Jacob’s Ladder: The ladder to insanity is real…

Καλημέρα και καλή εβδομάδα!  Σήμερα έχουμε μια ιδιαίτερη ταινιούλα στο menu, την οποία επίσης είδα πρόσφατα.  Με το παιχνιδάκι της εικόνας μάλιστα και την extra βοήθεια από εμένα, το πιάσατε το νόημα και καταλάβατε πως πρόκειται για το “Jacob’s Ladder”.  Ένα μεταπολεμικό, ψυχολογικό θρίλερ, αρκετά διαφορετικό απ’οτι είχα δει μέχρι τώρα.  Δε θα πω ψέματα.  Ακριβώς οτι περίμενα, ακριβώς αυτό μου έδωσε.  Για να δούμε λοιπόν…

Ο Jacob (Tim Robbins) είναι βετεράνος του πολέμου του Βιετνάμ.  Έπειτα από τη σφαγή που υπέστησαν οι φίλοι του, και την δική του παρολίγον μοιραία στιγμή, αρχίζει να συνειδητοποιεί πως η μεταπολεμική του ζωή δεν είναι τελικά και τόσο ρόδινη.  Σταδιακά αρχίζει να μαστίζεται από εφιαλτικές παραισθήσεις με κεράτινα τέρατα τα οποία τον στοιχειώνουν, αναμνήσεις από τη ζωή με τη πρώτη του γυναίκα, και οράματα στα οποία πρωταγωνιστεί ο νεκρός του γιος Gabe (Maculay Culkin).  Η νέα του σύζυγος Jezzie (Elizabeth Pena) κάνει οτι περνάει από το χέρι της προκειμένου να καταφέρει να τον βοηθήσει, αλλά ο Jacob μοιάζει να βυθίζεται ολοένα και περισσότερο σε μια παραληρηματική πραγματικότητα χωρίς διέξοδο.  Όταν αρχίσει και ο ίδιος να αναζητά των προέλευση των δεινών του, θα έρθει αντιμέτωπος με μια συγκλονιστική αποκάλυψη, η οποία έχει τις ρίζες της στην φρίκη του Βιετνάμ.  Τότε θα καταλάβει από πρώτο χέρι οτι τίποτα στην τωρινή του ζωή δεν είναι όπως φαίνεται.  Το τελεσίδικο ταξίδι του Jacob, έχει ήδη ξεκινήσει…

Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της συγκεκριμένης ταινίας, εκτός από το καθαρά θρησκευτικό της υπόβαθρο δηλαδή, είναι ίσως το γεγονός οτι ο σκηνοθέτης Adrian Lyne είναι ένας σκηνοθέτης που από την αρχή της καριέρας του ασχολήθηκε με ταινίες αισθησιακού περιεχομένου, δημιουργώντας στην ουσία μια η οποία διέφερε τελικά από όλες, καθώς βρισκόταν στο ακριβώς αντίθετο άκρο: το “Jacob’s Ladder” φυσικά.
Σκηνοθέτης του “Flashdance” (1983), του “Nine 1/2 Weeks” (1986), του πολύ καλού ερωτικού θρίλερ “Fattal Attraction” (1987), καθώς και των πιο πρόσφατων “Lolita” (1997) και “Unfaithfull” (2002), αποτέλεσε σίγουρα μια ιδιαίτερη έκπληξη το γεγονός οτι δημιούργησε μια ταινία καθαρά θρησκευτικού περιεχομένου, το οποίο όμως εξακολουθεί να είναι κεκαλυμμένο μέχρι και το λυτρωτικό τέλος της ταινίας.
Ο Robbins υποδύεται την ταραγμένη προσωπικότητα ενός πρωταγωνιστή του Βιετνάμ, η οποία εξελίσσεται καθ όλη τη διάρκεια της ταινίας, αφήνοντας να εννοηθεί πως όλες οι παραισθήσεις και τα οράματά του, είναι απόρροια μια διαταραγμένης ψυχής.  Και πως δε θα μπορούσε να είναι άλλωστε, από τη στιγμή που ο ίδιος ήρθε σε επαφή με την ζωώδη και φρικιαστική πλευρά των ανθρωπίνων όντων;
Η αλήθεια είναι οτι η ταινία μπορεί να μπερδέψει εύκολα κάποιον, καθώς όσο φροντίζει να παραπλανεί τον θεατή, οδηγώντας τον σε λανθασμένα, σεναριακά μονοπάτια (όπως ακριβώς δηλαδή και τον ήρωα), έτσι από κάποια στιγμή και μετά αποφασίζει να κάνει λίγο πιο ξεκάθαρη την θεϊκή υπόσταση της υπόθεσης.  Ο Jacob γίνεται μάρτυρας μιας ζωής που τελειώνει και μια άλλης που ξεκινά, μακριά από αυτόν τον κόσμο και πέρα από αυτόν που ξέρουμε στην τελική ως υλικό κόσμο.  Αρχίζει και γίνεται πλέον ευδιάκριτο πως η ταινία αποτελεί στην ουσία μια παραβολή, μέσω της οποίας ο Jacob οδηγείται στην σωτηρία και την ζωή πέρα από το φως.  Εξάλλου μπορεί κανείς να καταλάβει και μόνο από τον τίτλο τη σημασία ενός τέτοιου ‘ταξιδιού’.

Η σκάλα του Jacob μπορεί να ερμηνευτεί μόνο ως μια πνευματική σκάλα από την οποία πρέπει να περάσει ο πρωταγωνιστής, προκειμένου να καταφέρει στη συνέχεια να ζήσει την δική του αιωνιότητα πέρα από τον κόσμο όπως τον ξέρουμε.
Το γεγονός οτι ο χαρακτήρας του καλείται καθημερινά να αντιμετωπίσει παράξενα, τερατόμορφα πλάσματα, καθώς και τις επίπονες εμφανίσεις του πεθαμένου του παιδιού, εντείνουν ακόμα περισσότερο την εντύπωση μιας ύστατης δοκιμασίας πριν το πέρασμα στην αιωνιότητα.  Η αλήθεια είναι βέβαια πως η σκηνοθεσία, αν και θέλει να παίξει με τον χρόνο, παρουσιάζοντας παρελθόν, παρόν, αλλά και μέλλον μέσα στα ίδια κάδρα, εντούτοις φαίνεται πως κάπου το παρακάνει λίγο, δημιουργώντας περισσότερες απορίες στους θεατές απ’οτι θα ήθελε.  Πολλά ερωτήματα επίσης παραμένουν αναπάντητα, ακόμα και μετά το τέλος της ταινίας.  Ο πρωταγωνιστής επέζησε από τον πόλεμο;  Επέστρεψε σπίτι του και αν ναι, τι είναι όλα αυτά τα μακάβρια όντα τα οποία κατά καιρούς φαίνεται να τον απειλούν, διαστρεβλώνοντας την αντίληψή του περί πραγματικότητας;
Ίσως αυτό από την άλλη πλευρά, να αποτελεί και βασική προϋπόθεση του σκηνοθέτη, το γεγονός δηλαδή πως θέλει ο καθένας μας να ερμηνεύσει αυτά που βλέπει, με τον δικό του τρόπο.  Ακολουθώντας είτε τη πνευματική οδό, είτε τη μεταφυσική, είτε την καθαρά θρησκευτική, είτε ακόμα και την ψυχωτική διάσταση ενός προβληματικού μυαλού, ο καθένας μπορεί πραγματικά να προσδώσει στην ταινία την ερμηνεία που του ‘πάει’ περισσότερο.  Και ίσως αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που η ταινία σε προκαλεί να την απολαύσεις και να την κουβαλήσεις μαζί σου, αρκετό καιρό αφού την δεις.

Η ψυχολογική διάσταση του έργου έρχεται και κλειδώνει έξυπνα με αυτή της ‘ζωής-θανάτου’, παρουσιάζοντας ένα άρτια δομημένο ψυχολογικό θρίλερ που όμως δεν είναι και ένα ξεκάθαρο, ψυχολογικό θρίλερ!  Τα πάντα σε αυτή παίρνουν μια συμβολική διάσταση, και τίποτε δεν είναι τόσο απλό όσο μπορεί κανείς να υποθέσει στην αρχή.  Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ιστορία των πειραματικών φαρμάκων, με τα οποία υποτίθεται οτι είχαν ‘εμποτιστεί’ οι νεαροί στρατιώτες στο Βιετνάμ, προκειμένου να φανεί κατά πόσο αποδοτικά ήταν, σε σχέση με την μετατροπή τους σε φονικές, και ανεξέλεγκτες φονικές μηχανές.  Εύκολα κανείς μπορεί να παραμείνει σε αυτή την ερμηνεία και να αποδώσει την ιδιαιτερότητα του χαρακτήρα του Jacob στο γεγονός αυτό, οτι δηλαδή είχε μετατραπεί σε ένα είδος πειραματόζωου.  Στη συνέχεια βέβαια τα διαρκή cuts, τα μπρος-πίσω στον χρόνο και οι μπερδεμένες του αναμνήσεις (οι οποίες πολλές φορές δεν είναι καν αυτό) δε σε αφήνουν να ηρεμήσεις, καθώς σου παρουσιάζουν ένα σωρό νέα σενάρια τα οποία παίζουν στο background.
Στην ουσία το “Jacob’s Ladder” είναι μια ωδή στη θρησκευτικότητα και το ταξίδι για τη μετάβαση στην άλλη ζωή, το πέρασμα από το Καθαρτήριο και την απεξάρτηση από κάθε επίγειο δεσμό που κρατάει έναν άνθρωπο δεμένο με την οπτική του πραγματικότητα.  Η σκάλα αποτελεί ένα κατεξοχήν σύμβολο περάσματος και αλλαγής, η σημασία της οποίας έγκειται στο εάν κάποιος την ανεβαίνει (αρά οδηγείται στον Παράδεισο), ή αν την κατεβαίνει (Κόλαση).  Το τέλος της ταινίας, δεν αφήνει καμία απορία σχετικά με το που οδηγείται τελικά ο Jacob.
Ο Robbins είναι αρκετά πειστικός στον κεντρικό ρόλο, αν και στο σύνολό της η ταινία αποσκοπεί περισσότερο στο να περάσει όλο αυτό το μυστήριο και την απορία σχετικά με το τι υπάρχει εκεί έξω, παρά με τον χαρακτήρα καθεαυτόν (ο οποίος εδώ αποτελεί απλά το δοχείο προκειμένου να γίνει αυτή η μεταβίβαση πληροφοριών, θαυμάτων και μηνυμάτων).
To “Jakob’s Ladder” είναι μια από αυτές τις ταινίες που σε προβληματίζουν και σε κάνουν να θες να μάθεις ακόμα περισσότερα σχετικά με το τι τελικά συνέβη.  Προσωπικά αυτό το έχω πάθει με μια ακόμη ταινία, το “Donnie Darko”.  Όταν λοιπόν μετά μπαίνω στο τρυπάκι να διαβάσω συζητήσεις και ερμηνείες, θεωρώ οτι για εμένα η ταινία είναι επιτυχημένη.

Τι έμαθα από την ταινία: Όταν δεις τη γκόμενα σου να τη διαπερνάει ένα…κέρατο, then burn it, burn the thing with fire!, οτι όταν έχεις πυρετό που φτάνει στα ύψη, η καλύτερη λύση είναι να σε βάλουν σε μια μπανιέρα με άπειρα παγάκια (I know it, i’ve been there) και πως το Βιετνάμ έχει καταστρέψει κόσμο και κοσμάκη….

No trivia

ΤΟ ΤΑΙΝΙΑΚΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Loser Leg, by Francesco Filippi

Apocalypse Now: The jungle of the human heart…

Hey hey!  Καλή σας μέρα και καλή εβδομάδα να έχουμε!  Σήμερα έχουμε ακόμα μια σπουδαία ταινία να γράψουμε, επειδή εσείς βασικά διαμορφώσατε έτσι την ψηφοφορία ώστε να βγει πρώτη.  Σας ευχαριστώ πολύ όσους ψηφίσατε, ενώ όσοι έχετε σταματήσει να συμμετέχετε στο poll, θα σας βρω και θα σας καταδιώκω μια ζωή.  Θα αισθάνεστε την καυτή μου ανάσα στον σβέρκο σας, κ.λ.π, κ.λ.π….Οπότε καλό θα ήταν να σας ξαναδώ around για να μην έχουμε άλλα.  Ευχαριστώ! : P  Όσο λέει τις κλασσικές μου βλακείες, η ψηφοφορία είναι ακόμα ανοιχτή για μερικές ωρίτσες, αλλά φαίνεται πως το αποτέλεσμα έχει καθοριστεί.  Στην πρώτη θέση βρέθηκε ο αγαπημένος ‘Εξορκιστής’ με 16 ψήφους, στην δεύτερη το “Apocalypse Now” με 13, ενώ στην τρίτη έμειναν το “The Godfather” και “Close Encounters of the Third Kind” με 10 ψηφούλες.  So ας ρίξουμε μια μικρή ματιά στο μεγάλο αυτό έργο, του εξίσου μεγάλου Francis Ford Coppola.  The horror…the horror….

Κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ, ο Captain Willard (Martin Sheen) αναλαμβάνει μια πολύ επικίνδυνη αποστολή.  Στόχος του είναι να φτάσει βαθιά μέσα στην ζούγκλα της Καμπότζης και να εξουδετερώσει τον Colonel Walter Kurtz (Marlon Brando) έναν σαλταρισμένο πλέον, αποστάτη του αμερικανικού στρατού, ο οποίος μαζί με την προσωπική του φρουρά επιδίδεται σε θηριωδίες, δολοφονώντας οποιονδήποτε πάει κόντρα απέναντι στην θεϊκή του παρουσία στην γύρω περιοχή.  Ο Willard μαζί με το πλήρωμά του, θα έρθει αντιμέτωπος με την βαρβαρότητα της ανθρώπινης φύσης και θα δει από πρώτο χέρι πως η πραγματική ζούγκλα βρίσκεται μέσα μας…
Εντάξει τώρα τι ακριβώς να πούμε για τον Coppola;  Όλοι ξέρουμε οτι είναι ένας από τους καλύτερους σκηνοθέτες που πέρασαν ποτέ από τον κινηματογράφο και οτι οι ταινίες του αποτελούν στιβαρά δημιουργήματα μέσα στον χρόνο.  Το “Apocalypse Now” ήρθε μόλις επτά χρόνια μετά τo πρώτο μαφιόζικο “The Godfather” (1972) το οποίο αποτελεί σίγουρα την καλύτερή του στιγμή.  Βεβαίως όταν μιλάμε για τον Coppola δεν είναι δύσκολο να σκεφτούμε και μερικές άλλες, αξιόλογες ταινίες του, καθώς η αλήθεια είναι οτι ανέκαθεν η δουλειά του χαρακτηριζόταν από απόλυτο επαγγελματισμό, επιμονή, υπομονή και προσήλωση στη λεπτομέρεια.  Λίγο πριν το βιετναμέζικο άσμα του, το “The Conversation” (1974) με πρωταγωνιστή τον Gene Hackman, τον έκανε να κινηθεί σε πιο θριλερικά μονοπάτια μυστηρίου και έντονου σασπένς, φανερώνοντας το ταλέντο που κάθε σκηνοθέτης πρέπει να έχει: την ικανότητα δηλαδή να γυρίζει ταινίες διαφορετικού περιεχομένου.  Το “Apocalypse Now” είναι για παράδειγμα ένα πολεμικό/αντιπολεμικό αριστούργημα, το “Peggy Sue got Married” (1986) μια κωμωδία φαντασίας, ενώ το “Dracula” (1992) ένα horror ρομάντζο.  Αν και τα τελευταία χρόνια οι ταινίες που δημιουργεί, δεν έχουν την αίγλη του παρελθόντος, παρόλα αυτά τα 5 Oscarakia που έχει τσιμπήσει, αποτελούν την ελάχιστη ένδειξη οτι ο Coppola ήταν, είναι και θα είναι ένας από τους καλύτερους σύγχρονους σκηνοθέτες.

Για πολλούς το “Apocalypse Now” ήταν η καλύτερή ταινία του Coppola.  Παρόλα αυτά τα προβλήματα κατά την διάρκεια των γυρισμάτων και της παραγωγής ήταν τόσα πολλά, που λίγο έλειψε να μην ολοκληρωθεί ποτέ.  Αρκεί μόνο να δει κανείς το budget της για να καταλάβει οτι ακόμα και για τα τέλη του ’70, τα $31,5 εκατομμύρια ήταν κάτι παραπάνω από πολλά.  Αν και ο Coppola ήθελε να σκηνοθετήσει στην ουσία την πρώτη big budget ταινία για το Βιετνάμ, εντούτοις η ιστορία πίσω από την δημιουργία της, είναι εφιαλτική.  Χρηματοδοτώντας την μέσω της δικής του εταιρίας παραγωγής ‘American Zoetrope’, αρχικό του μέλημα ήταν να βρει μια χώρα με παρόμοιο κλίμα με αυτό του Βιετνάμ προκειμένου να ξεκινήσει τα γυρίσματα.  Τελικά κατέληξε στις Φιλιππίνες, απ’οπου ξεκίνησαν και τα προβλήματα.  Οχι μόνο αναγκάστηκε να περάσει σε συγκεκριμένους διακανονισμούς με τον δικτάτορα Marco προκειμένου να δανειστεί το οπλικό υλικό για την ταινία, αλλά πολλές φορές τα ελικόπτερα που βλέπουμε έφευγαν τελείως απροειδοποίητα από τα γυρίσματα προκειμένου να μεταβούν στην περιοχή που διεξαγόταν ένας πραγματικός…εμφύλιος ανάμεσα στα στρατεύματα του Marco και τους κομμουνιστές αντάρτες!  Και αυτή ήταν μόνο η αρχή.  Ένας καταστροφικός τυφώνας διέλυσε το set, ο Martin Sheen έπαθε ένα σχεδόν μοιραίο…καρδιακό επεισόδιο, η συνεργασία με τον υπέρβαρο πλέον Brando προκαλούσε κι άλλα προβλήματα, όπως και τα διαρκή μπρος-πίσω του Coppola από το σενάριο.  Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα μια ταινία που είχε κανονιστεί να ολοκληρωθεί μέσα σε 4 μήνες, τώρα να χρειάζεται 15, με το αρχικό ποσό μάλιστα να έχει ήδη εξαντληθεί.  Ο Coppola στα όρια της σωματικής και πνευματικής κατάρρευσης, αναγκάστηκε να υποθηκεύσει το σπίτι του (!!) προκειμένου να συνεχίσει τα γυρίσματα.  Παρά τις αντιξοότητες η ταινία αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στο box office, δικαιώνοντας επιτέλους τον σκηνοθέτη, το cast και το συνεργείο για την επιμονή τους.

Βασισμένο σε ένα μεγάλο ποσοστό στην νουβέλα του Joseph Conrad “Heart of Darkness”, το “Apocalypse Now” είναι πραγματικά ένα ταξίδι στα πιο σκοτεινά μονοπάτια της ψυχής του ανθρώπου.  Το πέρασμα του Willard από το ποτάμι, παρέα με μια χούφτα παιδαρούδια που έχουν σταλεί χωρίς να το ξέρουν σε μια αποστολή αυτοκτονίας, αποτελεί την προσωπική ενδοσκόπηση του Captain και γι’ αυτό σχεδόν στο σύνολό του αυτό το ποταμίσιο ταξίδι έχει μια ονειρική υπόσταση.  Δεν είναι καθόλου τυχαίο οτι τα καπνογόνα που χρησιμοποιούν οι στρατιώτες έχουν έντονα και σχεδόν ψυχεδελικά χρώματα (φούξια, έντονο πορτοκαλί, ακόμα και μπλε νομίζω) καθώς αυτό ακριβώς ήθελε να πετύχει ο Coppola.  Επειδή πολλές φορές ο πόλεμος του Βιετνάμ χαρακτηριζόταν ως μια ψυχεδελική εμπειρία, ο cameraman Vittorio Storaro κατάφερε να εγκλωβίσει αυτήν ακριβώς την τρέλα στα πλάνα του.  Εξάλλου αυτό που κάνει την ταινία να ξεχωρίζει από αρκετές άλλες που είχαν ήδη κυκλοφορήσει και πραγματεύονταν τον πόλεμο του Βιετνάμ, είναι οτι πρώτον αποτελεί την τελευταία ταινία που ασχολήθηκε χειροπιαστά με ένα μεγάλο κινηματογραφικό, πολεμικό θέμα, μιας που στις μέρες μας, ούτε λίγο ούτε πολύ (ειδικά το story του Βιετνάμ) έχει εξαντληθεί.  Και δεύτερον είναι αξιοπρόσεχτο το πόσο πολύ επικεντρώνεται η ιστορία της ταινίας ανάμεσα σε δυο άτομα, δημιουργώντας το κλίμα μια δυνητικής βεντέτας και την απορία του ποιος θα καταφέρει τελικά να επικρατήσει (ακόμα και αν τον Brando τον βλέπουμε μόνο στο τέλος της).  Εξίσου ενδιαφέρον είναι και το γεγονός πως ο Coppola παραλλήλιζε τις πολεμικές συγκρούσεις στο Βιετνάμ, με την αγωνιώδη υπερπροσπάθεια να ολοκληρωθεί η ταινία του.  Αυτή ακριβώς η υπερπροσπάθεια μοιάζει να λειτούργησε εντέλει θετικά στην παρουσίαση της ανθρώπινης φύσης στην πιο πρωτόγονή της μορφή, απογυμνωμένη από οποιαδήποτε επίδραση πολιτισμού.

Ο παραλογισμός σε όλο του το μεγαλείο συγχωνεύεται σε αυτήν την ταινία.  Τα αμερικανικά στρατεύματα, από τον πιο γαλονάτο, μέχρι τον πιο χαμηλό ιεραρχικά, βιώνουν μια κατάσταση ολοκληρωτικής ψυχικής και διαλογικής κατάρρευσης.  O Willard στην αρχή παραπαίει, έχοντας καταναλώσει άφθονο αλκοόλ και μπόλικο χασίσι, είναι εγκλωβισμένος στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, οπού μην έχοντας να κάνει τίποτα πια, επιτίθεται στον ίδιο του τον εαυτό, εξευτελίζεται, ματώνει και αγγίζει τα όρια της τρέλας.  Έχει μάθει να είναι εργάτης του πολέμου και αισθάνεται χρήσιμος μόνο εκεί.  Είναι αυτό που ξέρει να κάνει, τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο.  Από την άλλη πλευρά με μια πιο εύθυμη αλλοφροσύνη συναντάμε τον Lieutenant Colonel Bill Cilgore (Robert Duvall) ο οποίος αρέσκεται να κάνει….σερφ στα νερά του ποταμού, δίπλα σε βόμβες που σκάνε, παρέα με ψαρωμένους πρωτάρηδες.  Ακόμα καλύτερη είναι βέβαια η εναέρια εμφάνισή του (θεωρείται και μια από τις καλύτερες και πιο αναγνωρίσιμες σκηνές σε ταινία) με τα ελικόπτερα, υπό τους ήχους του “Ride of the Valkyrie” του Wagner, που λειτουργεί εκφοβιστικά για τους Βιετκόνγκ που βρίσκονται κοντά.  O Duvall θυμίζει αρχηγό ιππικού με το καπέλο και την στολή του, έναν αρχηγό ολότελα τρελό και παρανοϊκό που υποστηρίζει, “I love the smell of napalm in the morning”.  Total madness…

 Είναι σαφές οτι ο πόλεμος απανθρωποιεί και βγάζει τον χειρότερο εαυτό του κάθε ατόμου.  Όταν βλέπεις παντού πτώματα, νεκρά γυναικόπαιδα, φωτιά, όταν αισθάνεσαι τις σφαίρες να σφυρίζουν γύρω σου και τις λεπίδες να είναι έτοιμες να σου ‘πάρουν’ τον λαιμό, όταν βρίσκεσαι στην μέση του πουθενά, σε μια ζούγκλα, ένα αφιλόξενο και ξεχασμένο από τον ίδιο τον Θεό περιβάλλον, για πόσο θα μπορέσεις ακόμα να κρατήσεις τα λογικά σου;  Οχι για πολύ.  Και ποιό θα ήταν καλύτερο παράδειγμα από τον τρομακτικό και παράφρονα Walter Kurtz;  Ο Brando εδω δίνει μια ακόμη μεγαθηριακή ερμηνεία, υποδυόμενος ένα σκοτεινό alter ego που αναδύεται μέσα από τις σκιές με έναν από του καλύτερους, cinematikous μονολόγους ever.  Το γκροτέσκο περιβάλλον μέσα στο οποίο καταλαμβάνει την θέση του Θεού επί της γης, είναι φτιαγμένο από όλα αυτά που κάνουν έναν πόλεμο μια φριχτή εμπειρία.  Σαν άλλοι ειδωλολάτρες όσοι είναι τριγύρω του τον προσκυνούν και του χαρίζουν θυσίες, για να τους προστατεύει και αυτός με την σειρά του.  Συγκλονιστικός και με εμφάνιση που παραπέμπει σε θεϊκό ον (ογκώδης, φαλακρός, ντυμένος με μια μαύρη…κελεμπία) ο Brando είναι ο Νόμος της προσωπικής του ζούγκλας.  Ο Willard φτάνει στα όρια του όταν τελικά τον ανακαλύπτει και μετά από όσα βλέπει, ο Kurtz γίνεται αναπόσπαστο κομμάτι του, επειδή απλά δεν γίνεται αλλιώς.  Σε ένα εξαιρετικό τέλος (δεν σας λεω, no worries) που μοιάζει με αρχέγονο τελετουργικό, συμπυκνώνεται όλο το νόημα της ασχήμιας.  Όχι του πολέμου, αλλά αυτής που ο καθένας μας κρύβει κάπου μέσα του…
To “Apocalypse Now” βασίζεται στην αφηγηματική και σχεδόν ρευστή σκηνοθεσία του Coppola, όπως ακριβώς και το νερό που κυλάει στον ποταμό.  Με εξαιρετική φωτογραφία, υπέροχες ερμηνείες, ένα  OST που ταιριάζει ιδανικά σε κάθε στιγμή και κάθε πλάνο, είναι μια κλασσική ταινία που πρέπει να δούμε όλοι.  Εάν μάλιστα υπολογίσουμε και όοολα αυτά που έγιναν μέχρι να ολοκληρωθεί, ε τότε της αξίζει μια θέση στον πάνθεον των καλύτερων ταινιών που έγιναν ποτέ.

Τι έμαθα από την ταινία:  Οτι καλό είναι να έχεις παντού μια σανίδα του σερφ (ναι ναι ακόμα και στη ζούγκλα του Βιετναμ), οτι το μαύρο όντως ‘κόβει’ και οτι ο Laurence Fishburne υπήρξε κάποτε νέος.

TRIVIA
  • O Steve McQueen προοριζόταν αρχικά για τον ρόλο του Willard.
  • O Coppola έχασε 50 κιλά στα γυρίσματα!!
  • Επίσης ο Coppola απειλούσε οτι θα…αυτοκτονούσε στα γυρίσματα!
  • Ένας από τους ηθοποιούς ο Sam Bottoms ήταν υπό την επήρεια μαριχουάνας, LSD και speed σε πολλές από τις σκηνές.
  • Το τελικό footage της ταινίας, έφτανε σε διάρκεια τις 200 ώρες!
(Πηγή IMDB)
Τίποτα στην tv και σήμερα…

Τα λέμε και πάλι αύριο με new arrival! Tσιου!

Taxi Driver: You talkin’ to me?

Hello hello και καλή σας εβδομάδα!  Καλή αρχή φαίνεται για το blogaki μιας που από οτι μυρίστηκα το poll μπορεί και να έφτιαξε, αν κρίνω από τις 40+ ψήφους που έχουν ήδη καταμετρηθεί.  Ευχαριστώ και πάλι για την αξιόπιστη συμμετοχή σας, και θα συγχωρέσω όσους δε κατάφεραν να ψηφίσουν λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων όπως βουτιές, κοκτέιλ στις παραλίες και φαγητό μέχρι σκασμού στις ταβέρνες!  Στα δικά μας τώρα ο ταξιτζής Robert de Niro πέρασε μπροστά από την πρώτη μέρα του poll και έμεινε εκεί μαζεύοντας 24 λαχταριστές ψήφους.  Αναμενόμενο το αποτέλεσμα με το “Star Wars” να μένει στην δεύτερη θέση με 18 ψήφους (not bad), ενώ στην τρίτη βρίσκουμε την κλασσική “Casablanca”, και το “The Dark Knight” με 16.  Μπροστά και με διαφορά η ταινία του Scorsese και πως δε θα μπορούσε άλλωστε με τον de Niro σε έναν από τους καλύτερους ρόλους της καριέρας του.

Ένας βετεράνος του πολέμου του Βιετνάμ, ο Travis Bickle (Robert de Niro) εργάζεται πλέον στην Νέα Υόρκη ως ταξιτζής βραδινής βάρδιας.  Το απειλητικό περιβάλλον της πόλης και η παρακμή που επικρατεί τριγύρω τον ωθούν σε βίαια ξεσπάσματα και εντείνουν το επικίνδυνο το χαρακτήρα του.  Όταν βάλει στι μάτι μια νεαρή, όμορφη γυναίκα την Betsy (Cybill Sheperd) θα κάνει τα πάντα προκειμένου να την προσεγγίσει.  Την ίδια στιγμή θέτει ως προτεραιότητα της μίζερης ζωή του τη σωτηρία μιας νεαρής πόρνης της Iris (Jodie Foster) από τα πλοκάμια του υποκόσμου, με απρόβλεπτα αποτελέσματα…
Ξεκινώντας με ενδεχομένως μια από τις καλύτερες σκηνές σύγχρονου κινηματογράφου και τον de Niro να εμφανίζεται με το ταξί του μέσα από ένα σύννεφο καπνού, η ταινία σε προδιαθέτει για την επικείμενη ‘κοινωνική σαπίλα’ στην οποία θα γίνεις σύντομα μάρτυρας.  Όπως ακριβώς βγαίνει σταδιακά μέσα από την καπνισμένη θολούρα, έτσι και στην συνέχεια ο Travis θα αναδυθεί ως ο απόλυτος κανένας μέσα από τα σκοτάδια και την κατάντια της Νέας Υόρκης, προσπαθώντας να γίνει κάποιος (η φράση “Οn every street in every city, there’s a nobody who dreams of being somebody” αποτελεί το tagline της ταινίας).  Ο Travis είναι μια προσωπικότητα που βρίσκεται ταυτόχρονα στο περιθώριο (για τους ανθρώπους τριγύρω του, αλλά και για τον εαυτό του), αλλά και στο προσκήνιο για εμάς τους θεατές, και ο Scorsese φροντίζει να αποδώσει αυτή την αντιθετική κατάσταση μέσα από τον γνωστό, σκληρό και βίαιο τρόπο με τον οποία παρουσιάζει σχεδόν πάντα στις ταινίες του την απτή πραγματικότητα και τους ανθρώπους-θύματα που ζουν μέσα σε αυτήν.

Η μουσική επένδυση του Bernard Hermann (υπεύθυνου για μερικά από τα καλύτερα μουσικά score πασίγνωστων ταινιών, όπως το “Vertigo”, “Citizen Kane”, “North by Northwest” και άλλα πολλά) αποτελεί το ιδανικότερο ταίρι της σκηνοθετικής ματιάς του Scorsese, καθώς μέσα σε μόλις τρία λεπτά παρουσιάζεται ουσιαστικά όλο το feeling της ταινίας.  Η-σχεδόν- πολεμικές και ταραγμένες νότες, διαδέχονται μια απαλή και σε κάποια σημεία αισθησιακή, jazz μουσική και όλο αυτό παρουσιάζεται μέσα από τα μάτια του de Niro ως Travis.  Αντιλαμβανόμαστε σύντομα οτι το μυαλό αυτού του ανθρώπου είναι χωρισμένο στα δυο: πόλεμος/καθημερινότητα, φαντασία/πραγματικότητα.  Ακόμα και η χρήση του παρμπρίζ από το ταξί ως ιδανικό, παραμορφωτικό τζάμι αποδίδει με έναν θλιβερό τρόπο τα φώτα της αιώνιας πόλης που ποτέ δε κοιμάται, βρίσκεται πάντα σε εγρήγορση και ‘καταπίνει’ τους πολίτες της μέσα στην ανωνυμία τους.
Το μοτίβο του πνευματικά ασταθούς, βετεράνου (τις περισσότερες φορές ως απόμαχου του Βιετνάμ) χρησιμοποιείται ξανά και ξανά σε χολιγουντιανές παραγωγές, με τον πρωταγωνιστή να καλείται να αντιμετωπίσει προσωπικούς δαίμονες (“Taxi Driver”, “Βorn on the Fourth of July”) ή πολύ απλά παρουσιάζοντας τις θηριωδίες και το παράλογο της ανθρώπινης φύσης σε όλο της το μεγαλείο (“Apocalypse Now” με έναν θρυλικό πλέον Marlon Brando).  Στην συγκεκριμένη περίπτωση το πολεμικό παρελθόν του ήρωα γίνεται η τέλεια δικαιολογία, στο όνομα της οποία μετατρέπεται σε έναν σύγχρονο τιμωρό, που είναι αποφασισμένος να σώσει (αφού τότε δε μπόρεσε) μια ανήλικη πιτσιρίκα που εργάζεται ως πόρνη.  Η εσωτερική διαμάχη καλού και κακού στην οποία γλιστράει διαρκώς ο Travis φαίνεται μέσα από την σταδιακή του αλλαγή από ασήμαντο, αδύναμο ανθρωπάκι, σε τουμπανισμένο, ξυρισμένο α λα μοϊκάνα τύπο, που κραδαίνει το όπλο του στους δρόμους έχοντας φτάσει ένα βήμα πριν από την ολοκληρωτική τρέλα, ρωτώντας τον εαυτό του “Υou talkin’ to me?”.

O Scorsese έχει στήσει ένα απόλυτα ζοφερό περιβάλλον, μέσα στο οποίο μόνο οι χειρότεροι μπορούν να επιβιώσουν (ακόμα και αυτό όμως δεν είναι πάντα αλήθεια).  Βρωμιά, μουντά κτίρια, παιδεραστές, δολοφόνοι, ναρκωτικά, μοναξιά, αποτελούν όλα αναπόσπαστα κομμάτια μιας επαναλαμβανόμενης καθημερινότητας που υπόσχεται μόνο ένα πράγμα: έναν απύθμενο βούρκο στον οποίο όλοι έχουν μια θέση.  Ο Travis αποτελεί έναν μόνο από τους πολλούς χαμένους και μοναχικούς τύπους αυτής της πόλης.  Μετά από τον προσωπικό του ψυχικό βιασμό στο Βιετνάμ, και τις εξίσου προσωπικές βαναυσότητες στις οποίες είχε προβεί, επιστρέφει στην πατρίδα κατακερματισμένος πνευματικά και διανοητικά, μόνο για να βρεθεί σε ακόμα ένα εχθρικό και αφιλόξενο περιβάλλον.  Αυτή τη φορά αστικό και κατά μια έννοια πιο επικίνδυνο μιας που τώρα βρίσκεται στον ρόλο του θύματος…
Με μια ορισμένες φορές, ντοκυμαντερίστικη προοπτική και απόλυτα ρεαλιστικά σκηνοθεσία, το “Taxi Driver” αποδίδει ωμά και ξεκάθαρα την προβληματική προσπάθεια του πρωταγωνιστή που προσπαθεί να επιβιώσει μέσα στην ίδια του την πόλη, και παράλληλα να εξιλεωθεί ως ένα βαθμό για όσα έκανε, παίρνοντας υπό την προστασία του την ανήλικη τότε Jodie Foster.

Πέρα από την εξαιρετική σκηνοθεσία του Martin, οι ερμηνείες είναι μικρά διαμαντάκια.  Ο de Niro είναι τρομακτικός.  Το βλέμμα του τα λέει όλα, αλλοπρόσαλλο και σαλεμένο καθώς είναι, ενώ και η ριζική του μεταμόρφωση, δεν αφήνει και πολλά περιθώρια σχετικά με το ποιο είναι το λάθος άτομο για να τα βάλεις μαζί του.  Δυναμικός και στιγματισμένος, αποτελεί την τέλεια ενσάρκωση του εξολοθρευτή αγγέλου.  Έκπληξη αποτελεί η 12χρονη τότε Jodie Foster η οποία με όλη την παιδική αθωότητα και γλυκύτητα που την χαρακτήριζε, ερμηνεύει υπέροχα έναν απαιτητικό και ιδιαίτερο ρόλο.  Στα μετόπισθεν συναντάμε και τον Harvey Keitel, ο οποίος υποδύεται τον νταβατζή της baby Iris, και όταν έρχεται η ώρα του καταλαβαίνει τι εστί βερίκοκο.
Ο “Tαξιτζής” είναι ένα βαρύ δράμα, οχι όμως με την αντικειμενική έννοια του κλάμματος και της στεναχώριας.  Είναι βαρύ γιατί είναι αληθινό, ειλικρινές και τόσο σκληρό όσο η ίδια η ζωή.  Plus είναι μια ταινία μαεστρικά σκηνοθετημένη, με στιβαρές ερμηνείες, από τις καλύτερες που έχει δώσει ο κινηματογράφος μέχρι και σήμερα, καθώς και μια υποβλητική μουσική, που ανατριχιάζει, σοκάρει και αποδομεί συναισθήματα και καταστάσεις.  Ένα must see για όλους.

http://www.youtube.com/watch?v=bqLyTdcMLhc

TRIVIA

  • O de Niro οδηγούσε καθημερινά για 12 ώρες ταξί, για έναν μήνα προκειμένου να μπει στο πετσί του ρόλου, ενώ μελέτησε και τις διανοητικές ασθένειες.
  • Η περιβόητη πλέον σκηνή με τον Travis να μιλάει στον εαυτό του, ήταν έμπνευση του de Niro, καθώς το σενάριο ελέγε μόνο οτι ο Travis κοιτάει στον καθρέφτη.  O de Niro υποστήριξε οτι βασίστηκε στην σκηνή του Marlon Brando από την ταινία “Reflections in a Golden Eye”.
  • H Foster ήταν μόλις 12 ετών και συνεπώς δε μπορούσε να έχει πολύ προκλητικές σκηνές στην ταινία.  Έτσι η 19χρονη τότε αδελφή της, Connie Foster ήταν η αντικαταστάτριά της στις πιο απαιτητικές σκηνές.
  • Υποψήφιοι για τον πρωταγωνιστικό ρόλο ήταν και οι Jeff Bridges και Dustin Hoffman ο οποίος είχε αποκαλέσει τον Scorsese τρελό όταν του είχε προτείνει τον ρόλο.  Στη συνέχεια φυσικά το μετάνοιωσε.
  • O Bernard Hermann ολοκλήρωσε τη μουσική για την ταινία, μια μέρα πριν πεθάνει.  To “Taxi Driver” ήταν η τελευταία του ταινία.
  • Ο σεναριογράφος Paul Schrader έγραψε το σενάριο μέσα σε μόλις πέντε μέρες.  Ο ίδιος υποστήριξε οτι κατά την διάρκεια της συγγραφής κρατούσε πάνω στο γραφείο του ένα γεμάτο όπλο για έμπνευση και κίνητρο.
(Πηγή IMDB)

H TV ΣΗΜΕΡΑ….
NET: 00:15, Sling Blade, με τους Billy Bob Thornton, Robert Duvall.  Σε σκηνοθεσία του ίδιου του Thornton μια ιστορία για έναν δολοφόνο και τη ζωή του μετά την αποφυλάκισή του.  Κέρδισε Oscar προσαρμοσμένου σεναρίου το 1996.
Τσιου!

Υ.Γ:  Έχω ανακαλύψει ένα site με μερικά από τα καλύτερα, fan made posters.  Εδώ είναι ένα που έφτιαξαν για την ταινία και το βρίσκω εξαιρετικό.

Posterocalypse.com.  Αναζητήστε το! : )

Rescue Dawn: Ένας αγώνας επιβίωσης, βασισμένος σε αληθινά γεγονότα…

Γειά σας και πάλι!.  Σήμερα έστυψα πραγματικά το μυαλό μου, προκειμένου να καταφέρω να βρώ μια καλή περιπέτεια να σας προτίνω, γιατί η αλήθεια είναι οτι τώρα τελευταία σας έχω ταράξει λίγο στο κοινωνικοδραματικό είδος ταινιών.  Πιστέψτε με έψαξα πολύ για να βρώ κάποια ταινία η οποία να είναι μεν καλή περιπέτεια, αλλά να μην είναι και κάποια που την έχετε δεί όλοι σχεδόν, γιατί τότε δε θα είχε και ιδιαίτερο νόημα να σας την προτίνω.  Γι’αυτό λέω οτι μου ήταν δύσκολο.  Περιπέτειες υπάρχουν,  αλλά όσες είναι πρόσφατες, οι περισσότεροι τις έχουμε δει, οπότε βρήκα μια που νομίζω οτι είναι εξίσου πολλοί αυτοί που δε την έχουν προσέξει.  Είναι πολεμική περιπέτεια και είναι από τις πραγματικά καλές.  Ακόμα και εμένα που δεν μ’αρέσουν ιδιαίτερα οι πολεμικές ταινίες, το Rescue Dawn μου άρεσε, γιατί βασίζεται και σε αληθινή ιστορία.  Βεβαίως το γεγονός οτι πρωταγωνιστεί ο Christian Bale, της δίνει και ένα επιπλέον κύρος ;).

Εντάξει σίγουρα όλοι έχετε καταλάβει τη λατρεία που έχω για τον συγκεκριμένο ηθοποιό.  Αυτό όμως δεν έχει καμία σχέση με τις ταινίες που σας προτίνω, στις οποίες παίζει ο Bale.  Θεωρώ οτι είναι ένας εξαιρετικά καλός ηθοποιός, ταγμένος απόλυτα στη δουλειά του σε σημείο που πολλέσ φορές ίσως και να το παρακάνει.  Σε καμία περίπτωση όμως δε θα σας πρότινα κάποια ταινία την οποία δε θεωρώ καλή, μόνο και μόνο επειδή πρωταγωνιστεί o Bale.  Υπάρχουν μερικές ταινίες του που δε θα έμπαιναν στο blog για κανέναν λόγο, η αλήθεια όμως είναι οτι οι περισσότερές του είναι καλές ταινίες.  Οπότε ήθελα απλά να ξεκαθαρίσω οτι ταινίες οπού πρωταγωνιστεί ο Bale ανεβαίνουν πρώτα επειδή είναι καλές ταινίες, και επειτά επειδή τυχαίνει να έχω μια αδυναμία κι εγώ.  Απλά ήθελα να το ξεκαθαρίσω το θέμα :).  Περνάμε στο story τώρα…
Η ιστορία είναι βασισμένη στα αληθινά γεγονότα που έζησε ο Dieter Dengler, ένας πιλότος του αμερικανικού Ναυτικού, ο οποίος κατέπεσε από πυρά Βιετναμέζων, σε μια περιοχή πάνω από το Laos, κατά τη διάρκεια του Πολέμου του Βιετνάμ.  Στην ταινία παρακολουθούμε ακριβώς το τι συμβαίνει από τη στιγμή που το αεροσκάφος του Dengler (Christian Bale) συντρίβεται και μετά.  Ο ίδιος πιάνεται τελικά αιχμάλωτος, και μεταφέρεται σε μια φυλακή, μέσα στο πυκνό δάσος της περιοχής, οπού κρατούνται κι άλλοι αιχμάλωτοι.  Εκεί θα συνομωτήσει με τους υπόλοιπους, προκειμένου να καταφέρουν όλοι μαζί να δραπετεύσουν και να σωθούν, πρίν οι ντόπιοι αποφασίσουν οτι είναι πλέον αναλώσιμοι και τους σκοτώσουν.
Στο πλευρό του Bale βρίσκονται δυο εξίσου καλοί ηθοποιοί: ο Jeremy Davies (Gene), τον οποίο θα θυμάστε από την “Γραμματέα”, και ο Steve Jahn (Duane), τον οποίο έχουμε συνηθίσει κυρίως σε κοωμικούς ρόλους και αποτελεί ευχάριστη έκπληξη να τον βλέπουμε σε έναν διαφορετικό, απαιτητικό ρόλο.  Νομίζω οτι οι τρεις τους κλέβουν την παράσταση, αφού αποδίδουν τους χαρακτήρες τους εξαιρετικά.  Ο πατριώτης Bale που αρνείται να προδώσει την πατρίδα του, ακόμα κι όταν απειλείται η ζωή του.  Ερμηνεύει τρομερά τον ρόλο του.  Στην αρχή τον βλέπουμε υγιή, με ξεχειλίζουσα ματαιοδοξία, και πολύ attitude.  Ο τύπος του ‘κανείς δε με ακουμπάει, κανείς δε μπορεί να μου κάνει το παραμικρό, γιατί θα προλάβω να τους κάνω σκόνη εγώ’.  Μετά από λίγο τα πράγματα έχουν έρθει τούμπα.  Ο Bale για μια ακόμη φορά γίνεται η σκιά του εαυτού του, καθώς χάνει πολύ βάρος, καταλήγει εξαθλιωμένος και φοβισμένος, φτάνει στα όρια τις τρέλας και φαίνεται για πρώτη φορά να συνειδητοποιεί οτι τελικά δε είναι τίποτα περισσότερο, από ένα ακόμα πιόνι μέσα στη δίνη του πολέμου.  Ο Jahn είναι εκείνος που επειδή βρίσκεται περισσότερο στη φυλακή, έχει αποδεχτεί την κατάστασή του, αλλά παρόλα αυτά είναι άτολμος και δειλός, και μόνο μετά τον ερχομό του Dieter βλέπει οτι ίσως και να υπάρχει μια ελπίδα διαφυγής από την κόλαση.  Πάρα πολύ καλός στον ρόλο του, και κατά έναν περίεργο τρόπο ‘δένει’ και απόλυτα με τον Bale.  Από την άλλη πλευρά ο Davies είναι ο αιχμάλωτος που απλά έχει παρανοήσει εντελώς.  Θεωρώ οτι αποτελεί την πιο συγκλονιστική φυσιογνωμία μέσα στην ταινία, καθώς είναι αποστεωμένος και θυμίζει προφήτη από τη Διαθήκη (χωρίς πλάκα!).  Είναι εκείνος που προσπαθεί ουσιαστικά να σαμποτάρει την επιχείρηση απόδρασης των υπολοίπων, επειδή στην τελική είναι ένας άνθρωπος που έχει χάσει τα λογικά του, αλλά και που ίσως τελικά είναι και ο πιο δειλός απ’όλος, διότι επιθυμεί να ζει μέσα στην εξαθλίωση, παρά να ρισκάρει να πεθάνει στην προσπάθειά του να κερδίσει την ελευθερία του.  Εξαιρετικός και ο Davies.
Η σκηνοθεσία είναι λιτή και ρεαλιστική, όπως απαιτείται σε τέτοιες περιπτώσεις, αφού τα πράγματα μιλάνε από μόνα τους.  Υπάρχουν αρκετά πλάνα βασανιστηρίων προκειμένου να ενταθεί ακόμα πιο πολύ η αίσθηση του αποκλεισμού και της εξαθλίωσης των ηρώων.  Αυτό που μου άρεσε πολύ σε αυτή τη ταινία, είναι το γεγονός οτι αντικατοπτρίζεται πάνω στον κεντρικό ήρωα, η αλλαγή που υπέστει από όλη αυτή τη περιπέτεια που έζησε.  Στην αρχή τον βλέπουμε ως ένα εγωπαθές καθίκι (sorry αλλά έτσι είναι) και μετά φαίνεται να έχει επαναπροσδιορίσει όλα όσα μέχρι τότε θεωρούσε δεδομένα.  Είναι επιφυλακτικός με όλους και το χαμόγελο βγαίνει με δυσκολία και κούραση.  Και πως γίνεται άλλωστε;  Μια τέτοια εμπειρία θα στιγμάτιζε τον καθένα…
Νομίζω οτι η ταινία θα αρέσει και σε όσους δεν προτιμούν τις πολεμικές.  Είναι μια περιπέτεια βασικά που έχει την τύχη να χαακτηρίζεται και από υπέροχες ερμηνείες.  Μέχρι την επόμενη φορά που θα βρώ πάλι καμιά καλή περιπέτεια, την προτίνω ανεπιφύλακτα.  Δυνατή, σκληρή, αληθινή…

http://www.youtube.com/watch?v=B2jIKkxSsBg

TRIVIA

  • Για τις ανάγκες των ρόλων τους οι πρωταγωνιστές έχασαν αρκετά κιλά.  Ο Steve Jahn έχασε 18, ο Jremey Davies 15, ενώ ο Bale ως ο πιο…σκληροπυρινικός σε θέματα κιλών, έχασε 25!.
  • Αλλά και ο σκηνοθέτης της ταινίας Werner Herzog σε μια ένδειξη ταύτισης και δέιχνοντας οτι συμπάσχει με τους ηθοποιούς του, έχασε γύρω στα 13 κιλά…
  • Στην πραγματικότητα ο Dieter Dengler αιχμαλωτίστηκε 2 φορές!.  Η σκηνή κατά την οποία ο Bale πίνει νερό από ένα ποτάμι, βασίζεται στη δεύτερη φορά που πιάστηκε αιχμάλωτος ο Αμερικανός πιλότος.  Άλλη δουλεία δεν είχε μου φαίνεται….
  • Η ταινία γυρίστηκε από το τέλος προς την αρχή.  Έτσι έχοντας προσπαθήσει σκληρά για να χάσει τα κιλά του, o Bale κατάφερε να τα ξαναπάρει κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων και να καταλήξει έτσι να γυρίσει τις αρχικές σκηνές της ταινίας, οπού μεταξύ μας, φαίνεται τούμπανο.
  • Σε μια σκηνή που ερωτάται πως αποφάσισε να γίνει πιλότος, ο Bale περιγράφει μια εμπειρία που είχε ωσ παιδί, η οποία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του.  Η περιγραφή αυτή παρουσιάζει μια τρομερή ομοιότητα με την εμπειρία που είχε ‘ζήσει’ ο χαρακτήρας του Bale, στην ταινία “The Empire of the Sun”, στην οποία ο Bale ήταν μόλις 12 χρονών!.
  • Στη σκηνή που ο Christian φαίνεται να τρώει ζωντανά σκουλήκια, στη πραγματικότητα τρώει….ζωντανά σκουλήκια!.  Να γιατί λέω οτι αυτός ο άνθρωπος είναι ταγμένος σε αυτό που κάνει, μερικές φορές σε σημείο αηδίας!.
(Πηγή IMDB)

H TV ΣΗΜΕΡΑ….
STAR: 21:00, Swordfish, με τους John Travolta, Hugh Jackman, Halle Berry.  Χολυγουντιανή περιπέτεια, με γνωστά ονόματα.  Ένας έμπειρος χακερ, καλείται να συμμετάσχει σε μια κομπίνα, η οποία θα του δώσει τη χρηματική δυνατότητα να διεκδικήσει την κηδεμονία της κόρης του.  Γνωστή πλέον για το οφθαλμόλουτρο που προσέφερε, λόγω της Halle Berry με εσώρουχα και γυμνής, αλλά και το διαρκές οφθαλμόλουτρο του γυναικείου πληθυσμού, βλέποντας τον Hugh Jackman που προσωπικά θεωρώ, οτι είναι η ταινία που δείχνει καλύτερα από οπουδήποτε αλλού!.  Σε ευχαριστούμε κύριε Dominic Sena σκηνοθέτη!!.
Τσίου μέχρι αύριο! 🙂