε ο Nichols. Έτερος σημαντικός σταθμός και ιδιαίτερα αναγνωρισμένος για τις συμμετοχές αξιόλογων ανεξάρτητων ταινιών, είναι και το Sundance Festival από το οποίο το φιλμάκι έφυγε με ένα ακόμα βραβείο ‘ανά χείρας’, το Grand Jury Prize.
Η αλήθεια είναι οτι πρόκειται για ένα αρκετά ιδιαίτερο ταινιάκι, και ως ένα βαθμό είναι απόλυτα δικαιολογημένη η ως επί το πλείστον θετική αποδοχή που έχει τύχει από τους κριτικούς, αλλά και από το απαιτητικό κοινό των παραπάνω-και οχι μόνο-φεστιβάλ.  Ο λόγος είναι απλός: έχει όλα εκείνα τα στοιχεία που καθιστούν μια ταινία indie.  Και τι εννοώ με αυτό.  Εννοώ οτι τόσο από πλευράς budjet (κόστισε $5 εκατομμύρια τη στιγμή που η πλειονότητα των παραγωγών κοστίζει πολλά περισσότερα), όσο και από πλευράς χώρου φιλμαρίσματος, πρωταγωνιστικού cast (η Chastain που αποτελεί φέτος σίγουρα το πιο hot γυναικείο όνομα, συμμετείχε στην ταινία πριν κάνει το μεγάλο μπαμ και γίνει γνωστή στο ευρύ κοινό), αλλά και σκηνοθετικής αισθητικής.  Εξίσου μεγάλης σημασίας (αν οχι και μεγαλύτερης από τους προαναφερθέντες λόγους) είναι το γεγονός οτι ταινίες όπως αυτή, δεν έχουν από πίσω τους το πουσάρισμα μεγάλων, κινηματογραφικών στούντιο, αλλά μικρότερων εταιριών παραγωγής και συνήθως λαμβάνουν περιορισμένη διανομή, σε σχέση με μεγαθηριακές Χολιγουντιανές ταινίες.  Συνεπώς γίνεται κατανοητό οτι οι λάτρεις του indie είδους (take me as an example 🙂 ) θα την εκτιμήσουν στον μέγιστο βαθμό, ενώ όσοι δεν αρέσκονται σε τέτοια films, κάτι μου λέει οτι θα βρουν στο “Take Shelter” αυτό το λίγο διαφορετικό και πολύ όμορφο το οποίο μπορεί να προσφέρει ο κινηματογράφος.  And it’s so good…

Αν και το βασικό story της ταινίας είναι καθαρά δραματικό, εντούτοις καταφέρνει με έναν πολύ νατουραλιστικό τρόπο να ξεφύγει και λίγο, συνδυάζοντας στοιχεία ψυχολογικού θρίλερ και μιας sci-fi/μεταφυσικής διάστασης που του ταιριάζουν πολύ.  Στην ουσία πρόκειται για μια ταινία πάνω στην πίστη, τις πολύπλοκες ανθρώπινες σχέσεις και την δύναμη του να συνεχίζεις.  Η διαφορά της από άλλα αναλόγου ύφους φιλμ, είναι οτι εδώ οι εφιάλτες του πρωταγωνιστή είναι αυτοί που θέτουν σε κίνδυνο την οικογενειακή ένωση και γαλήνη.  Ούτε κάποια ερωμένη, ούτε κάποιο θανατηφόρο πρόβλημα υγείας (κωφάλαλη μεν η κορούλα, χωρίς δε καταληκτική ασθένεια), ούτε καν κάποιος άλλος από τους πολλούς και τετριμμένους λόγους που δημιουργούν προβλήματα σε ένα ζευγάρι.  Απλά οι εφιάλτες και οι φαινομενικές παραισθήσεις του ήρωα.
Ο Curtis βιώνει μια δύσκολη κατάσταση, καθώς αυτά τα ‘αποκαλυπτικά’ όνειρα λειτουργούν ως κινητήρας προκειμένου να ξεκινήσει η κάθοδός του στη παράνοια.  Στην διάρκεια της ταινίας, μας προσφέρονται αρκετά στοιχεία για μια πιθανή αρχή σχιζοφρένειας την οποία θα μπορούσε να έχει κληρονομήσει από τη μητέρα του (δεν κάνω spoiler καθώς αυτό το δείχνει και το trailer), αλλά και πάλι δεν είναι απολύτως ξεκάθαρο εάν αυτό είναι αλήθεια.  Στην ουσία ο Curtis υποκινείται από τη τεράστια αγάπη για την οικογένειά του και από την ανάγκη του να την προστατέψει, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην μια και μοναδική απόφαση που θα προκαλέσει τριγμούς και θα αποτελέσει την κορυφή του παγόβουνου: την κατασκευή του καταφύγιου.  Από εκεί και πέρα θα οδηγηθούμε σε μια σειρά αλυσιδωτών, συναισθηματικών αντιδράσεων με τυφλή κατάληξη.
Η υπόνοια οτι αυτά τα οράματα μπορεί να αποτελούν προειδοποίηση για μια πραγματική, θανατηφόρα καταιγίδα, παίζουν επίσης στο background και γίνεται ξεκάθαρο οτι ο ήρωας είναι παγιδευμένος σε έναν κυκεώνα αμφιβολίας, φόβου και έντονης ανησυχίας από τον οποίο δεν υπάρχει διαφυγή.  Κι όμως.  Μπορεί η ταινία να κουράσει κάπου με τη μεγάλη της διάρκεια (2 ώρες και κάτι ψιλά), το story όμως είναι τόσο αριστοτεχνικά δεμένο και δομημένο, με μια έντονη χιτσκοκική διάσταση σε στιγμές, που δε γίνεται παρά να αντιληφθεί κανείς οτι πρόκειται για μια σύγχρονη παραβολή, μια αλληγορία με υποβόσκουσες θρησκευτικές, τελολογικές και ψυχολογικές προεκτάσεις, ιδωμένες μέσα από το πρίσμα μιας απλής, βιοπαλαιστικής οικογένειας.

Η αμφιβολία που διαποτίζει την ταινία από την αρχή κιόλας, δε σε αφήνει στιγμή να ηρεμήσεις, αλλά σε βάζει στο τρυπάκι του να ψάχνεις συνεχώς μια χειροπιαστή απάντηση σχετικά με το τι συμβαίνει. Αυτό δεν επιτυγχάνεται μόνο μέσα από το τόσο απλοϊκό, αλλά και ευφυές σενάριο, αλλά και από την υπέροχη σκηνοθεσία του Nichols, η οποία εξωτερικεύει τον ψυχισμό του Curtis με μαεστρικό τρόπο. Τα πλάνα με τα απέραντα, πράσινα χωράφια, τον καθάριο, γαλάζιο ουρανό και την λιτή αγροτική ζωή είναι ενδεικτικά της πριν και της μετά ζωής του ήρωα, ο οποίος παγιδεύεται μέσα στην προφητολογική του μανία, ξοδεύοντας χρόνο και πολύτιμο χρήμα, μόνο για να ικανοποιήσει την ανάγκη του και να σώσει-υποτίθεται- την οικογένειά του όταν χτυπήσει η καταστροφή.  Δεν υπάρχει εάν για εκείνον, μόνο όταν.  Το έντονο contrast μουντό και φωτεινών χρωμάτων, καθώς και η ανατριχιαστική μουσική που ακολουθεί την ταινία, προσδίδουν ακόμα περισσότερα σε αυτό το εξαίρετο φετινό διαμάντι, όπως επίσης και κάτι ακόμα.  Η top notch ερμηνεία του Shannon.
Μετά την υποψηφιότητά του για το Oscar Β΄ Ανδρικού Ρόλου το 2009 και την ερμηνεία του στο “Revolutionary Road”, ο Michael Shannon ακολουθεί μια ανοδική πορεία στο star system της άλλης πλευράς του Ατλαντικού και φαίνεται πως φέτος βάζει πλώρη για μια ακόμη υποψηφιότητα, αυτή τη φορά ‘Α Ανδρικού.  Αν και μετράει ήδη συμμετοχή σε περισσότερες από πενήντα ταινίες, δεν ήταν παρά τα τελευταία χρόνια που η παρουσία του έγινε αισθητή.  Με έναν βασικό ρόλο (και μια ερμηνεία στα μέτρα του) στην πολύ καλή και επιτυχημένη σειρά “Boardwalk Empire” (οπού συμπρωταγωνιστεί με τον Shea Whigham τον οποίο βλέπουμε και στο Take Shelter) και ένα πλούσιο κινηματογραφικό παρελθόν, ήταν πλέον η ώρα να σηκώσει στη πλάτη του έναν στιβαρό, πρωταγωνιστικό ρόλο, όπως κάνει εδώ με εκπληκτικό τρόπο.  Υποδυόμενος τον προβληματικό; Curtis δίνει ρεσιτάλ, αναμφίβολα την καλύτερη ερμηνεία της μέχρι τώρα καριέρας του και βάζει πλώρη για σπουδαία πράγματα.  Λιγομίλητος και με τις εκφράσεις του προσώπου του να κυριαρχούν σε κάθε πλάνο, είναι απλά σπουδαίος.  Στο πλευρό του η Chastain είναι το ιδανικό του ταίρι και πολύ καλή ηθοποιός επίσης, ενώ η μικρή Tova Stewart που υποδύεται την κόρη τους είναι απλά αξιολάτρευτη.

Το “Take Shelter” είναι δικαιολογημένα μια από τις ευχάριστες εκπλήξεις της χρονιάς, καθώς θα το θυμάστε για πολύ καιρό εξαιτίας της πρωτότυπης υπόθεσης, των υψηλών προδιαγραφών ερμηνειών και ενός τέλους που χωράει πολλαπλές ερμηνείες.  Επιλέξτε την και δε θα χάσετε ; )

Τι έμαθα από τη ταινία:  Οτι ο Shannon είναι πολύ καλός γαμώτο!, οτι οι εφιάλτες του Curtis είναι πολύ εφιαλτικοί και οτι η μουσική είναι από τα πιο ανατριχιαστικά και στοιχειωτικά πράγματα που έχω ακούσει τελευταία.

No trivia



H TV ΣΗΜΕΡΑ….

ΝΕΤ: 00:45, Cashback.  Σε πρώτη μετάδοση ένα ταινιάκι για το οποίο μόλις πρόσφατα μιλήσαμε στο blog.  Ο Ben είναι ένας νεαρός που μετά τον οδυνηρό χωρισμό από την κοπέλα του, αποφασίζει να πιάσει στη νυχτερινή βάρδια ενός supermarket, προκειμένου να καταπολεμήσει την αϋπνία που τον βασανίζει.  Εκεί θα αφήσει τη φαντασία του ελεύθερη, σκεπτόμενος την έννοια του χρόνου και πως τα πράγματα περιστρέφονται γύρω από αυτόν.  Ο έρωτας δε θα αργήσει να του χτυπήσει τη πόρτα και πάλι…





Αύριο σας περιμένω με καινούριο poll και συγκεκριμένα favorite Christmas movie, για να μπούμε για τα καλά στο κλίμα! : )

Χαιρετώ!

Equilibrium: Αν αισθάνεσαι, είσαι ήδη νεκρός…

Youuuuhouuu!. Tι μου κάνετε παιδάκια;;.  Σήμερα ανεβάζω λίγο πιο αργούτσικα ταινιούλα, διότι είχα μια πολυ σοβαρή δουλειά.  Είχα πάει να αγοράσω ένα ποντίκι και ένα πληκτρολόγιο για την γιαγία μου….Εεεεμ αλήθεια σας λέω, έχει γίνει πολυ hi-tech και απ’οτι φαίνεται θα είμαι και ο προσωπικός της δάσκαλος στον χαοτικό κόσμο του internet….μα πως τα λεω πάλι!!.  Σήμερις λοιπόν θα σας πω για μια απο τις πολυ αγαπημένες μου ταινίες, στην οποία τελείως τυχαία πρωταγωνιστεί ο Christian Bale. Μη με κράαααααξετε please, γιατί είναι όντως πολυ καλή και νομίζω οτι θα αρέσει στους περισσότερους απο εσάς!.  Για να δούμε…

Βρισκόμαστε σε μια εποχή η οποία έχει ακολουθήσει τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που έχει πλέον τελειώσει.  Σε ενα νεοεγερμένο, φασιστικό κράτος υπάρχει μια βασική αρχή, την οποία εάν κάποιος τολμήσει να την καταπατήσει, καταλήγει με συνοπτικές διαδικασίες, νεκρός.  Απαγορεύεται στους απλούς πολίτες να αισθάνονται.  Χαρά, αγάπη, θλίψη, θυμός, είναι μερικά μόνο απο τα συναισθήματα τα οποία βρίσκονται στη μαύρη λίστα (όπως θα έλεγε και η Λαϊδη!).  Υπεύθυνοι για την επιβολή της τάξης και την δολοφονία ουσιαστικά των στασιαστών του συναισθήματος, είναι μια επίλεκτη ομάδα, αποτελούμενη απο σκληροτράχηλους και ειδικά εκπαιδευμένους άνδρες.  Μεταξύ άλλων είναι υπεύθυνοι και για να παίρνει ο λαός τη ‘δόση’του.  Και αυτό γιατί προκειμένου να μπορούν να καταστέλονται τα συναισθήματα, τους χορηγείται απο την Κυβέρνηση, ένα φάρμακο το οποίο ουσιαστικά είναι και υπεύθυνο για το γεγονός οτι οι άνθρωποι έχουν πλέον μετατραπεί, σε καλοκουρδισμένα σταρτιωτάκια, τα οποία αποτελούν απλά ενα άδειο σαρκείο.  Δουλεύουν, περπατάνε, αναπνέουν, έχοντας χάσει το πραγματικό νόημα του, δουλεύω, περπατάω, αναπνέω.  Μετά απο ένα δυνατό σοκ που θα υποστεί ο καλύτερος Φρουρός (Christian Bale) θα αρχίσει, να αισθάνεται και τότε θα δει το ψέμα μέσα στο οποίο έχουν αναγκαστεί όλοι να ζούν και θα κάνει τα αδύνατα δυνατά, προκειμένου να αλλάξει τα πράγματα, ξεκινώντας απο την ρίζα του κακού (όπως παντού τώρα που το σκέφτομαι), την Κυβέρνηση…
Η ταινία θα μπορούσε άνετα να περιγράφει την σύγχρονη εποχή στην οποία ζούμε.  Εάν όλο αυτό που βλέπουμε, το πάρουμε με μια αλληγορική έννοια, τότε σίγουρα θα δούμε παααααρα πολλές ομοιότητες με τον κόσμο μας.  Ουσιαστικά και εμείς είμαστε σαν μαριονέτες και τα νήματά μας κινούνται απο άλλους.  Εμάς απλά θέλουν να μας έχουν σε μια κατάσταση κατατονίας.  Να ζούμε, χωρίς να ζούμε πραγματικά.  Την βρήκα βαθιά προφητική, αλλά παράλληλα και βαθιά σύγχρονη.  Μπορεί τώρα να το ζούμε όλο αυτό σε μια πιο μεταφορική βάση, αλλά πολυ φοβάμαι οτι στο μέλλον αυτό όλο που γίνεται στην ταινία, θα πάρει σάρκα και οστά.
Ο Bale είναι πολυ καλός (κακά τα ψέματα!) και ο ρόλος του έρχεται γάντι.  Είναι σκληρός και αδίστακτος, γεγονός που εκφράζεται κυρίως μέσα απο το βλέμμα του, το οποίο ακόμα και αν δεν έλεγε τίποτα σε όλη την ταινία, θα μιλούσε απο μόνο του.  Όλη η ταινία πέφτει πάνω στη (διόλου ευκαταφρόνητη :P) πλάτη του και τα καταφέρνει περίφημα.  Υπάρχουν και κανα δυο σκηνές στις οποίες είναι εξαιρετικά καλός και είμαι σίγουρη οτι θα τις εντοπίσετε κι εσείς.
Ως προς τη σκηνοθεσία, τρέχει με χίλια.  Κάθε σκηνή έχει να σου δώσει και κάτι, το οποίο είναι συνήθως πολυ δυνατό και εκρηκτικό, είτε σε καθαρά εφετζίδικο πλαίσιο, είτε σε συναισθηματικό.  Ο κόσμος που έχει δομηθεί και μέσα στον οποίο διαδραματίζονται όλα, είναι ιδανικός, αφού φαίνεται οτι δεν επιτρέπει την παραμικρή λοξοδρόμηση του λαού.  Είναι μουντός, κατεστραμένος και μίζερος.  Μερικοί την έχουν ταυτίσει με το Matrix, αν και προσωπικά δε βρίσκω ουδεμία ομοιότητα.  Θα έλεγε οτι εαν υπάρχει κάπου μια σύγκληση, ενδεχομένως να είναι με το V for Vendetta, αφού και στις δυο ταινίες η αφύπνηση των ανθρώπων γίνεται ο προσωπικός άθλος των πρωταγωνιστών.  Επίσης δεν είναι τυχαίο που και οι δυο φορούν μάσκα.  Ο μεν V την κλασσική που όλοι γνωρίζουμε, ο δε John Preston (Bale) την μάσκα της άγνοιας και της παντελούς έλλειψης συναισθήματος, μέχρι τη στγμή που αυτή πέφτει και αποκαλύπτεται το πραγματικό πρόσωπο απο πίσω.
Ομολογώ πως οταν την είχα παρακολουθήσει για πρώτη φορά, μου δημιούργησε πολυ ισχυρά συναισθήματα θυμού και αγανάκτησης για όλα αυτά που έβλεπα και τον τρόπο που λειτουργούσε το ‘Σύστημα’.  Δεν άργησα να καταλάβω οτι με εκνεύριζε τόσο, γιατί μοιάζει τελικά πολυ με αυτά που όλοι ζούμε πλέον.  Οπότε για μια διεύρυνση του μυαλού, θα σας πρότινα να την δείτε, γιατί τα μηνύματα που περνάει είναι πολλά και ουσιαστικά.  Είναι μεν μια περιπέτεια φαντασίας, αλλά έτσι κι αλλιώς και η φαντασία αποτελεί κομμάτι της πραγματικής ζωής.
Μη τη χάσετε είναι πραγματικά αξιόλογη και κατά τη γνώμη μου αρκετά underrated(είχα κολλήσει και δε θυμομουν την ελληνική λέξη :P!).  Αν και το 7,7/10 το έχει τσιμπήσει 😉

Πόσο θα ήθελα να είχα βάλει το trailer για αυτή τη ταινία, αλλά μετά δε θα χρειαζόταν να την δείτε γιατί ΘΑ ΤΑ ΕΙΧΑΤΕ ΔΕΙ ΟΛΑ!!. pffff….Δείτε την χωρίς trailer γιατί απλά τα καταστρέφει όλα!.

Η TV ΣΗΜΕΡΑ….

ET1: 00:00, Μalena, με την Monica Belluci.  Δραματική ταινία με πρωταγωνίστρια μια απο τις ωραιότερες γυναίκες του πλανήτη, στην καλύτερη ερμηνεία της μέχρι τώρα καριέρας της.  Η Belluci ως Malena, ενσαρκώνει (τι άλλο;) την απόλυτη φαντασίωση μικρών και μεγάλων ανδρών, σε μια παραθαλάσσια πόλη της Σικελίας, το 1940.  Η ζήλεια των γυναικών και η απύθμενη λαγνεία των ανδρών θα κορυφωθεί όταν η ίδια θα αρχίσει να βγαίνει με Γερμανούς προκειμένου να ζήσει, μετά τον θάνατο του άντρα της…Υπο τη σκηνοθεσία του Giuseppe Tornatore.

Χαιρετώ μέχρι αύριο! 🙂

Delicatessen: Ο γαλλικός κινηματογράφος στα καλύτερά του!…

Καλησπέρα guyzzzz!.  Σήμερα και μετά απο ώριμη σκέψη, είπα να σας προτίνω μια περίεργη και συνάμα όμορφη ταινία, κατά έναν όμως σκοτεινό και κάπως διεστραμένο τρόπο.   Λέγεται Delicatessen και είναι γαλλική βεβαίως βεβαίως.  Θυμάμαι την είχα δει αρκετό καιρό πριν, αλλά εννοείται οτι είναι απο εκείνες τις ταινίες που σου μένουν, για διάφορους λόγους.  Η συγκεκριμένη μου έμεινε για δυο λόγους που μου έρχονται απευθείας: το story και τα χρώματα, που επιλέχθηκαν για να απεικονίζουν ουσιαστικά τα πάντα.  Το τοπίο, τους ανθρώπους, τα μαγαζιά, τα σπίτια τους, τα πάντα.

H πρώτη λέξη που μου ήρθε στο μυαλό όταν τελείωσε η ταινία, ήταν οτι μόλις είχα παρακολουθήσει ενα post-apocalyptic σκηνικό.  Στη συνέχεια πρόσεξα οτι την ίδια άποψη είχαν ασπαστεί πολλά απο τα άτομα που την είχαν δει, συμπεριλαμβανομένου και του site IMDB και χάρηκα πολύ (πόσο πρόβλημα μπορεί να έχω δηλαδή;).  Συνεχίζοντας για μερικούς που είναι ήδη λίγο επιφυλακτικοί (κυρίως εξαιτίας της παραπανάνω, χαριτωμένης αφισούλας) να αναφέρω και το γεγονός, οτι ο ένας απο τους δυο σκηνοθέτες είναι αυτός που σκηνοθέτησε και το Amelie, το οποίο απο μόνο του και κατά την ταπεινή μου άποψη, δημιούργησε μια ολόκληρη νέα σχολή, όχι μόνο στον γαλλικό κινηματογράφο, αλλά και γενικότερα στο συγκεκριμένο είδος ταινιών που πρεσβεύει.
Δε θα πω πολλά ως προς την πλοκή της ταινίας, καθώς έτσι κι αλλιώς είναι απο μόνη της πολυ ξεχωριστή και δε χρειάζεται πολλά πολλά προκειμένου να σας κινήσει (έστω και λίγο ρε παιδί μου!) το ενδιαφέρον.   Όπως ανέφερα λοιπόν και πριν, βρισκόμαστε σε μια post-apocalyptic (sorry αλλά δε μου πάει καλά να το μεταφράσω στα ελληνικά) ατμόσφαιρα.  Η ιστορία λαμβάνει χώρα σε κάποια παρακμιακή πλέον πόλη της Γαλλίας, οπού δεν μας δίνονται και πολλά στοιχεία σχετικά με το ποια ακριβώς είναι, που βρίσκεται κλπ.  Γνωρίζουμε μόνο τα απολύτως απαραίτητα πράγματα και γι’αυτον  ακριβώς τον λόγο, ολόκληρη η δράση της ταινίας εξελίσσεται μέσα σε μια μπαρουτοκαπνισμένη πολυκατοικία (ο Θεός να την κάνει!), οπού και γινόμαστε γνώστες όλων των διαφορετικών και τελείως καρικατουρίστικων ενοίκων της.  Όλοι μοιάζουν λες και είναι βγαλμένοι απο έναν άλλο, εξωφρενικό κόσμο και φυσικά κάθε έννοια φυσιολογικής και ρεαλιστικής ζωής δεν υπάρχει.  Πιο συγκεκριμένα, η ιστορία επικεντρώνεται στον έρωτα που νοιώθει ο νέος ένοικος της πολυκατοικίας, ο ασχημούλης Louison, για την κόρη του ‘άρχοντα’ της πολυκατοικίας και χασάπη παρακαλώ, την Julie.  Όμως οι ένοικοι αυτής της πολυκατοικίας, μοιράζονται ένα μακάβριο μυστικό με το οποίο θα έρθει σύντομα αντιμέτωπος και ο Louison.  Ένα μυστικό το οποίο είναι υπέυθυνο για την διαρκή εναλλαγή των νέων ενοίκων της πολυκατοικίας, και το οποίο περιλαμβάνει μπαλτάδες και πολυ πολυ…πείνα απο την πλευρά των υπόλοιπων που μένουν σε αυτό το παράξενο και περίεργο κτίριο.  Δυστυχώς ο άρχοντας-χασάπης δε θα αφήσει τον νεαρό ανεκμετάλευτο και θα προσπαθήσει να κάνει και αυτόν, το νόστιμο, επόμενο γεύμα, των πεινασμένων του ενοίκων, με το αζημίωτο βέβαια.  Τα φαινόμενα απατούν όμως και ο Louison μάλλον δεν είναι τελικά τόσο χαζούλης όσο δείχνει….
Εντάξει το όλο consept και μόνο είχε αποτελέσει απο την αρχή βασική προϋπόθεση για εμένα, προκειμένου να δω την ταινία αυτή.  Όταν μάλιστα είδα και τον τρόπο με τον οποίο είναι σκηνοθετημένη απο τα 5 κιόλας πρώτα λεπτά της, είχα καταλάβει οτι θα έμπαινε στη λίστα μου με τις must see ταινίες.
Λίγο πριν αναφέρθηκα και σε μια απο τις βασικές αιτίες για τις οποίες μου άρεσε τόσο πολυ.  Το χρώμα.  Η αλήθεια είναι οτι τα χρώματα που κυριαρχούν κυμμαίνονται σε κάποιες βασικές αποχρώσεις: πράσινο και καφέ, καθώς και όλες οι πιθανές παραλαγές τους.  Είναι φοβερό το πόσο πολυ ταιριάζουν στη συγκεκριμένη ταινιούλα.  Το λαδί, το χακί, το απαλό και αντίστοιχα το έντονο καφέ, της προσδίδουν μια αίσθηση λες και όλα συμβαίνουν μέσα σε ένα όνειρο.  Ένα όνειρο βέβαια που χαρακτηρίζεται απο την απόλυτη παρακμή, τη βρωμιά και όλως περιέργως δένουν απίστευτα με την έννοια του Delicatessen.  Δε ξέρω για ποιον περίεργο λόγο, αλλά η χρωματική παλέτα της ταινίας αυτής έρχεται σε απόλυτη αρμονία με τα…..ζαμπον, τα σαλάμια και τα αλλαντικά παντώς τύπου!.  Όσο για την σκηνοθεσία, είναι απλά ξεχωριστή (και πως αλλιώς θα μπορούσε να ήταν εξάλλου;).  Βασικό της χαρακτηριστικό είναι οτι έχει καταφέρει να αποδώσει την τρέλα του κάθε προσώπου της πολυκατοικίας με μοναδικό τρόπο.  Ο καθένας κουβαλάει και απο μια ιδιαίτερη προσωπικότητα και όλοι συμμετέχουν εξίσου στην προώθηση της ιστορίας.  Ο νέος ένοικος, το αφεντικό-τύραννος, η ονειροπόλα κόρη του, η χοντρή κυρία απο το διπλανό διαμέρισμα και η σεξοβόμβα της πολυκατοικίας, όλοι δημιουργούν μια σουρεαλιστική ατμόσφαιρα και μοιάζουν βγαλμένοι κατευθείαν απο κάποιο παλιό comic.
Το Delicatessen είναι μια ταινία οπου όλα λειτουργούν έξω απο τα φυσιολογικά πλαίσια, απο την τοποθεσία, μέχρι τον χρόνο και απο τους χαρακτήρες, μέχρι και την πολκή της, όλα είναι φτιαγμένα με εναν τέτοιο τρόπο, που σε μαγνητίζουν και σε απορροφούν κατευθείαν μέσα σε αυτόν τον εναλλακτικό και απόλυτα σουρεαλιστικό κόσμο, σε σημείο μάλιστα που να σου φαίνεται απο κάποια στιγμή και μετά φυσιολογικό όλο αυτό το πράγμα που εξελίσεται μπροστά στα μάτια σου.
Όσοι αποφασίσετε να την δείτε σίγουρα θα σας μείνει αξέχαστη, για την ευφϋία και την μοναδικότητα της.  That’s a promise! 😉

http://www.youtube.com/watch?v=iYo_SkERMNI

Χαιρετώ!!!!

12 Monkeys: Μια περιπέτεια φαντασίας, που έχει ολο το πακέτο….

Παιδάκια γεία σας και πάλι.  Μωρέ είμαι κάπως αρρωστούλα, οπότε ενα η κριτικούλα δεν είναι υπεραναλυτική σήμερα, plz να με συγχωρέσετε!.  Δε μου πήγαινε να μην ανεβάσω καθόλου, οπότε απο ολότελα, είπα να ανεβάσω και ας είναι έστω και λίγο πιο περιορισμένη απο άλλες που έχω προτίνει.  Σήμερις λοιπόν, μια ταινιούλα η οποία μου ήρθε μόλις πριν λίγο στο μυαλό, μου άρεσε πολυ και έτσι αποφάσισα χωρίς πολλά πολλά να σας την προτίνω!.

Εεεεμ το posteraki είναι ελαφρώς τέλειο και το αγαπώ και ήθελα να το δηλώσω!.  Αυτά για αρχή huhu…  Λοιπόν για όσους δε το γνωρίζουν (και μιας που η αφίσα δε βοηθάει, αν και είχα να επιλέξω και άλλη), στη ταινία πρωταγωνιστούν ο Bruce Willis, και ο Brad Pitt και δίνουν και οι 2 ρεσιτάλ ερμηνείας πραγματικά.  Ειδικά ο Brad Pitt (που μέχρι τότε δεν τον είχαμε συνηθίσει σε τέτοια, είναι εκπληκτικός!).
Η ιστορία της ταινίας έχει να κάνει βασικά με ενα πλασματικό μέλλον, στο οποίο ολόκληρος ο κόσμος έχει καταστραφεί απο έναν άγνωστο ιό και τα πάντα βρίσκονται σε απόλυτη αποσύνθεση.  Τότε ένας κατάδικος (Willis) στέλνεται ανγκαστικά στο παρελθόν, προκειμένου να καταφέρει να συγκεντρώσει πληροφορίες σχετικά με τον περίεργο εκείνο ιό, που προκάλεσε την πτώση του ανθρώπινου κόσμου.  Εκεί θα έρθει αντιμέτωπο με μια μοιραία γυναίκα που θα παίξει βασικό ρόλο, τόσο στην ζωή του στο παρελθόν, όσο και στο μέλλον, καθώς και έναν τρόφιμο ψυχιατρείου, τον οποίο δεν υποδύεται άλλος, απο τον Brad Pitt και μάλιστα πολυ επιτυχημένα.
Η ταινία έχει σίγουρα τεράστιο ενδιαφέρον, τόσο απο θέμα πλοκής, όσο και απο άποψη σκηνοθεσία.  Αυτό που ίσως να έπρεπε να προσέξει κάποιος που θα την δεί για πρώτη φορά, είναι το γεγονός οτι θα πρέπει να είναι απόλυτα προσηλωμένος σε αυτό που βλέπει, διότι σε διαφορετική περίπτωση και εξαιτίας όλων των χρονικών εναλλαγών (μέλλον, παρελθόν, παρόν κλπ) μπορεί να μπερδευτεί και να χάσει έτσι και ολόκληρο το νόημα της ταινίας.  Πέρα απο αυτό όποιος επιλέξει να την δεί (και φυσικά του αρέσουν, έστω και λίγο οι ταινίες φαντασίας, τύπου π.χ Minority Report) θα την απολαύσει.  Είναι γρήγορη, γεμάτη αγωνία και δράση και βέβαια με πλοκή που εξελλίσεται μέχρι και το τέλος.  Απο όλους τους ηθοποιούς, όπως ανέφερα και πριν, ο Pitt ξεχωρίζει για την απίστευτα τρελή και ασυγκράτητ ερμηνεία του, η οποία τυγχάνει να είναι πολυδιάστατη και πολυ επίπεδη, καθώς εύκολα σε ξεγελά να πιστέψεις αυτό που σου πασάρει.  Και στη συνέχεια καταφέρνει εξίσου εύκολα και επιτυχημένα να σε ξεγελάσει ακόμη μια φορά και να βγάλει έναν τελείως διαφορετικό εαυτό, που είναι όμως το ίδιο απολαυστικός με τον προηγούμενο.
Η ταινία περιέχει κια ορισμένα στοιχεία τα οποία θα μπορούσαν να αναφέρονται σε ρεαλιστικές καταστάσεις, όπως για παράδειγμα το όλο θέμα με την εξάπλωση ενός ιού, αλλά και η καταστροφή της ανθρωπότητας.  Προσωπική μου άποψη είναι πως θα μπορούσε να αποδειχθεί προφητική απο διάφορες πλευρές, μιας που απλά επιλέγει μια φανταστική οδο, προκειμένου να περιγράψει ενα εν δυνάμει πιθανό μέλλον και το κάνει με έναν τρόπο που είναι συνάμα αποκαλυπτικός και λυτρωτικός.
Ανεξάρτητα απο τη φάση στην οποία βρίσκεστε, αυτή η ταινία θα σας κάνει να σκεφτείτε και να προβληματιστείτε για το γενικότερο μήνυμα που θέλει να περάσει σχετικά με το που βαδίζει η ανθρωπότητα εξαιτίας των λαθών που προέρχονται απο εμάς τους ανθρώπους, μιας που δεν είναι τυχαίο οτι ο ιός της ταινίας προκλήθηκε απο ανθρώπινη ενέργεια.
Δείτε την, αξίζει σε όλα τα επίπεδα.  Trust me… 

http://www.youtube.com/watch?v=CBNMEwNx9x4

Βye, byezzzz…